Ο «Φράνκι», ο Μήτσος, ο Κάτας, δεν τα παράτησαν ποτέ
Ο «κανονικός άσος» μπορεί να σουλουπώσει πολλά, αλλά όχι να δώσει διάθεση και κίνητρο σ’ αυτούς που δεν νοιάζονται για την ομάδα.
Ποιος να μείνει του χρόνου στον Παναθηναϊκό και ποιος να φύγει; Μετά από τις βαριές ήττες, όπως αυτή με τη Ζαλγκίρις ή τη Ζενίτ, η τάση είναι «να φύγουν (σχεδόν) όλοι». Και μετά από ανατροπές και νίκες, όπως για παράδειγμα με την Αρμάνι, όλοι καλοί μας φαίνονται – ακόμα και ο Μακ, που «εντάξει μωρέ, τόσα χρόνια έπαιξε στο ΝΒΑ, δεν μπορεί να είναι τόσο κακός, ίσως με έναν δημιουργικό άσο στο ρόστερ να δείξει αυτά που μπορεί». Μόνο που παραμαζεύτηκαν ήττες τον τελευταίο καιρό, πολλές απ’ αυτές με «κάτω τα χέρια» και η αξιολόγηση πρέπει να είναι πολύ προσεκτική.
Ο κόσμος του Παναθηναϊκού θα ήθελε πολύ να παραμείνουν όλοι αυτοί των οποίων τα συμβόλαια λήγουν και να πλαισιωθούν από παίκτες ανάλογης ή μεγαλύτερης αξίας, προοπτικής και δυναμικής. Λογικό είναι, ο οπαδός πάντα θέλει το καλύτερο για την ομάδα του και ο οπαδός του Παναθηναϊκού θέλει και Χεζόνια και Νέντοβιτς και Παπαπέτρου και Μήτογλου και τον Μάικ Τζέιμς στον «άσο» και ένα τεσσάρι – δυναμίτη και ένα back-up του Παπαγιάννη που να μασάει σίδερα και τον Ομπράντοωιτς στον πάγκο. Μόνο που όλα αυτά είναι πολύ δύσκολο να γίνουν – ειδικά όταν η διοικητική εικόνα παραμένει θολή και το μπάτζετ για την επόμενη χρονιά, δεν το γνωρίζει κανείς.
Πώς να κάνεις προγραμματισμό όταν δεν ξέρεις καν αν τα γήπεδα θα είναι ανοιχτά και τι έσοδα πάνω – κάτω θα έχεις από εισιτήρια και διαρκείας; Τι πρόταση να κάνεις στους παίκτες που τελειώνουν τα συμβόλαιά τους, όταν δεν γνωρίζεις τι θα περισσέψει για τους υπόλοιπους που θα στελεχώσουν το ρόστερ; Και τι προοπτική να «τάξεις» και να υποσχεθείς, για να δελεάσεις κάποιους, όταν υπάρχει αυτή η εικόνα του Κάουνας και της Αγίας Πετρούπολης;
Διότι μπορεί για κάποιους να «τέλειωσε» η διοργάνωση, όταν εξατμίστηκαν και οι τελευταίες μαθηματικές ελπίδες πρόκρισης, να είναι «αγγαρεία» τα ταξίδια αυτά που δεν έχουν τίποτα να προσφέρουν στην ομάδα, αλλά στην πραγματικότητα και στην ομάδα έχουν να προσφέρουν και στους ίδιους: ο προπονητής και η διοικητική ομάδα κρίνουν και αξιολογούν τους παίκτες όχι μόνο στα παιχνίδια που η ομάδα νικάει, αλλά και σε αυτά που χάνει. Βλέπουν αν υπάρχει διάθεση, ενέργεια, συνέπεια στο πλάνο του προπονητή και βελτίωση. Αν σέβονται τη φανέλα που φοράνε και την ομάδα που τους πληρώνει. Αν καταλαβαίνουν πού παίζουν και πόσος κόσμος βλέπει, πονάει και αγαπάει αυτή την ομάδα. Αν παίζουν για την πάρτη τους, για το επόμενο συμβόλαιο – στον Παναθηναϊκό ή κάπου αλλού – ή για να ολοκληρώσουν τη χρονιά με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Η αλήθεια είναι πως η χρονιά ολοκληρώνεται με τον χειρότερο δυνατό τρόπο – και δεν έχει να κάνει με τις τελευταίες ήττες, αλλά με τον τρόπο που ήρθαν και την εικόνα πλήρους παραίτησης της ομάδας. Φυσικά και ο «κανονικός άσος» που λείπει από την ομάδα από το ξεκίνημα της χρονιάς μέχρι και σήμερα, είναι ένα μεγάλο βάσανο για όλους – αλλά το να παίζεις χωρίς ψυχή, να κάνεις 20 λάθη, να μην πηδάς στο ριμπάουντ ή να πηγαίνεις στην άμυνα με το πάσο σου και να τρως μια ντουζίνα αιφνιδιασμούς, δεν είναι θέμα έλλειψης «άσου». Είναι έλλειψη διάθεσης, διαύγειας και σεβασμού στην ομάδα που αγωνίζεσαι.
Οπότε, το πόσο καλύτεροι θα ήταν κάποιοι φέτος, αν υπήρχε ο Λαπροβίτολα ή όποιος άλλος θα μπορούσε να «νοικοκυρέψει» και να «σουλουπώσει» το παιχνίδι της ομάδας δεν θα το μάθουμε ούτε του χρόνου, διότι κάποιοι δεν θα είναι εδώ του χρόνου, που λογικά θα υπάρχει αυτός ο «κανονικός άσος», μια που είναι η προτεραιότητα του Κάτας και της διοίκησης. Πολύ απλά διότι με τη στάση τους και τη μη-διάθεσή τους, είναι σαν να έδειξαν ότι δεν τους ενδιαφέρει και πολύ το μέλλον, δεν βρίσκουν και κανένα κίνητρο να προσπαθήσουν, να δώσουν μάχες, να παίξουν άμυνα, να βουτήξουν στο παρκέ για μια κατοχή.
Και όπου κι αν καταλήξουν ο Κάτας, ο Διαμαντίδης, ο Αλβέρτης και ο Τριαντόπουλος για του χρόνου, όποιους παίκτες κι αν «κυκλώσουν» στα μπλοκάκια τους και όσο καλά στοιχεία και να κουβαλούν στα βιογραφικά τους, αυτό που κυρίως πρέπει να να προσεχθεί, είναι να έρθουν (ή να παραμείνουν) παίκτες που δεν «θα το βάλουν στα πόδια» στην πρώτη αναποδιά, δεν θα παίξουν για την ατομική τους στατιστική και δεν θα σηκώσουν τα χέρια ψηλά αν η ομάδα κάνει 2-3 συνεχόμενες ήττες. Ο Κάτας, ο Διαμαντίδης, ο Αλβέρτης, ποτέ δεν το έβαλαν στα πόδια και ποτέ δεν σήκωσαν τα χέρια ψηλά. Γι’ αυτό τους αγαπάει ο κόσμος της ομάδας και «εξαιτίας τους» υπάρχουν απαιτήσεις απ’ όλους τους παίκτες που φόρεσαν, φοράνε ή θα φορέσουν τη φανέλα με το τριφύλλι.
Το παρόν διαδικτυακό μέσο ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρει περί των επωνύμων ή ανωνύμων σχολίων που φιλοξενεί. Σε περίπτωση που θεωρείτε πως θίγεστε από κάποιο εξ αυτών, επικοινωνήστε μέσω της φόρμας επικοινωνίας έτσι ώστε να αφαιρεθεί.