In memoriam...
Ηταν πρωί Τρίτης (8 Ιουνίου), γύρω στις 9. Οπως κάθε Τρίτη πρωί, το πρώτο πράγμα που έκανα μόλις ξυπνούσα ήταν να πεταχτώ μέχρι το απέναντι περίπτερο. Ηταν η ημέρα που κυκλοφορούσε το «Τρίποντο»,το «ευαγγέλιο του μπάσκετ» για μένα σ΄ εκείνη τη δεκαετία του '90.
Φτάνω στο περίπτερο και ο περιπτεράς που με γνώριζε καλά και μου κρατούσε κάθε μέρα τις εφημερίδες και τα περιοδικά που με ενδιέφεραν, μου δίνει αμέσως στα χέρια μου το «αντικείμενο του πόθου μου».
Στο εξώφυλλο ο Ντράζεν, σε ένα λέι απ και με τίτλο «Θα τα πάρω όλα», στο σαλόνι του περιοδικού ο Ντράζεν ξαπλωμένος χαλαρά σε έναν καναπέ, να κοιτάζει χαμογελαστός, με εκείνο το χαμόγελο που μεταμόρφωνε ολοκληρωτικά το πεισματάρικο πρόσωπό του και στους τίτλους να γράφει: «Θα καταβροχθίσουμε τους τίτλους».
Ηταν η εποχή που έπαιζε «φλερτ» με τον Παναθηναϊκό, στον οποίο βρισκόταν ο κολλητός του, Στόγιαν Βράνκοβιτς και όλες οι εφημερίδες της εποχής έγραφαν ότι ο «Μότσαρτ» σκοπεύει να επιστρέψει στην Ευρώπη για να παίξει στο «τριφύλλι». Χαζεύοντας ακόμα τους τίτλους από το εξώφυλλο του «Τρίποντου» ακούω από το ραδιοφωνάκι του περιπτερά: «Σκοτώθηκε χθες σε τροχαίο δυστύχημα ο μπασκετμπολίστας Ντράζεν Πέτροβιτς».
Εμεινα να κρατάω αποσβολωμένη το περιοδικό, να κοιτάζω τον χαμογελαστό Ντράζεν και να σκέφτομαι πως δεν έχω ακούσει καλά. Είναι από τις στιγμές που εύχεσαι πως σε έχουν γελάσει τα αυτιά σου. Πως δεν είναι δυνατόν μια τέτοια είδηση να είναι αληθινή.
Γύρισα γρήγορα στο σπίτι και άρχισα να γυρίζω τους σταθμούς στο ραδιόφωνο και τα κανάλια στην τηλεόραση. Δεν το είδα, ούτε το άκουσα πουθενά και όσο συνέβαινε αυτό οι ελπίδες αναπτερώνονταν. Ενα λάθος, ένα κακόγουστο αστείο, μία παραπληροφόρηση. Δεν μπορεί να είναι κάτι διαφορετικό. Μέχρι που έβαλα το CNN. Aνάμεσα σε άλλες ειδήσεις, βλέπω ξαφνικά τη φωτογραφία του και δίπλα δύο ημερομηνίες. 1964-1993. Δεν επρόκειτο λοιπόν για λάθος...
Στο σπίτι είχα ακόμα δύο φύλλα των «Νέων», όπου δημοσιεύτηκε σε συνέχειες η συνέντευξη του Ντράζεν, από το Βρότσλαβ, εκεί όπου η Εθνική Κροατίας είχε βρεθεί για να αγωνιστεί στο Τσάλεντζ Ράουντ (ήταν η διοργάνωση που έδωσε το δικαίωμα σε χώρες που προήλθαν από την κατακερματισμένη Γιουγκοσλαβία να διεκδικήσουν συμμετοχή στο Ευρωμπάσκετ της Γερμανίας).
