Τι κρατάει – τι πετάει
Μεγάλες αλήθειες και χρήσιμα συμπεράσματα από τη νίκη του Παναθηναϊκού επί της Φενέρ.
Θα το κέρδιζε το ματς κόντρα στη Φενέρ ο Παναθηναϊκός σε ένα άδειο ΟΑΚΑ; Πιθανότατα όχι: μπορεί οι οπαδοί να μην «παίζουν μπάσκετ», αλλά το ΟΑΚΑ είναι μια από τις πιο καυτές έδρες στην Ευρώπη – ακόμα και με ταβάνι χωρητικότητας τις 8000 κόσμου.
Κάτι που μάλλον θα πρέπει να το δουν οι αρμόδιοι, καθώς μοιάζει λίγο αστείο οι εμβολιασμένοι να μπορούν να μπαίνουν στα εστιατόρια, το μπαρ και τα κλαμπ, να χορεύουν και να είναι ο ένας – κυριολεκτικά – αγκαλιά με τον άλλον, αλλά στα γήπεδα (κλειστά και ανοιχτά) να υπάρχει τόσο μεγάλη αυστηρότητα και σχολαστικότητα αναφορικά με το ποσοστό του κόσμου που μπορεί να δει έναν αγώνα.
Πόσο πιθανόν είναι να κερδίσει στο μέλλον, εντός ή εκτός έδρας, παιχνίδι που χάνει με 5,6 ή 8 πόντους λίγο πριν το φινάλε; Εξαιρετικά δύσκολο ως απίθανο: τα «θαύματα» λέγονται έτσι, επειδή συμβαίνουν μια στο τόσο και κανείς δεν πρέπει να πει ή να σκεφτεί «αφού το κάναμε μια φορά, θα το ξανακάνουμε».
Το θέμα λοιπόν είναι να μην ξαναβρεθεί ο Παναθηναϊκός με την πλάτη στον τοίχο, κυνηγώντας επικές ανατροπές στο τελευταίο λεπτό του αγώνα, αλλά να κάνει τα κουμάντα του με τέτοιον τρόπο, ώστε να έχει τον έλεγχο του αγώνα από νωρίς ή να είναι κοντά στο σκορ ως το τέλος, ώστε να έχει τη δυνατότητα με μια καλή άμυνα ή ένα σύστημα της τελευταίας στιγμής να πάρει τη νίκη.
Θα «γκρίνιαζε» ο Παναθηναϊκός αν τα αντιαθλητικά στο τέλος είχαν δοθεί ανάποδα, τα κέρδιζε η Φενέρ και τελικά κέρδιζε εκείνη και το παιχνίδι; Ασφαλώς και θα γκρίνιαζε, όσο γκρίνιαξε και ο Τζόρτζεβιτς – και ίσως ακόμα περισσότερο.
Αλλά μόλις έπεσαν οι παλμοί και ο προπονητής της Φενέρ και οι παίκτες του και όλοι αυτοί που έσπευσαν να μιλήσουν για διαιτητική εύνοια της Ευρωλίγκας υπέρ του Παναθηναϊκού (κάτι με το οποίο γελάνε και τα ντουλάπια στα αποδυτήρια του ΟΑΚΑ), κατάλαβαν ότι το πρόβλημα δεν ήταν τα σφυρίγματα που δόθηκαν, αλλά η απερισκεψία των παικτών της Φενέρ που τα έκαναν.
Διότι πολύ απλά τα έκαναν: ο Γκούντουριτς στο πρώτο δεν έχει καμία διάθεση να ασχοληθεί με τη μπάλα αλλά ασχολείται μόνο με τον αντίπαλό του, στο τελευταίο ο Μπούκερ κάνει σκληρό φάουλ πριν γίνει η επαναφορά. Αυτοί λοιπόν που υποστηρίζουν ότι ο Παναθηναϊκός ευνοήθηκε από τους «γκρι», ας κάνουν έναν κόπο να διαβάσουν τον κανονισμό: φάουλ που γίνεται στο τελευταίο δίλεπτο του αγώνα κατά την επαναφορά της μπάλας και πριν η μπάλα μπει στο παρκέ, είναι αυτόματα αντιαθλητικό.
