Τι μου έμαθε ένα ντέρμπι Ρίβερ – Μπόκα…
Ο Δημήτρης Ρήγας γράφει στο Onsports για το Superclasico της Ρίβερ Πλέιτ με την Μπόκα Τζούνιορς κι εξηγεί γιατί δεν πήγε χαμένο το ξενύχτι…
Στο δίλημμα Ρίβερ-Μπόκα ποτέ δεν αποφάσισα ποιον συμπαθώ ή έστω αντιπαθώ περισσότερο. Και οι δύο μεγάλοι αντίπαλοι του ποδοσφαίρου της Αργεντινής μου φαίνονταν πότε ελκυστικοί και άλλοτε αποκρουστικοί… Αν με υποχρέωνε κάποιος να υποστηρίξω μία ομάδα στη συγκεκριμένη χώρα, αυτή θα ήταν η Σαν Λορέντσο και ο λόγος είναι αυτός εδώ...
Για να μην ξεφεύγουμε όμως. Τα ξημερώματα της Παρασκευής (28/11) πήρα την απόφαση γυρνώντας από το γραφείο να ξενυχτήσω. Συνήθως αυτό συμβαίνει για να παρακολουθήσω ΝΒΑ. Ωστόσο αυτή τη φορά η αιτία ήταν διαφορετική. Είχα περίπου δέκα χρόνια να δω ένα Superclasico. Ακόμα στην Μπόκα έπαιζε τερματοφύλακας ο Πάτο Αμπονταντσιέρι και στη Ρίβερ ο… Φράνκο Κοστάντσο!
Ακόμα… χόρευαν στο γήπεδο ο Χουάν Ρομάν Ρικέλμε από τη μία και ο Μαρτσέλο Γκαγιάρντο από την άλλη. Βλέποντας προσεκτικά το παιχνίδι παρατήρησα ορισμένα πράγματα που μου κέντρισαν το ενδιαφέρον.
1) Η συνήθεια των μεγάλων ομάδων της Αργεντινής να δίνουν τα ηνία σε παλαίμαχους ποδοσφαιριστές τους. Ο Γκαγιάρντο ήταν «σημαία» των «Εκατομμυριούχων», ενώ ο Ροντόλφο Αρουαμπαρένα (ναι, καλά θυμάστε, αυτός που πέρασε από την ΑΕΚ τη σεζόν 2007-08) έγραψε τα δικά του… χιλιόμετρα με τα χρώματα της Μπόκα.
2) Το γήπεδο. Το «Μονουμεντάλ» θυμίζει κάτι από ΟΑΚΑ. Αχανές γήπεδο με τον στίβο να το κάνει να μοιάζει αποκρουστικό για ποδόσφαιρο… Καμία σχέση. Οι οπαδοί της Ρίβερ (αν και δεν έχουν τη φήμη αυτών της Μπόκα) του έβαλαν «φωτιά» μετατρέποντάς το σε «κολαστήριο». Κι όλα αυτά μόνο με τη φωνή και τα σφυρίγματα, έχοντας ξεπεράσει το στάδιο των επεισοδίων και της εκτόξευσης αντικειμένων προς τυχαίο στόχο!
3) Το γρήγορο παιχνίδι. Γίνεται ένας αγώνας με έξι συνολικά τελικές προσπάθειες στο πρώτο ημίχρονο να σε κρατάει καθηλωμένο; Βεβαίως και γίνεται, αν υπάρχει ταχύτητα, καλός ρυθμός και πάθος που σε κάνει να ξεχνάς το μέτριο επίπεδο και τα απανωτά λάθη και από τις δύο πλευρές.
4) Παίζουν για τη φανέλα. Οι μισθοί των ποδοσφαιριστών που παίζουν στη Ρίβερ και την Μπόκα δεν συγκρίνονται με τους αντίστοιχους των συναδέλφων τους οι οποίοι αγωνίζονται στην Ευρώπη. Κάτι ακόμα που δεν συγκρίνεται όμως είναι το πάθος, αλλά αυτό είναι σαφώς περισσότερο από την άλλη όχθη του Ατλαντικού. Βλέπεις 22 ποδοσφαιριστές έτοιμους να βάλουν τα πόδια τους στη «φωτιά». Κάπως έτσι ο Γκάγκο αποχώρησε τραυματίας πριν το ημίχρονο. Και στη συνέχεια βέβαια δεν κάθισε, αλλά είδε όλο το υπόλοιπο ματς όρθιος από τον πάγκο.
5) Ο διαιτητής. Δεν γίνεται σ’ ένα ντέρμπι να μην παρατηρήσεις τον διαιτητή. Ο ρέφερι του συγκεκριμένου αγώνα έκανε αρκετά λάθη. Ωστόσο ήταν ολοφάνερο πως δεν ήταν εσκεμμένα. Βρισκόταν πάντοτε σε απόσταση… αναπνοής από τις φάσεις κι έδειχνε σίγουρος για κάθε σφύριγμά του. Το ύφος του ήταν λίγο περίεργο (ούρλιαζε κι έσπρωχνε τους παίκτες), αλλά δεν άφηνε πολλά περιθώρια να τον αμφισβητήσεις. Ένα ακόμα προσόν, ότι άφηνε όσο το δυνατόν περισσότερο το παιχνίδι να παιχτεί κι απέφευγε τα συνεχή σφυρίγματα που χαλάνε τον ρυθμό.
6) Πώς είναι ένας αμυντικός «ογκόλιθος»; Όπως ακριβώς ο Κάτα Ντίας. Στα 35 του χρόνια ο Αργεντινός στόπερ κυριάρχησε απέναντι σ’ έναν εξαιρετικό επιθετικό όπως ο Κολομβιανός Τεόφιλο Γκουτιέρεζ. Ο Κάτα Ντίας στο παρελθόν είχε ακουστεί για τον Παναθηναϊκό αλλά το… φλερτ δεν μετατράπηκε σε… γάμο. Οι «πράσινοι» ακόμα ψάχνουν!
Το συμπέρασμα από όλα αυτά είναι ένα: Ότι κανείς δεν θα πρέπει να χάνει την ευκαιρία να παρακολουθήσει ένα Superclasico, ένα ντέρμπι όχι από άλλη ήπειρο, αλλά από διαφορετικό… πλανήτη!
Το παρόν διαδικτυακό μέσο ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρει περί των επωνύμων ή ανωνύμων σχολίων που φιλοξενεί. Σε περίπτωση που θεωρείτε πως θίγεστε από κάποιο εξ αυτών, επικοινωνήστε μέσω της φόρμας επικοινωνίας έτσι ώστε να αφαιρεθεί.