Η εκδίκηση του «παλιακού»
Για να επιστρέψεις στην κανονικότητα, μερικές φορές χρειάζονται απλά, παλιά κόλπα κι ένας «ξεροκέφαλος» προπονητής.
Μπόλικη κουβέντα έγινε όταν ανακοινώθηκε η πρόσληψη του Άγγελου Αναστασιάδη από την ΕΠΟ, για να διαδεχθεί τον Σκίμπε. «Κάνει ή δεν κάνει ο Άγγελος;» «Είναι ή δεν είναι παρωχημένος;» «Πού πάμε με τα κομποσκοίνια και τη βοήθεια της Παναγιάς;» «Πόσα χρόνια έχει να προπονήσει ο Αναστασιάδης;» Αυτά και άλλα πολλά είπανε, είπαμε, ακούσαμε και συζητήσαμε, «καμμένοι από το χυλό» (του Σκίμπε, του Μαρκαριάν, του Ρανιέρι), με μια Εθνική παρατημένη στη μοίρα της, απαξιωμένη, φάντασμα του παλιού της εαυτού, σαν θειά που ξεφύλιζε το άλμπουμ των αναμνήσεων και μονολογούσε «ααα, ωραία περνάγαμε το 2004» και «τι ωραία που ήταν στους "16" του Μουντιάλ».
Προσωπικά, δεν είχα και τίποτα σπουδαίες βλέψεις για την Εθνική, ότι θα δούμε καμιά μπαλάρα ή ότι θα γυαλίσει το μάτι μας από άγρια χαρά - όχι λόγω του Άγγελου και αυτών που μπορεί ή δεν μπορεί να περάσει στους παίκτες, αλλά λόγω του υλικού, της νοοτροπίας μας, του DNA και της φιλοσοφίας που έχουμε στην Εθνική ομάδα χρόνια τώρα. Περίμενα όμως νοικοκυροσύνη - και την είδα. Περίμενα σοβαρότητα και πειθαρχία, περίμενα συσπείρωση και «επαγγελματισμό» και τα είδα και αυτά. Κυρίως περίμενα ότι ο Άγγελος Αναστασιάδης ούτε δημόσιες σχέσεις θα κάνει, ούτε χατίρια μανατζαραίων, ούτε τα κέφια των «μεγάλων» και τα ρουσφέτια των κάθε λογής παρατρεχάμενων, αλλά θα κάνει αυτό που έχει στο κεφάλι του. Καμιά φορά στο «ξεροκέφαλό του». Και ειδικά αυτό, το είδα και το είδαμε όλοι.
Δεν έχει κανένα μαγικό ραβδί ο ομοσπονδιακός μας τεχνικός για να μεταμορφώνει τα φύκια σε μεταξωτές κορδέλες, αλλά έχει τη στοιχειώδη σοβαρότητα και προπονητική λογική να αλλάζει πράγματα, όταν βλέπει ότι το ματς στραβώνει. Το έκανε στη Βοσνία μόλις μείναμε δυο γκολ πίσω στο σκορ, αλλάζοντας πρώτα σύστημα και μετά πρόσωπα. Δεν λογάριασε ονόματα και κριτική, έβαλε αυτούς που πίστευε ότι μπορούν να του κάνουν τη δουλειά - κι ας λέει μετά ο κόσμος ό,τι θέλει. Δικαιώθηκε από το αποτέλεσμα, ο Κολοβός σκόραρε, ο Μασούρας βοήθησε την Εθνική να αποκτήσει πλάτος στο γήπεδο, ο Ζέκα ως δεξί μπακ έκανε την ασίστ για την ισοφάριση, αλλά και να μην του «έβγαιναν» όλα αυτά, εγώ τον πόντο πάλι θα του τον έδινα. Όχι μόνο διότι «ψάχτηκε» να αλλάξει πράγματα, αλλά κυρίως διότι δεν το παράτησε το ματς και βρήκε τον τρόπο να μην το παρατήσουν ούτε οι παίκτες του. Κυρίως ο πόντος πάει στον κόουτς, διότι με οποιονδήποτε άλλον στον πάγκο, πιο πιθανό ήταν να μείνει στο δεύτερο ημίχρονο ένα «σβηστό» 0-0 ή να φάμε κανένα γκολ ακόμα, παρά να ισοφαρίσουμε.
Ένα είναι σίγουρο: ότι ο Άγγελος Αναστασιάδης την αγαπάει την Εθνική. Τα αγαπάει τα «παιδιά του» και το εθνόσημο. Δεν τη βλέπει σαν «σκαλοπάτι» ή «διαβατήριο» για να πάει κάπου αλλού μετά, δεν την αντιμετωπίζει σαν «ιαματικά λουτρά» που πάνε οι ηλικιωμένοι για να ανακουφιστούν από τους ρευματισμούς, ούτε σαν ένα καλό εφάπαξ - είναι στην Εθνική επειδή του αρέσει κι επειδή του το ζητήσαμε κι όχι επειδή «παρακάλεσε» ή έβαλε βύσμα, όπως μπορεί να λένε διάφοροι κακεντρεχείς. Αν κάνει και τους παίκτες να (ξανα)αγαπήσουν την Εθνική ομάδα, να σκίζονται και για τη φανέλα και για τον ίδιο, θα έχουμε κάνει ένα μεγάλο βήμα προόδου. Και ποιος ξέρει; Μπορεί μια μέρα να την (ξανα)αγαπήσουμε κι εμείς, που τη «διώχνουμε» από τα μισά γήπεδα της χώρας διότι δεν γουστάρουμε «το κράτος των Αθηνών» ή «την Παράγκα που στήνει ο ΠΑΟΚ» και να την αγκαλιάσουμε χωρίς ψιλά γράμματα και επιφυλάξεις.
Το παρόν διαδικτυακό μέσο ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρει περί των επωνύμων ή ανωνύμων σχολίων που φιλοξενεί. Σε περίπτωση που θεωρείτε πως θίγεστε από κάποιο εξ αυτών, επικοινωνήστε μέσω της φόρμας επικοινωνίας έτσι ώστε να αφαιρεθεί.