Όταν ο Έλληνας γνώρισε το μπισκότο: Μια σχέση εμπιστοσύνης που ξεκίνησε πριν από 100 χρόνια
Αν πραγματοποιήσουμε μία εξερεύνηση στα ντουλάπια της κουζίνας μας, θα διαπιστώσουμε πως αρκετές από τις προσθήκες που βρίσκονται εκεί, μας συντροφεύουν από όταν θυμόμαστε τον εαυτό μας.
Είναι τα διαχρονικά προϊόντα που η γιαγιά σύστησε στη μητέρα μας και τελικά, μέσα από εκείνη απέκτησαν μία ξεχωριστή θέση στη ζωή μας. Όχι μόνο επειδή μας έχουν χαρίσει -και συνεχίζουν να μας χαρίζουν- αναρίθμητες στιγμές απόλαυσης, αλλά διότι ήταν πάντα δίπλα μας και σε βάθος χρόνου, μετατράπηκαν σε αναπόσπαστο κομμάτι των πιο προσωπικών μας αναμνήσεων.
Κάπως έτσι, παράλληλα με τη δική μας ιστορία, παράλληλα με την ιστορία κάθε ελληνικής οικογένειας «ξετυλίγεται» η ιστορία των αγαπημένων μας προϊόντων, που με την αυθεντική γεύση και το χαρακτηριστικό τους άρωμα έχουν «σφραγίσει» τους σημαντικότερους σταθμούς της ζωής μας, αλλά και τις μικρές χαρές της καθημερινότητάς μας. Άραγε, ποια να ήταν η μεγάλη διαδρομή που διένυσαν, μέχρι να τα κρατήσουμε με λαχτάρα στα χέρια μας; Ποιο να ήταν το σημείο εκκίνησης αυτού του μεγαλόπνοου ταξιδιού, στο οποίο όλοι εμείς καταλήξαμε να είμαστε συνεπιβάτες;Είναι αλήθεια πως μπορεί να μην μας δοθεί η ευκαιρία να απαντήσουμε με ακρίβεια στα παραπάνω ερωτήματα. Παρόλα αυτά, υπάρχει μία συγκεκριμένη οικογενειακή ιστορία που αξίζει να γνωρίσουμε, μία απολαυστική ιστορία 100 χρόνων που ζήσαμε μαζί και χωράει στο τετράγωνο σχήμα του πιο αγαπημένου ελληνικού μπισκότου.
Μία φορά και έναν καιρό σε ένα ταξίδι εν πλω για τη μακρινή Μασσαλία
Ήταν ένα βράδυ του 1922, όταν η Μαρία Παπαδοπούλου μαζί με την οικογένειά της φόρτωσε τις αποσκευές της και επιβιβάστηκε μαζί με χιλιάδες άλλες οικογένειες σε ένα καράβι το οποίο ήταν αγκυροβολημένο στο λιμάνι της Κωνσταντινούπολης. Τελικός προορισμός του ταξιδιού ήταν η μακρινή Μασσαλία, όμως η μοίρα -ευτυχώς- είχε άλλα σχέδια. Οι έντονες πολεμικές συγκρούσεις εκείνης της σκοτεινής περιόδου, η αβεβαιότητα που προξένησε η άνοδος των κεμαλικών στην εξουσία, αλλά και ο χαμός του συζύγου της, Ιωάννη Παπαδόπουλου, δεν άφηναν άλλο περιθώριο πέρα από την αναζήτηση μίας καλύτερης τύχης στη Δυτική Ευρώπη.
Πιθανότατα, βέβαια, δεν υπήρχε κάποιος σε εκείνο το πλοίο που μπορούσε να φανταστεί πως ανάμεσα στα υπάρχοντα της οικογένειας Παπαδοπούλου, υπήρχε μία πολύτιμη, ανεκτίμητη συνταγή, η οποία θα άλλαζε για πάντα τις διατροφικές συνήθειες της ελληνικής οικογένειας. Διότι κάπου ανάμεσα στα οικογενειακά κειμήλια, τα ρούχα και τα κλινοσκεπάσματα, υπήρχε κρυμμένο και μπισκότο Πτι-Μπερ, οποίο σύμφωνα με την προφορική οικογενειακή παράδοση, παρασκευάστηκε το 1916 στον σπιτικό φούρνο της οικογένειας Παπαδοπούλου στην Πόλη.
Αναμνηστική φωτογραφία πωλητών της Εταιρείας. Στην οπίσθια όψη χειρόγραφη σημείωση «Συνάντησις πωλητών 1935».
