Κοτζάμ μαντράχαλος και πιστεύεις στους «Μάγους»;
Ο Παναθηναϊκός δεν έφερε τον Μπερνάρντ για να βγάζει λαγούς από το καπέλο, αλλά για να βγάζει ασίστ και γκολ.
Είναι ωραίοι οι επικοί τίτλοι, τα πρωτοσέλιδα που βγάζουν φωτιές και οι μελιστάλαχτοι χαρακτηρισμοί γεμάτοι υπερβολές – άλλωστε όταν μιλάμε για ποδόσφαιρο, οι υπερβολές είναι βασικό συστατικό του αθλήματος: «μάγος ο Μπερνάρντ», «Υδραυλικός», «θα τους κάνει πλάκα», «θα τους μουρλάνει στην ντρίπλα», «θα εξαφανίζει τη μπάλα και θα την εμφανίζει στα αντίπαλα δίχτυα». Ωραία όλα αυτά και ακόμα ωραιότερες οι προσδοκίες του κόσμου, να δει έναν αρτίστα που «ξέρει μπάλα» και – επιτέλους! – έναν παίκτη που ποτέ δεν θα διστάσει να πάει στο «ένας εναντίον ενός» και να δοκιμάσει να περάσει τον προσωπικό του αντίπαλο στα ίσια. Αλλά όποιος θέλει να δει «μάγους», μπορεί να πάει σε ένα σόου του Ντέιβιντ Κόπερφιλντ ή να δει την ταινία «Η Συμμορία των Μάγων»…
Θέλουμε – δεν θέλουμε, το ποδόσφαιρο παραμένει ένα άθλημα ομαδικό. Κι αυτό σημαίνει ότι είναι καλό να προσθέτεις παίκτες με ποιότητα στο ρόστερ σου, παίκτες που ξέρουν μπάλα, που έχουν κάνει πρωταθλητισμό, που έχουν βιογραφικό γεμάτο από συμμετοχές και αδειανό από σοβαρούς τραυματισμούς, αλλά ακόμα καλύτερο είναι να φτιάχνεις μια καλή και συμπαγή ομάδα, όπου ο καθένας να έχει τον ρόλο του. Ο «αρτίστας» να κάνει τα δικά του, την ίδια ώρα που ο αμυντικός χαφ να μαρκάρει όσο και όπου πρέπει, ο εξτρέμ να τρέχει στην πτέρυγα και ο φορ να περιμένει στο σωστό σημείο για να υποδεχτεί την πάσα και να επιχειρήσει να σκοράρει. Αλλιώς μένει ένας μοναχικός «αρτίστας», να δίνει μια άχαρη παράσταση γεμάτη ανούσια ζογκλερικά, που δεν έχουν καμία ουσία.
Ο Γιοβάνοβιτς δεν διάλεξε τον Μπερνάρντ επειδή έκανε κατά μέσο όρο 8 ντρίπλες ανά παιχνίδι στην Ουκρανία ή 10 ντρίπλες στα νιάτα του στη Βραζιλία και η διοίκηση δεν επένδυσε ένα κάρο εκατομμύρια για να κάνει ο Βραζιλιάνος επίδειξη τεχνικής στα γήπεδα της Σούπερ Λίγκας. Τον διάλεξαν διότι (δείχνει να) είναι το κομμάτι που έλειπε από το παζλ, ένας παίκτης που μπορεί να ενώσει το κέντρο με την επίθεση, ένας εξτρέμ που έχει την ποιότητα να παίξει στον άξονα και να κινηθεί πίσω από τον επιθετικό, που μπορεί να απλώσει το παιχνίδι στα πλάγια και να βγάλει κάθετες πάσες, που «έχει» και την ασίστ και το γκολ. Τον διάλεξαν και τον πλήρωσαν, διότι θεωρούν ότι είναι παίκτης ομάδας, άρα παίκτης που μπορεί να κάνει καλύτερη την ομάδα κι όχι ένας «παρτάκιας», που θα παίξει για την προσωπική του ευχαρίστηση, την ατομική του προβολή και το dvd που θα φτιάξει ο μάνατζέρ του, για να τον δειγματίσει στην επόμενη ομάδα του. Η διάθεση του ίδιου να απαρνηθεί τα πετρελαιο-δολάρια και να απορρίψει το ενδεχόμενο επαναπατρισμού για να επιστρέψει στα ευρωπαϊκά γήπεδα, παρότι ήξερε ότι η νέα του ομάδα δεν κατάφερε να προκριθεί σε ευρωπαϊκό όμιλο, δείχνει ότι ξέρει πολύ καλά τι θέλει να κάνει.
Η ομάδα επένδυσε πάνω του, ο προπονητής του εξήγησε το πλάνο που έχει στο μυαλό του και ο Μπερνάρντ αποδέχθηκε το ρόλο που «ράφτηκε» για εκείνον. Απλά, ξεκάθαρα και ποδοσφαιρικά, διότι οι καλοί λογαριασμοί δεν κάνουν μόνο τους καλούς φίλους, αλλά και τους χαρούμενους εργαζόμενους και τους ικανοποιημένους «ηγέτες». Διότι για «ηγέτης» της ομάδας προορίζεται ο Βραζιλιάνος και μένει να δούμε πόσο γρήγορα θα μπει στο κλίμα της ομάδας και θα μπορέσει να ανταποκριθεί στα «θέλω» του Γιοβάνοβιτς. Δεν λέω «αν θα μπορέσει να ανταποκριθεί», το θεωρώ περίπου δεδομένο: ο Μπερνάρντ δεν είναι Βιτάλ, δεν είναι ένα άγουρο παιδί που περνάει πρώτη φορά από τα σύνορα της χώρας του, δεν είναι κάποιος που θα «μασήσει» από δυο κλωτσιές ή δυο κιλά trash-talking, αλλά ένας ποδοσφαιριστής στην πιο ώριμη και μεστή ποδοσφαιρική ηλικία, που έχει παίξει στην Εθνική Βραζιλίας, έχει παίξει στην ανταγωνιστική Πρέμιερ και έχει ακόμα πράγματα να αποδείξει. Στον εαυτό του πρώτα απ’ όλα.
Το παρόν διαδικτυακό μέσο ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρει περί των επωνύμων ή ανωνύμων σχολίων που φιλοξενεί. Σε περίπτωση που θεωρείτε πως θίγεστε από κάποιο εξ αυτών, επικοινωνήστε μέσω της φόρμας επικοινωνίας έτσι ώστε να αφαιρεθεί.