Επιασα να τα διαβάζω ξανά και ξανά και οι λέξεις, οι φράσεις αποκτούσαν διαφορετικό νόημα. Τότε δεν υπήρχε Ιντερνετ, οι πληροφορίες δεν προσφέρονταν εύκολα και από παντού, αλλά εγώ είχα πάντα καλό αρχείο για το μπάσκετ, μαζί βέβαια με την αγάπη μου γι΄ αυτό.
Τον Ντράζεν δεν τον συμπαθούσα στην αρχή. Εκείνη η αφάνα, και το κοροϊδευτικό του ύφος, μου έσπαγε τα νεύρα και μπορώ να πω πως ήταν από τους λίγους Γιουγκοσλάβους που δεν χώνευα. Στο Ευρωμπάσκετ της Αθήνας το 1987 ένοιωσα σχεδόν εκδικητική χαρά για την αποτυχία των Γιουγκοσλάβων, μόνο και μόνο επειδή μαζί τους απέτυχε και ο Ντράζεν. Ισως όμως αυτή η «ταπείνωση», όπως την έβλεπα τότε, του Ντράζεν, σήμανε και την αντίστροφη μέτρηση. Το ταλέντο του ήταν υπεραρκετό για να καλύψει την αλαζονική συμπεριφορά του κι εγώ αγαπούσα πολύ το μπάσκετ για να αφήσω την αντιπάθειά μου να καλύψει την ικανοποίηση που αντλούσα βλέποντάς τον να παίζει. Από τη μια η εκπλήρωση του «απωθημένου» με την κατάκτηση από την Ελλάδα του χρυσού μεταλλίου το '87, από την άλλη, εκείνο το φοβερό παιχνίδι ανάμεσα στην Ρεάλ και την Καζέρτα στον εκπληκτικό τελικό του κυπέλλου Κυπελλούχων στην Αθήνα το '89, όπου ο Ντράζεν πέτυχε 62 πόντους (!), άφησα στην άκρη εντελώς το συναίσθημα και απολάμβανα το παιχνίδι. Δεν με πείραξε ούτε η δεύτερη θέση στο Ευρωμπάσκετ του Ζάγκρεμπ το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς και το γεγονός ότι ο ίδιος αναδείχτηκε MVP.
Την επόμενη χρονιά o Nτράζεν έφυγε για το NBA. Eκανα καιρό να τον ξαναδώ να παίζει. Και όταν τον είδα δεν πίστευα στα μάτια μου. Το αγόρι με το σγουρό μαλλί είχε γίνει ένας «χτισμένος» παίκτης με κοντά μαλλιά. Εξακολουθούσε να βγάζει τη γλώσσα, αλλά όχι με το κοροϊδευτικό ύφος που τόσο με εκνεύριζε. Ηταν περισσότερο σοβαρός, περισσότερο ώριμος.
Δύο χρόνια αργότερα στους Ολυμπιακούς της Βαρκελώνης, παρόλο που όλα τα βλέμματα (και το δικό μου) βρίσκονταν στραμμένα στην «Ντριμ Τιμ», ο Ντράζεν διεκδίκησε και πήρε το δικό του μερίδιο δόξας και όχι άδικα. Ηταν τότε που το συναίσθημα επανήλθε μόνο που ήταν πολύ διαφορετικό αυτή τη φορά. Δεν τον αντιπαθούσα πια. Τον συμπαθούσα και μάλιστα πολύ. Οταν έμαθα ότι σχεδιάζει να γυρίσει στην Ευρώπη και στον Παναθηναϊκό άρχισα να κάνω όνειρα για τα παιχνίδια που θα πήγαινα να παρακολουθήσω. Δεν ξέρω αν τελικά θα ερχόταν στην Ελλάδα. Αλλωστε, όποια κι αν ήταν τα σχέδιά του, η μοίρα (;) είχε διαφορετική γνώμη.