Στην Κωνσταντινούπολη η παραγωγή των μπισκότων της οικογένειας είχε ξεκινήσει δειλά, με 50 κιλά ημερησίως. Ωστόσο, σε σύντομο χρονικό διάστημα έφτασε τα 500 κιλά, δηλαδή τους 150 τόνους μπισκότα Πτι-Μπερ ετησίως. Οι πρώτες, δύσκολες στιγμές αυτού του αιωνόβιου ταξιδιού αποτυπώνονται αριστουργηματικά και στο νέο, συγκινητικό σποτ για τον εορτασμό των 100 χρόνων της εταιρείας Παπαδοπούλου. Το «κουβάρι» της ιστορίας ξετυλίγεται μέσα από την κατάθεση ψυχής μιας γυναίκας, η οποία θα μπορούσε να είναι η γιαγιά ή η μητέρα μας. Πρόκειται για ένα σύντομο σποτ, το οποίο καθήλωσε το τηλεοπτικό κοινό και το παρέσυρε σε ένα τρυφερό οδοιπορικό από το παρελθόν στο σήμερα. Και μέσα σε λιγότερο από τρία λεπτά και με περίτεχνο τρόπο, ένα βίντεο καταφέρνει να χωρέσει 100 χρόνια, πολλές ιστορίες, στιγμές και ελληνικές οικογένειες και να μας υπενθυμίσει πως μπορεί τα χρόνια να περνούν γρήγορα, σαν μία στιγμή, όμως τα θυμόμαστε όλα, διότι έχουν την απολαυστική, μοναδική γεύση των αγαπημένων μας μπισκότων.
Η σύντομη στάση στον Πειραιά που έγινε η αρχή για ένα απολαυστικό ταξίδι
Πηγαίνοντας πίσω στο 1922 και σε εκείνο το ταξίδι από την Κωνσταντινούπολη στη Μασσαλία, το πλοίο στο οποίο είχε επιβιβαστεί η οικογένεια Παπαδοπούλου έκανε μία σύντομη στάση στον Πειραιά πριν συνεχίσει το μεγάλο ταξίδι του, μία στάση που αποδείχθηκε καθοριστική, καθώς αποτέλεσε τον τελικό σταθμό της οικογένειας, αλλά και την αρχή για ένα καινούργιο, συναρπαστικό ταξίδι με προορισμό κάθε ελληνικό σπίτι.
Συνηθίζουμε να λέμε πως όσα φέρνει η στιγμή, δεν τα φέρνει ο χρόνος. Και η περίπτωση της οικογένειας Παπαδοπούλου το επιβεβαιώνει περίτρανα. Διότι σε αυτήν την ενδιάμεση στάση, η οικογένεια Παπαδοπούλου επισκέφθηκε ένα καφέ και εκεί, συνειδητοποίησε πως τα μπισκότα δεν ήταν διαδεδομένα στο ελληνικό κοινό, ενώ κανείς δεν γνώριζε ότι αποτελούσαν ιδανικό συνοδευτικό για τον καφέ ή το τσάι. Βλέποντας να ανοίγεται μπροστά της μία μοναδική επιχειρηματική ευκαιρία, η οικογένεια Παπαδοπούλου άλλαξε το πλάνο της, δίχως δεύτερη σκέψη.
Διαφημιστική καταχώριση της εταιρείας από τη δεκαετία του 1920 και διαφημιστική αφισέτα του 1925 από τον καλλιτέχνη Όθωνα Περβολαράκη
Δεν ταξίδεψε, λοιπόν, στη Μασσαλία αλλά εγκαταστάθηκε σε μία προσφυγική πολυκατοικία στην περιοχή του Λυκαβηττού, αγόρασε έναν μικρό φούρνο στο Μεταξουργείο και αποφάσισε να μυήσει τους Έλληνες στη λαχταριστή τέχνη του μπισκότου. Η Μαρία ανέλαβε την παρασκευή των μπισκότων, ενώ τα παιδιά πωλούσαν χύμα το λαχταριστό και τραγανό εμπόρευμα, με τα δράμια ή την οκά. Η αγάπη, η αφοσίωση, το μεράκι που ήταν τα βασικά συστατικά στην παρασκευή των μπισκότων, οδήγησαν τη μικρή, οικογενειακή επιχείρηση σε μία πρωτοφανή άνθηση κατά τα πρώτα χρόνια της εποχής του Μεσοπολέμου. Σε σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα, τα μπισκότα Πτι-Μπερ υπήρχαν σε κάθε καφέ-ζαχαροπλαστείο, παντοπωλείο και μπακάλικο και από είδος πολυτελείας μετατράπηκαν σε γλύκισμα ευρείας κατανάλωσης, οπότε η οικογένεια Παπαδοπούλου ήταν πλέον έτοιμη να περάσει στο επόμενο μεγάλο βήμα.
