Η δικαίωση του ωραίου μπάσκετ
Η Εφές το σήκωσε, όχι μόνο διότι είχε τα «αστέρια» και τον προπονητή, αλλά και τους καλύτερους «δευτερότριτους» ρόλους.
Ποιες ομάδες έφτασαν στον τελικό της Ευρωλίγκας; Οι πιο «πλούσιες» ομάδες, οι πιο «γεμάτες», αυτές που επένδυσαν εκατομμύρια ευρώ για να φέρουν ΝΒΑers ή για να κρατήσουν παίκτες από το να πάνε στο ΝΒΑ. Η Εφές και η Μπαρτσελόνα, δικαιότατα αντάμωσαν στο μεγάλο τελικό, με βάση τη χρονιά που έκαναν, τα ρόστερ που έφτιαξαν, τη σταθερότητα που επέδειξαν, τις λύσεις που βρήκαν στα προβλήματα που τους έβαλε σχεδόν κάθε αντίπαλος. Και κοιτώντας τις τέσσερις ομάδες του final-four, μπορεί εύκολα να διαπιστώσει κανείς ότι εκείνες οι εποχές των αουτσάιντερς και των «μεσαίων» ομάδων που κάνουν την έκπληξη και πάνε final-four, δύσκολα θα επαναληφθούν: Εφές, Μπάρτσα, Αρμάνι και ΤΣΣΚΑ έριξαν συνολικά στο παρκέ ένα καράβι λεφτά.
Και η Ρεάλ είχε όλα τα παραπάνω, αλλά δεν είχε τύχη: απανωτοί τραυματισμοί, μαζί με τη φυγή του Καμπάτσο, τη γονάτισαν στα play-offs – η πλήρης Ρεάλ, με τον Ταβάρες υγιή και τον Ράντολφ στη διάθεση του Λάσο, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, θα έβρισκε το δρόμο για το final-four. Και θα τολμήσω να πω, ότι η ΤΣΣΚΑ με Τζέιμς και Μιλουτίνοφ, θα ήταν πολύ μεγάλο φαβορί για να το σηκώσει ξανά – οπότε ας δώσουμε έναν παραπάνω πόντο στον Ιτούδη, που κατάφερε χωρίς δυο τόσο κομβικούς παίκτες, πάνω στους οποίους είχε βασίσει το πλάνο της σεζόν, να φτάσει μια ανάσα από τον τελικό.
Θα τολμήσω επίσης να πω, ότι η Μπάρτσα με τον Καλάθη υγιή, ίσως να ήταν αυτή που θα χαμογελούσε στο τέλος. Διότι τα μεγάλα παιχνίδια, τα κρίνουν συνήθως οι μικρές λεπτομέρειες. Και ο Νικ είναι πολλά παραπάνω από «λεπτομέρειες»: δυο άμυνες θα τις έβγαζε πάνω στον Μίτσιτς, 5-6 ασίστ παραπάνω θα μοίραζε, 3-4 φλόουτερ θα τα έβαζε και όλα αυτά μαζί, μπορεί να ήταν αρκετά στην τελική σούμα του αγώνα. Διότι ο Μπολμάρο είναι ένας καλός αναπληρωματικός του Νικ, μπορεί να γίνει μια μέρα σπουδαίος παίκτης, αλλά αυτή τη στιγμή δεν μπορεί να σηκώσει στις νεανικές του πλάτες τόσο μεγάλο βάρος.
Η Μπάρτσα όμως δεν είχε ουσιαστικά Νικ Καλάθη, τη στιγμή που η Εφές είχε και Λάρκιν και Μίτσιτς αλλά κυρίως είχε Αταμάν: εκεί που έδειχνε να του στραβώνει το ματς και έβλεπε την ομάδα του «Σάρας» να ξεμακραίνει, ψάχτηκε, ρίσκαρε, δοκίμασε πράγματα και είδε να βγάζουν το κάρο από τη λάσπη παίκτες που ήταν «κάτω από το ραντάρ» του αντιπάλου (Σανλί και Πλάις), μέχρι να οπλίσει ο Μίτσιτς και ο Λάρκιν. Αλλά έτσι είναι οι μεγάλες ομάδες και αυτό είναι το νόημα του να έχεις καλούς και ακριβούς παίκτες όχι μόνο για τη βασική πεντάδα και 2-3 αλλαγές, αλλά για όλη σου τη 12άδα. Διαφορετικά μια τόσο μεγάλη και απαιτητική χρονιά δεν βγαίνει.
Η Εφές εντέλει, πήρε αυτό που άξιζε με το μπάσκετ που μας έχει χαρίσει και φέτος και πέρυσι και πρόπερσι. Κι αν πρόπερσι το έχασε στον τελικό λόγω απειρίας κι αν πέρυσι η πανδημία και το βίαιο «στοπ» στη διοργάνωση δεν την άφησε να πιστοποιήσει την ανωτερότητα της, ήρθε το πλήρωμα του χρόνου να στρογγυλοκαθίσει στο θρόνο της. Να χαμογελάσει το χειλάκι του Αταμάν, να δικαιωθεί η διοίκησή της για τα χρήματα που έβαλε, να πανηγυρίζουν παίκτες που έθαψαν το «εγώ» τους κάτω από το «εμείς», που έγιναν χαμάληδες πολυτελείας με όλη τους την ψυχή και αποδέχτηκαν ότι έπρεπε να γίνουν «βοηθητικοί» προκειμένου να φτάσει η ομάδα στην κορυφή – ο Σίγκλετον, ο Μπομπουά ή ο Μοερμάν, θα ήταν βασικά γρανάζια στις περισσότερες ομάδες της Ευρωλίγκας, αλλά στην Εφές ήταν υπέροχοι δευτερότριτοι ρόλοι, που τελικά μέσα στη σεζόν (και στο final-four) έκαναν τη διαφορά με μικρές και σημαντικές λεπτομέρειες και «θυσίες».
Το παρόν διαδικτυακό μέσο ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρει περί των επωνύμων ή ανωνύμων σχολίων που φιλοξενεί. Σε περίπτωση που θεωρείτε πως θίγεστε από κάποιο εξ αυτών, επικοινωνήστε μέσω της φόρμας επικοινωνίας έτσι ώστε να αφαιρεθεί.