Μακάρι κάθε χρόνο να πούλαγε έναν «Αλεξανδρόπουλο»
Μια ομάδα που θέλει να λέγεται μεγάλη, πρέπει και να αγοράζει αλλά και να πουλάει ακριβά.
Την ίδια ώρα που επικρατεί ενθουσιασμός για την άφιξη του Μπερνάρ, παράλληλα επικρατεί και μια αναστάτωση ή δυσφορία ή γκρίνια για την (αρκετά πιθανή πλέον, μετά τη βελτιωμένη πρόταση της Σπόρτινγκ) πώληση του Αλεξανδρόπουλου. Προφανώς ο κάθε οπαδός της κάθε ομάδας, θέλει να βλέπει όλους τους καλούς και εξελίξιμους παίκτες να μένουν «για πάντα στην ομάδα της καρδιάς τους».
Μόνο που αυτό το «για πάντα» έχει γίνει κουρελόχαρτο στο σύγχρονο ποδόσφαιρο: ο Μέσι άλλαξε ομάδα, ο Τσάβι και ο Ινιέστα δεν έκλεισαν την καριέρα τους στην Μπάρτσα, ο Ραούλ και ο Σέρχιο Ράμος το ίδιο, ο Ντελ Πιέρο, ο Κιελίνι, ο Λεβαντόφσκι, κανείς. Μόνο ο Φραντσέσκο Τότι έμεινε «αιώνια πιστός», μαζί με ελάχιστους άλλους, σαν τον Γκιγκς, τον Τζέραρντ, τον Σκόουλς και μερικούς ακόμα, μετρημένους στα δάκτυλα.
Φυσικά και δεν είναι «πρόβλημα» ή «θέμα» να μπορείς να πουλάς ένα παιδί που βγαίνει από τις Ακαδημίες σου για περίπου 5 εκατομμύρια ευρώ. Ευλογία λέγεται αυτό, όχι πρόβλημα – και ειδικά όταν δεν τον έχεις «δειγματίσει» όχι στο Τσάμπιονς Λιγκ, αλλά ούτε στο Europa ή στο «ταπεινό» Conference, όταν δεν είναι καν βασικός στην Εθνική Ελλάδας και έχει στο βιογραφικό του ένα κύπελλο όλο κι όλο, σε μια χρονιά που ήταν κομμάτι του rotation και όχι 11δάτος.
Πρόβλημα είναι να φεύγουν ως ελεύθεροι και μη-πετυχημένοι (καθώς το «αποτυχημένοι» είναι βαριά κουβέντα) παιδιά από τις Ακαδημίες που άφησαν κάποτε υποσχέσεις για σπουδαία πράγματα, αλλά δεν ανταποκρίθηκαν σε αυτές: ο Χατζηγιοβάννης, ο Μπουζούκης, ο Χατζηθεοδωρίδης, ο Ζαγαρίτης, ο Κώτσαρης, παλιότερα ο Δώνης, ο Τριανταφυλλόπουλος, ο Λαγός και ο Ρισβάνης και άλλοι διάφοροι. Να μην καταφέρνουν να φτάσουν στο τοπ επίπεδο, όχι πάντα με δική τους ευθύνη αλλά και αυτών που τους προπόνησαν και τους διαχειρίστηκαν και να φεύγουν χωρίς να έχουν πετύχει οι ίδιοι πράγματα και χωρίς να βάζει η ομάδα ευρώ στα ταμεία τους, πέρα από τα τροφεία που έχει εισπράξει για κάποιους.
Πρόβλημα δεν είναι να καταφέρεις να πουλήσεις – αν τελικά κλείσει το ντιλ – τον Αλεξανδρόπουλο για 5 εκατομμύρια και μάλιστα έχοντας απορρίψει νωρίτερα προτάσεις στα 3, 3,7 και 4 εκατομμύρια από Βερόνα και Σπόρτινγκ. Πρόβλημα ήταν όταν «αναγκαζόσουν» να πουλήσεις για ψίχουλα ή για ποσά πολύ κάτω από την αξία τους στην ποδοσφαιρική πιάτσα παίκτες όπως ο Μπεργκ, ο Ζέκα, ο Οδυσσέας Βλαχοδήμος και άλλους διάφορους. Ή όταν «έπρεπε» να τους αφήσεις ελεύθερους να φύγουν, επειδή με αυτόν τον τρόπο μπορούσες να ελαφρύνεις το μπάτζετ, γλιτώνοντας μέρος των συμβολαίων τους.
Πρόβλημα θα είναι αν δεν καταφέρεις τα επόμενα χρόνια να συνεχίσεις να βγάζεις παίκτες που θα έχουν την ποιότητα, το τσαγανό, το ταλέντο και την εργατικότητα να στελεχώσουν την πρώτη ομάδα. Ώστε πρώτα να πάρεις ό,τι καλύτερο έχουν να προσφέρουν στην ομάδα που τους ανέδειξε και στη συνέχεια, αν αποφασίσουν ότι είναι προς το συμφέρον τους να φύγουν, να καρπωθείς όσο γίνεται μεγαλύτερο κέρδος από την πώλησή τους.
Διότι πέραν από τους συναισθηματισμούς ή τις υπερβολές ή της πάσης φύσεως «κορόνες», μακάρι ο Παναθηναϊκός κάθε χρόνο να μπορούσε να πουλάει έναν «Αλεξανδρόπουλο» σε μια ομάδα του εξωτερικού, για 3, 4, 5 ή 6 εκατομμύρια. Όχι μόνο για τα ταμεία του και τα «έσοδα – έξοδα» των λογιστικών του βιβλίων, αλλά κυρίως για να «μπει» στην ποδοσφαιρική αγορά και στα μπλοκάκια των ατζέντηδων, ως μια ομάδα που κάνει σοβαρή δουλειά στα τμήματα υποδομής του, βγάζει «διαμαντάκια», τα δουλεύει σωστά και τα βοηθά να ανοίξουν τα φτερά τους και να πετάξουν μακριά.
Το παρόν διαδικτυακό μέσο ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρει περί των επωνύμων ή ανωνύμων σχολίων που φιλοξενεί. Σε περίπτωση που θεωρείτε πως θίγεστε από κάποιο εξ αυτών, επικοινωνήστε μέσω της φόρμας επικοινωνίας έτσι ώστε να αφαιρεθεί.