Δύο εργάτες κατά την παρασκευή μπισκότων στο εσωτερικό του εργοστασίου Αθηνών στα Πετράλωνα. Δεκαετία '30.Το πρώτο εργοστάσιο στα Πετράλωνα και το πέρασμα από τη σκοτεινή δίνη του πολέμου
Η αναπάντεχη υποδοχή που επιφύλασσε το ελληνικό κοινό στα μπισκότα Πτι-Μπερ, καθώς και οι διακρίσεις που απέσπασε η επιχείρηση στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης το 1929, το 1930 και το 1931, έδωσαν έμπνευση και ώθηση στην οικογένεια Παπαδοπούλου να εμπλουτίσει την γκάμα των προϊόντων της με νέους κωδικούς, οι οποίοι κυκλοφόρησαν σταδιακά από το 1930 έως το 1935.
Πρώτα εμφανίστηκαν τα μπισκότα Μιράντα Παπαδοπούλου, το θρεπτικό σνακ που έχει συνδεθεί όσο κανένα άλλο με την ανεμελιά της παιδικής ηλικίας. Έπειτα, ακολούθησαν τα λαχταριστά μπισκότα Γεμιστά, τα οποία μας προσφέρουν καθημερινά μοναδικές στιγμές απόλαυσης, ενώ η κυκλοφορία των αγαπημένων Cream Crackers Παπαδοπούλου άνοιξε νέα, αχαρτογράφητα γευστικά «μονοπάτια» για τους Έλληνες. Κάπως έτσι, δημιουργήθηκε η ανάγκη εύρεσης ενός μεγαλύτερου χώρου, ενός σύγχρονου βιομηχανικού χώρου, ο οποίος θα μπορούσε να στεγάσει το μεγαλεπήβολο όνειρο της οικογένειας Παπαδοπούλου.
Σύνθεση διαφημιστικών καταχωρίσεων της εταιρείας στις αρχές της δεκαετίας του 1930
Το 1933 η επιχείρηση μεταφέρεται στα Πετράλωνα, ενώ η κατασκευή του πρώτου εργοστασίου ολοκληρώνεται το 1938, λίγα χρόνια πριν ηχήσουν οι «καμπάνες» του B’ Παγκοσμίου Πολέμου. Τη σκοτεινή περίοδο του ελληνοϊταλικού πολέμου, η οικογένεια Παπαδοπούλου παρασκευάζει μπομπότα για τους Έλληνες στρατιώτες, μέχρι το 1941 που επιτάσσεται από τους Γερμανούς.
Εσωτερικό καταστήματος με προϊόντα Παπαδοπούλου. Πιθανότατα το κατάστημα που εικονίζεται είναι το γνωστό ζαχαροπλαστείο «Ρεγκινάκη» στο Ηράκλειο της Κρήτης, που άνοιξε το 1929.
Δύο χρόνια μετά, οι μηχανές του εργοστασίου διακόπτουν τη λειτουργία τους, όπως συνέβη με πολλές ελληνικές επιχειρήσεις την ίδια περίοδο. Έπειτα από μερικά χρόνια σιωπής και πολλών εμποδίων όμως, το εργοστάσιο επαναλειτουργεί. Το 1948 ο Νίκος Παπαδόπουλος αποφασίζει να πραγματοποιήσει ένα «ταξίδι μελέτης» στη Δυτική Ευρώπη και τις μεγάλες μπισκοτοβιομηχανίες της εποχής, θέλοντας να φέρει πίσω στην πατρίδα του νέες, τολμηρές ιδέες, ενώ ταυτόχρονα ο αδελφός του, Ευάγγελος Παπαδόπουλος, συνεχίζει να συνδιοικεί την επιχείρηση.
Κάπως έτσι ξεκινάει, λοιπόν, η ιστορία της εταιρείας Παπαδοπούλου, μίας 100% ελληνικής εταιρείας, με την οποία εδώ και 100 χρόνια μοιραζόμαστε μία ξεχωριστή σχέση εμπιστοσύνης. Μία σχέση ζωής που βασίζεται, όχι μόνο στην εμπιστοσύνη, αλλά στις κοινές αξίες που μοιραζόμαστε, δηλαδή την ποιότητα, τον σεβασμό και το ήθος, που διέπουν κάθε δυνατή σχέση που μπορεί να αντέξει στον χρόνο.
Διαφημιστική καταχώριση της εταιρείας τη δεκαετία του 1930
ΠΗΓΗ: Cnn.gr