Ευχαριστούμε κύριε Φαν' τ Σιπ!
Επιτέλους, μετά από καιρό, μια Εθνική που αξίζει να κάτσεις να τη δεις.
Ο Χατζηδιάκος προφανώς δεν είναι Μανωλάς ή Παπασταθόπουλος. Μπορεί να τους φτάσει μια μέρα ή να τους ξεπεράσει, αλλά ακόμα ούτε που «ακουμπάει» την παικτική τους ή τη χρηματιστηριακή τους αξία. Ο Παυλίδης, δεν είναι Μήτρογλου - τα ίδια ισχύουν και γι' αυτόν στο μέλλον και μακάρι να γίνει κάποτε μεγάλος και τρανός παίκτης. Ο Μπακάκης δεν έχει τα ποδοσφαιρικά «χιλιόμετρα» του Τοροσίδη, ούτε ο Γαλανόπουλος έχει καταφέρει τη μεγάλη μεταγραφή και τα υψηλά συμβόλαια που έχει απολαύσει ο Σάμαρης. Αλλά όλοι αυτοί, μαζί με όσους έπαιξαν κόντρα στη Βοσνία, είχαν κάτι σημαντικότερο από βιογραφικό, συμβόλαια ή όνομα στις διεθνείς αγορές: είχαν διάθεση.
Πολλά έχει ακούσει ο προπονητής Φαν 'τ' Σιπ από τη μέρα που πάτησε το πόδι του στην Ελλάδα. Δικαίως και αδίκως: για το φτωχό του βιογραφικό αλλά κυρίως διότι ήρθε να πληρώσει τις «αμαρτίες» των προκατόχων του, του φορτώθηκε ένα κομμάτι της απαξίωσης της Εθνικής ομάδας, της κατρακύλας, της εικόνας της παραίτησης. Καλώς εξετάσαμε το βιογραφικό του και δεν μας φάνηκε κάτι σπουδαίο, αλλά πολύ κακώς σπεύσαμε να τον βγάλουμε ανεπαρκή, «λίγο» και «μυρωδιά», χωρίς να του δώσουμε την ευκαιρία να μας δείξει, μετά από λίγους αγώνες, αυτό που είχε στο μυαλό του.
Πήραμε ένα δείγμα στον αγώνα κόντρα στη Βοσνία. Όχι κόντρα στο Λιχτενστάιν, το Γιβραλτάρ ή την Ανδόρα, αλλά κόντρα σε μια ομάδα με «πλούσιο ρόστερ», μια ομάδα που έριξε τεσσάρα στη Φινλανδία πριν λίγες ημέρες και που ήρθε στο ΟΑΚΑ με πολύ ισχυρό κίνητρο νίκης, ώστε να μείνει ζωντανή στο κυνήγι της δεύτερης θέσης. Το τελικό 2-1 αδικεί κατάφορα τη δική μας Εθνική - και ποιος να το λεγε πριν το ματς! Μια Εθνική Ελλάδας με διάθεση, με τρεξίματα, με ποδόσφαιρο πρωτοβουλίας και κατοχής, με τρίγωνα, με σωστή ανάπτυξη, χωρίς γιόμες, χωρίς σαραντάρες μπαλιές, χωρίς μιζέρια και παθητικότητα στο παιχνίδι της. Σαν να την άγγιξε ένα μαγικό ραβδί και να τη μεταμόρφωσε σε «κανονική ομάδα», με προτερήματα και μειονεκτήματα φυσικά όπως όλες οι ομάδες, αλλά με φρεσκάδα, με ιδέες, με συγκεκριμένο πλάνο, που βγήκε στο χορτάρι για να το υπηρετήσει και να το εφαρμόσει.