Το 1993 ήταν έτσι κι αλλιώς μια τραγική, «καταραμένη» χρονιά του παγκόσμιου μπάσκετ. 28 Απριλίου, ο Μπόμπαν Γιάνκοβιτς, χτυπάει το κεφάλι του στη βάση της μπασκέτας και μένει παράλυτος. 27 Ιουλίου, πεθαίνει από ανακοπή την ώρα της προπόνησης ο Ρέτζι Λιούις των Μπόστον Σέλτικς. 10 Αυγούστου (ή κάπου εκεί…) χάνει τη ζωή του ο Βίκτορ Παγκράσκιν, μέλος της ομάδας της Σοβιετικής Ενωσης που πήρε το αργυρό μετάλλιο στο Ευρωμπάσκετ της Αθήνας. 6 Οκτωβρίου ο Μάικλ Τζόρνταν ανακοινώνει ότι θα εγκαταλείψει το μπάσκετ (επέστρεψε βέβαια δύο χρόνια αργότερα και σταμάτησε οριστικά το 1999). Και στις 7 Ιουνίου 1993, ημέρα Δευτέρα, σε ηλικία 29 ετών σκοτώνεται σε τροχαίο ο Ντράζεν Πέτροβιτς.
Ακόμα θυμάμαι την έναρξη στο επετειακό αφιέρωμα που του έκαναν το βράδυ της Τρίτης, 8 Ιουνίου στην τηλεόραση: «22 Oκτωβρίου 1964, τελευταία μέρα του Ζυγού, γεννιέται στο Σίμπενικ της Κροατίας, ο μικρότερος γιος του Γιόλε και της Μπίζερκα Πέτροβιτς»...
Τα υπόλοιπα ήταν θολά. Τα δάκρυα δεν επέτρεψαν παρά να δω και να ακούσω μόνο αποσπασματικά. Ο Στόγιαν που ραγίζει το χέρι του στο άκουσμα της είδησης, οι τραγικές συμπτώσεις (η αποστολή της Κροατίας επέστρεψε αεροπορικώς, εκείνος προτίμησε να επιστρέψει οδικώς με την Γερμανίδα φίλη του που οδηγούσε το αυτοκίνητο), ο θρήνος στην κηδεία και το νεκροταφείο «Μιρογκόι», που επρόκειτο να γίνει η τελευταία του κατοικία.
Δεν έχω κάτι άλλο να γράψω. Τα έχουν ήδη γράψει άλλοι, περισσότερο ειδικοί από μένα. Με το πέρασμα των χρόνων, ανακάλυψα πως υπήρχαν πολλοί που βίωσαν την συγκεκριμένη ημέρα, το ίδιο σοκ, που έπιασαν στα χέρια τους το ίδιο «Τρίποντο» (είναι από τα λίγα φύλλα που κράτησα, όταν η έλλειψη χώρου με ανάγκασε να τα πετάξω...) την ίδια ημέρα που έγινε γνωστός ο χαμός του και πολλοί επίσης που είχαν την ίδια διαδρομή: Tης αντιπάθειας που έγινε συμπάθεια. ¨
Δεν συνάντησα όμως ούτε έναν που να μην παραδέχτηκε τη μεγάλη του κλάση, το τεράστιο ταλέντο του. Την σταυρωτή ντρίμπλα, τις μαεστρικές εκείνες κινήσεις , που του χάρισαν άλλωστε και τον χαρακτηρισμό του «Μότσαρτ του ευρωπαϊκού μπάσκετ». Οπως επίσης ούτε έναν που να μην λυπήθηκε για τον άδικο και τόσο πρόωρο χαμό του «γιου του διαβόλου»…
* Παρακάτω, παραθέτω όλο το αφιέρωμα που έκανε το περιοδικό «Τρίποντο», μία εβδομάδα αργότερα, στο φύλλο της 15ης Ιουνίου 1993. Για να θυμηθούν όσοι αγαπούν το μπάσκετ και για να γνωρίσουν όσοι τον έχουν δει μόνο μέσα από το βίντεο.