Είναι έτοιμος ο Νεμάνια Νέντοβιτς; Όχι στο 100%, όχι στα καλύτερά του, αλλά είναι σίγουρα και με τα δυο πόδια στον «ίσιο δρόμο» της μεγάλης επιστροφής. Μετά από ένα μέτριο πρώτο ημίχρονο άρχισε να παίρνει τα πάνω του, έβαλε καλάθια μέσα στην αντίπαλη ρακέτα, έπαιξε άμυνα, έκλεψε μπάλες και κυρίως ένιωσε τόσο καλά που δεν δίστασε να ζητήσει και να πάρει τη μπάλα όταν αυτή έκαιγε.
Το 1/6 τρίποντα προσωπικά δεν με ανησυχούν – είναι θέμα (λίγου) χρόνου να βρει ξανά το ρυθμό του πίσω από τα 6,75, καθώς είναι ένας από τους πιο απρόβλεπτους και ταχείς στην εκτέλεση σουτέρ στην Ευρωλίγκα. Αυτό που με ανησυχεί, είναι πού θα κρυφτούν διάφοροι «φιλόσοφοι του μπάσκετ», που μετά την ήττα από τη Μονακό και το 0/7 του «Νέντο», έσπευσαν με περισσή βεβαιότητα και σιγουριά να μας πουν πόσο μεγάλο λάθος έκανε ο Παναθηναϊκός που τον κράτησε…
Μπορεί ο Πέρι, ο Μέικον και ο Σαντ Ρόος να λύσουν το πρόβλημα της δημιουργίας στον «άσο»; Δυστυχώς όχι – κι ας είχε ο Παναθηναϊκός έναν ικανοποιητικό αριθμό ασίστ αυτή τη φορά. Ο Πέρι σαφώς και ήταν βελτιωμένος και ο Μέικον φάνηκε πιο συνετός και πειθαρχημένος στα καθήκοντα του οργανωτή και συνυπήρξε αρκετά καλά στο παρκέ με τον Νέντοβιτς. Αλλά έλειψε το πικ εν ρολ, το «τάισμα» των ψηλών, το καθαρό μυαλό στο passing – game σε κομμάτια του αγώνα που θα μπορούσαν να στοιχίσουν – αν δεν γινόταν η επιική αντεπίθεση στο τέλος.
Θα μπορούσε, τέλος, ο Δημήτρης Πρίφτης να «σκαλίσει» λίγο παραπάνω τον πάγκο του και να ανοίξει λίγο περισσότερο το rotation; Με όλον μου τον σεβασμό στον προπονητή, που ξέρει καλύτερα από όλους μας το υλικό του και τις δυνατότητές του, θα έλεγα πως ναι.
Η πεντάδα με την οποία αποφάσισε να ¨ζήσει ή να πεθάνει» στην τελευταία περίοδο (Μέικον, Νέντοβιτς, Παπαπέτρου, Οκάρο, Παπαγιάννης) έδειξε ιδιαίτερα καταπονημένη στο τέλος, ο Σάντ Ρόος μπήκε ουσιαστικά για μια άμυνα και έμοιαζαν κουρασμένα και τα κορμιά και τα μυαλά.
Τέλος καλό – όλα καλά βέβαια, αλλά αν αποκτήσει μεγαλύτερη εμπιστοσύνη στο ρόστερ του ο Πρίφτης ή αν κάποιοι παίκτες του τον «πείσουν» ότι αξίζουν περισσότερο χρόνο συμμετοχής και ρόλο στα κομβικά σημεία των παιχνιδιών, ίσως να δει ο καλός κόουτς τα χέρια του να λύνονται.
Το παρόν διαδικτυακό μέσο ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρει περί των επωνύμων ή ανωνύμων σχολίων που φιλοξενεί. Σε περίπτωση που θεωρείτε πως θίγεστε από κάποιο εξ αυτών, επικοινωνήστε μέσω της φόρμας επικοινωνίας έτσι ώστε να αφαιρεθεί.