Είμαι απ' αυτούς που «φωνάζω» εδώ και χρόνια, ότι μπορεί να μην έχουμε ως ελληνικό ποδόσφαιρο κανένα φανταχτερό υλικό, αλλά οι παίκτες που διαθέτουμε στην δεξαμενή των Ελλήνων ποδοσφαιριστών, είναι για πολύ καλύτερα πράγματα απ' αυτά που παρουσιάζουμε στα παιχνίδια μας. Η εικόνα κόντρα στη Βοσνία, αποτύπωσε στην πράξη αυτές ακριβώς τις σκέψεις: μια χαρά «κανονικούς» και καλούς παίκτες έχουμε, ώστε να μπορούμε να την «τσουλήσουμε» τη μπάλα, να βγάλουμε κάθετες μπαλιές, να «μας νιώσει» ο αντίπαλος, να έχουμε εμείς το πάνω χέρι σε αγώνες με ομάδες που είναι πάνω - κάτω στο ίδιο επίπεδο με εμάς ή λίγο παρακάτω (ειδικά όταν παίζουμε εντός), να παίζουμε έξυπνα αλλά όχι κακομοίρικα όταν παίζουμε εκτός έδρας ή με ομάδες που είναι μερικά σκαλοπάτια πάνω από εμάς.
Η Βοσνία πριν το ματς, φάνταζε μερικά σκαλοπάτια πάνω από εμάς. Στο τέλος του αγώνα, προφανώς θα είπαν «και λίγα φάγαμε από τους Έλληνες». Μεγάλο επίτευγμα αυτό για την Εθνική μας, που με το ζόρι μαζεύει πλέον μια χούφτα θεατές στο γήπεδο και λίγες χούφτες τηλεθεατές. Και μπορεί να χάθηκε το τρένο μιας ακόμα πρόκρισης, αλλά αυτό τελικά έχει τη μικρότερη σημασία. Διότι μπορείς να χάνεις και να ξαναχάνεις και να μην πηγαίνεις πουθενά και να μην γίνεται τίποτα, αλλά μπορεί να αποτυγχάνεις και παράλληλα κάτι να «ψήνεις», κάτι να ετοιμάζεις για την επόμενη μέρα, όπως μια φουρνιά παικτών ή ένα σύστημα ή μια φιλοσοφία που θα διέπει την ομάδα από εδώ και πέρα.
Το έχουμε πει και στο παρελθόν: το ποιοι «πρέπει» να παίζουν στην Εθνική, δεν είναι θέμα ονομάτων, αξίας, βιογραφικού ή επετηρίδας. Είναι ή τουλάχιστον πρέπει να είναι κυρίως θέμα διάθεσης. Ποιοι το θέλουν πραγματικά και όχι ποιοι είναι «υποχρεωμένοι» να έρθουν, ακόμα κι αν κάνουν αγγαρεία. Δεν είναι κακό να μην γουστάρεις να παίζεις στην Εθνική ή να θέλεις να αφοσιωθείς στην ομάδα σου ή να ξεκουραστείς και να περάσεις λίγες μέρες στην οικογένειά σου. Κακό είναι να έρχεσαι με το στανιό, να μιλάς περισσότερο απ' ό,τι τρέχεις, να παραγοντίζεις και να απαιτείς το σεβασμό επειδή είσαι «παλιός» κι όχι επειδή είσαι «πρώτος» σε προπονήσεις και αγώνες.
Η απόφαση του προπονητή να δώσει τόπο στα νιάτα και να «ξεκουράσει» παίκτες που θεωρούσαν «παπικό δικαίωμα» ή «βασιλικό προνόμιο» να είναι 11δάτοι και να ξεκινάει απ' αυτούς η στελέχωση της Εθνικής, δείχνει να έχει πιθανότητες να πετύχει. Κυρίως, δείχνει μια προοπτική και μια ελπίδα για κάτι καλό, δυο πράγματα που έχουν λείψει εδώ και πολλά χρόνια, από τη μέρα που η ΕΠΟ έδειξε με πολύ άκομψο τρόπο την πόρτα της εξόδου στον Φερνάντο Σάντος.
Το παρόν διαδικτυακό μέσο ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρει περί των επωνύμων ή ανωνύμων σχολίων που φιλοξενεί. Σε περίπτωση που θεωρείτε πως θίγεστε από κάποιο εξ αυτών, επικοινωνήστε μέσω της φόρμας επικοινωνίας έτσι ώστε να αφαιρεθεί.