«Ναι, αλλά δεν κέρδιζε στα φιλικά...»
Ο Παναθηναϊκός ήταν όπως έπρεπε, τη στιγμή που έπρεπε.
Η γκρίνια για τις μεταγραφές που δεν έγιναν κι αυτές που άργησαν να γίνουν, για τα αποτελέσματα των φιλικών, η συζήτηση για το ποιος έπρεπε να έχει φύγει και τελικά δεν έφυγε αλλά και ποιος θα έπρεπε να είναι βασικός και ποιος αναπληρωματικός, κόπηκε μαχαίρι. Με τον τρόπο που πρέπει να σταματά κάθε «φιλοσοφική συζήτηση» και «αμπελοφιλοσοφία» και παραφιλολογία που αφορά σε μια ομάδα: με την εικόνα της στο γήπεδο. Και η εικόνα του Παναθηναϊκού του Γιοβάνοβιτς, του ανέτοιμου ακόμα Παναθηναϊκού, με καινούργιους παίκτες που θέλουν χρόνο για να φτάσουν σε υψηλά στάνταρντς, ήταν πολλά υποσχόμενη και άκρως ενθαρρυντική για τη συνέχεια.
Δεν «θάμπωσε» ο Παναθηναϊκός, ούτε έκανε κανένα εντυπωσιακό παιχνίδι. Είχε αμυντικά κενά και νεκρά διαστήματα, απειλήθηκε στο ξεκίνημα του αγώνα και ήταν νευρικός, είδε και τα δυο κεντρικά του χαφ να παίρνουν από μια κίτρινη κάρτα και είχε έναν Σάρλια που έδειχνε να μην πατάει καθόλου καλά. Από τη στιγμή όμως που σε εκείνο το κομμάτι του παιχνιδιού, της αβεβαιότητας και της νευρικότητας δεν δέχτηκε γκολ, κατάφερε και βρήκε πρώτα την ηρεμία του και στη συνέχεια το ρυθμό του, κάποιους από τους αυτοματισμούς που έχει δουλέψει ο Γιοβάνοβιτς στην προπόνηση, στη συνέχεια τις πρώτες του καλές ευκαιρίες, δυο δοκάρια και το πρώτο του γκολ. Ήταν το σημείο – κλειδί, όπου λύθηκαν για τα καλά τα πόδια και ξεμπλόκαρε το μυαλό, ώστε να έρθουν και τα επόμενα γκολ, που σφράγισαν την επιβλητική νίκη με 4-0,
Για να έρθουν όλα αυτά τα καλά πράγματα που είδαμε στο παιχνίδι, χρειάστηκε να γίνουν κάποια κομβικά – για την εξέλιξη του παιχνιδιού – πράγματα: να είναι αποτελεσματικός ο Διούδης στις φάσεις που χρειάστηκε να επέμβει. Να ελέγξει την κατάσταση στο κέντρο ο πολύ έμπειρος Πέρεθ. Να έχουν σωστά ανεβάσματα (και ταυτόχρονα καλές επιστροφές) και συμμετοχή στην ανάπτυξη τα δυο πλάγια μπακ (ειδικά ο Χουάνκαρ). Να περνάει πολύ η μπάλα από τα πόδια των δυο πλάγιων επιθετικών, οι οποίοι και δημιούργησαν αλλά και τελικές προσπάθειες πήραν. Και όλα αυτά μαζί, στα κομμάτια του αγώνα όπου ο Παναθηναϊκός είχε τον απόλυτο έλεγχο του αγώνα, έφεραν τη μπάλα με σωστό τρόπο στον Καρλίτος, ο οποίος απέδειξε με τα δυο γκολ που πέτυχε, αυτό που έλεγαν όλοι όσοι δούλεψαν μαζί του αλλά δεν είχαν δει οι φίλοι της ομάδας: ότι είναι ένας επιθετικός που «έχει πολύ» το γκολ.
Μόνο που αν δεν δώσεις σωστά τη μπάλα σε έναν επιθετικό, στα πόδια του και όχι ψηλά και ανάμεσα στα σέντερ μπακ, στον κενό χώρο και όχι μέσα στην «κυκλοφορία», πώς περιμένεις να σκοράρει;
Όλα έγιναν φυσικά πιο εύκολα και πιο όμορφα, επειδή ο Βιτάλ έκανε ένα ντεμπούτο βγαλμένο από τις ποδοσφαιρικές «φαντασιώσεις»: ο Βραζιλιάνος, πραγματικός χορευτής, πρώτα διασκέδασε ο ίδιος το παιχνίδι – εκθέτοντας παράλληλα όποιον αντίπαλο κολλούσε πάνω του με την ελπίδα να τον κόψει – και εν συνεχεία ενθουσίασε την εξέδρα. Που διψάει για παίκτες που έχουν ντρίπλα, που δεν διστάζουν στιγμή να πάνε στο ένας-με-έναν, που θα σκεφτούν κάτι απρόβλεπτο, κάτι εξεζητημένο, κάτι δύσκολο τεχνικά, αλλά άμα πιάσει μπορούν να ξεχαρβαλώσουν ολόκληρη την αντίπαλη άμυνα. Τα τρία πρώτα γκολ ξεκινούν από τα δικά του πόδια, από τις δικές του λάτιν εμπνεύσεις και η πραγματική ευλογία είναι ακριβώς αυτή: να μπορεί ένας «αρτίστας» να κάνει «μάγκες» τους συμπαίκτες του, να κάνει χαρούμενο τον προπονητή του και ευτυχισμένη την εξέδρα. Συμπαίκτες, προπονητής και κόσμος που θα γίνουν ακόμα πιο χαρούμενοι, όταν στην εξίσωση μπει σιγά – σιγά και ο Παλάσιος (φαντάζεστε αυτά που κάνει ο Βιτάλ από αριστερά, να τα κάνει και ο Παλάσιος από δεξιά;) και όταν «ξεψαρώσει» ο Λουντκβιστ, που φάνηκε ιδιαίτερα μαγκωμένος και αγχωμένος στο επίσημο ντεμπούτο του.
Το παρόν διαδικτυακό μέσο ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρει περί των επωνύμων ή ανωνύμων σχολίων που φιλοξενεί. Σε περίπτωση που θεωρείτε πως θίγεστε από κάποιο εξ αυτών, επικοινωνήστε μέσω της φόρμας επικοινωνίας έτσι ώστε να αφαιρεθεί.