Πως τα υψηλά χρέη και η δημοσιονομική αδυναμία τροφοδοτούν τον πληθωρισμό – Η ΕΚΤ και η ΑΤΑ
Προτιμάτε υψηλό πληθωρισμό, δημοσιονομικά μέτρα λιτότητας ή ένα αυξημένο κόστος αναχρηματοδότησης του δημοσίου χρέους; Το δίλημμα είναι τεράστιο και βαρύνει σχεδόν όλες τις κυβερνήσεις διεθνώς, μεταξύ των οποίων και την ελληνική.
Οι πολιτικές και οικονομικές ηγεσίες του πλανήτη εν μέσω πανδημίας καλούνται να αποφασίσουν το πότε θα σταματήσουν τη χαλαρή νομισματική πολιτική και θα αναλάβουν δημοσιονομικές πρωτοβουλίες, ώστε να φρενάρουν τις πληθωριστικές πιέσεις.
Η αύξηση του παγκόσμιου κρατικού χρέους την τελευταία διετία ως απότοκο της πανδημίας, κάνει αναπόφευκτα πιο δύσκολο πολιτικά για τις κεντρικές τράπεζες το να αυξήσουν τα επιτόκιά τους. Το δε ιδιωτικό χρέος, το οποίο έχει επίσης αυξηθεί κατά τη διάρκεια της πανδημίας, είναι πρόσθετο πρόβλημα.
Σε αυτό το πλαίσιο, η ΕΚΤ είναι αντιμέτωπη με πολιτικές πιέσεις να μην αυξήσει τα επιτόκια της και να συνεχίσει να αγοράζει κρατικό χρέος. Και η Ελλάδα στο βαθμό που της αναλογεί πιέζει προς την ίδια κατεύθυνση.
Αυτό φάνηκε στις χθεσινές ανακοινώσεις της ΕΚΤ για το πρόγραμμα αγοράς ομολόγων κατά της πανδημίας (PEPP), αλλά και από τις δηλώσεις της Κριστίν Λαγκάρντ προς δημοσιογράφους, από τις οποίες καταδείχθηκε πως οι χαράσσοντες την οικονομική πολιτική της ευρωζώνης προτιμούν τον πληθωρισμό, έναντι της δημοσιονομικής σύσφιγξής.
Είναι ενδεικτικό πως όταν της ζητήθηκε να σχολιάσει τη δήλωση του οικονομολόγου της ΕΚΤ, Φίλιπ Λέιν πως η πορεία του PEPP είναι συσχετισμένη με την έκδοση ομολόγων των κρατών της ευρωζώνης, η Κριστίν Λαγκάρντ απέφυγε να απαντήσει. Αν επιβεβαίωνε τα λεγόμενα του Λέιν θα επιβεβαίωνε πως η ΕΚΤ σέρνεται από τις κυβερνήσεις της ευρωζώνης και δεν είναι ανεξάρτητη.
Διαβάστε περισσότερα στο Cnn.gr