Δηλώνει άγνοια ο Μάκος
Ο διεθνής χαφ της Μόναχο 1860 τόνισε πως δεν γνωρίζει τίποτα για το φημολογούμενο ενδιαφέρον του ΠΑΟΚ κι υποστήριξε πως προτεραιότητα γι’ αυτόν είναι να καθιερωθεί στη γερμανική ομάδα και να ανακτήσει τη θέση του στην Εθνική.
Στον ραδιοφωνικό σταθμό NovaΣΠΟΡ Fm μίλησε ο Γρηγόρης Μάκος και μεταξύ άλλων αναφέρθηκε στην πρώτη του εμπειρία από το να αγωνίζεται στο εξωτερικό, την Εθνική ομάδα, το επίπεδο του ελληνικού ποδοσφαίρου αλλά και το φημολογούμενο ενδιαφέρον του ΠΑΟΚ προς το πρόσωπό του.
Αναλυτικά τα όσα δήλωσε:
-τα δημοσιεύματα περί ενδιαφέροντος από τον ΠΑΟΚ:
«Κανείς δεν μου ανέφερε κάτι. Μου είπαν ότι γράφτηκε στην Ελλάδα με πηγή από τη Γερμανία. Όταν υπάρχει ενδιαφέρον για έναν παίκτη είναι ευχάριστο για αυτόν, ειδικά για το ψυχολογικό κομμάτι. Ο μάνατζέρ μου μου έχει μεταφέρει πως γενικά υπάρχει ενδιαφέρον από ομάδες. Όμως από την ομάδα δεν μου έχουν πει κάτι».
-το μέλλον του στη Μόναχο 1860:
«Έχω συμβόλαιο για έναν ακόμη χρόνο. Το πρωτάθλημα τελειώνει πάρα πολύ νωρίς. Οι ομάδες κινούνται νωρίς αν είσαι ελεύθερος, αλλά αργούν όταν έχεις συμβόλαιο. Το πρωτάθλημα της επόμενης σεζόν αρχίζει στις 19 Ιουλίου. Εγώ θέλω να τελειώσω υγιής τη σεζόν, να μπορέσω να πάρω όσο χρόνο συμμετοχής μπορώ και να βρω το ρυθμό μου γιατί τον έχω χάσει. Το καλοκαίρι θα δούμε. Θα τα βάλω όλα κάτω, θα δούμε τι υπάρχει και θα αποφασίσω με την οικογένεια και τον μάνατζέρ μου. Είτε από το εξωτερικό είτε και στην Ελλάδα, γιατί στη ζωή δεν πρέπει να αποκλείεις τίποτα».
-τους λόγους που δεν κατάφερε να καθιερωθεί στη Μόναχο 1860:
«Ήρθα εδώ με τις καλύτερες περγαμηνές για να παίξω. Είχα έναν προπονητή (σ.σ. Ράινερ Μάουρερ) που με γνώριζε και τον γνώριζα. Όμως μετά την πρώτη αγωνιστική είχα έναν σοβαρό τραυματισμό για πρώτη φορά στην καριέρα μου κι έμεινα εκτός για δυόμισι μήνες. Έμεινα καιρό έξω, έχασα πολλά παιχνίδια με την ομάδα και δεν μπόρεσα να μπω γρήγορα στο κλίμα».
-τις πιθανότητες ανόδου της Μόναχο 1860:
«Με τα αποτελέσματα στα τελευταία παιχνίδια η ομάδα είναι σχετικά κοντά από την τρίτη θέση που οδηγεί στα μπαράζ. Παρότι είμαστε πίσω με έξι ομάδες, απομένουν ακόμη αρκετά παιχνίδια και όλα μπορούν να γίνουν».
-το επίπεδο στη Β’ Γερμανίας:
«Όσοι δεν γνωρίζουν, θα πουν ότι η Β’ Γερμανίας είναι πρωτάθλημα δεύτερης ταχύτητας. Όμως το επίπεδο είναι υψηλότερο από την Ελλάδα και τουλάχιστον αγωνίζεσαι σε ωραία και γεμάτα γήπεδα, ενώ ο κόσμος έρχεται για να παρακολουθήσει ποδόσφαιρο και μόνο γι’ αυτό. Δεν γίνονται έκτροπα όπως αυτά που είδα κι έγιναν στο ματς της Βέροιας με τον Άρη. Εγώ είχα συνηθίσει στην Ελλάδα να μην πληρώνομαι στην ώρα μου κι εδώ ο μισθός μπαίνει πριν καν τελειώσει ο μήνας. Το γερμανικό πρωτάθλημα είναι από τα καλύτερα και πιο εμπορικά στην Ευρώπη, όχι μόνο η Bundesliga, αλλά και η δεύτερη κατηγορία».
-την άποψη των Γερμανών για το ελληνικό ποδόσφαιρο:
«Με έχουν ρωτήσει για το ελληνικό πρωτάθλημα και ξέρουν τις δυσκολίες. Δεν το παρακολουθούν πολύ, ωστόσο γνωρίζουν την κατάσταση. Περισσότερο με ρωτούν για την οικονομική κατάσταση της Ελλάδας, παρά για το ποδόσφαιρο».
-το ελληνικό ποδόσφαιρο από… μακριά:
«Περνάω πολλές ώρες στο σπίτι και παρακολουθώ πολύ αγώνες του ελληνικού πρωταθλήματος. Δυστυχώς βλέπω ότι μεγάλες ομάδες βρίσκονται σε χαμηλές θέσεις κι άλλες που είναι σε καλύτερη κατάσταση είναι ψηλότερα. Είναι λυπηρό να βλέπεις ομάδες όπως ο Παναθηναϊκός, η ΑΕΚ και ο Άρης τόσο χαμηλά ή να παλεύουν για τη σωτηρία τους. Δυστυχώς όμως τα λάθη πληρώνονται».
-το κεφάλαιο Εθνική:
«Έχασα τη θέση μου στην Εθνική, απουσίαζα από φιλικά και επίσημα. Άλλωστε ο προπονητής έχει πει πως θέλει να καλεί παίκτες που έχουν ρυθμό. Θα προσπαθήσω να ξανακερδίσω τη θέση μου στην Εθνική. Με θέληση όλα γίνονται. Θέλω να πιστεύω πως θα τα καταφέρουμε στα προκριματικά του Μουντιάλ. Το ματς με τη Βοσνία είναι το πιο καθοριστικό».
-τους λόγους που ο Ίσμαελ Μπλάνκο δεν «έπιασε» στη Μόναχο 1860:
«Ίσως ο Ίσμαελ να μην μπόρεσε να εγκλιματιστεί γρήγορα. Επικαλέστηκε προβλήματα οικογενειακής φύσεως και ήθελε να επιστρέψει στην πατρίδα του. Είναι δύσκολες οι συνθήκες εδώ για έναν παίκτη από την Αργεντινή. Η ομάδα σεβάστηκε την επιθυμία του. Νομίζω πως αν πίεζε λίγο περισσότερο τον εαυτό του, θα μπορούσε να βοηθήσει, αλλά αν έκρινε ότι δεν τον υπολόγιζαν, καλώς έκανε κι έφυγε. Είναι μία απόφαση που ανήκει στον καθένα ξεχωριστά».