Ένας χρόνος χωρίς τον δάσκαλο της δημοσιογραφίας Ανδρέα Μπόμη
Ήταν 9 Νοεμβρίου 2018 όταν ο Ανδρέας Μπόμης έφυγε από τη ζωή βυθίζοντας στο πένθος την ελληνική δημοσιογραφία.
Ο ελληνικός πολιτισμός και η ελληνική δημοσιογραφία, πριν από έναν χρόνο ακριβώς έγιναν φτωχότεροι, καθώς στις 9 Νοεμβρίου 2018 έφυγε από τη ζωή ο Ανδρέας Μπόμης, σε ηλικία 80 ετών. Ο Ανδρέας Μπόμης συνέδεσε το όνομά του με την αθλητική δημοσιογραφία, όμως η συνεισφορά του στο δημοσιογραφικό λειτούργημα της χώρας ξεπερνά κατά πολύ τα στενά όρια του αθλητικού ρεπορτάζ, αφού η προσφορά του στο χώρο είναι τεράστια, η διαδρομή του μοναδική και η «κληρονομιά» που αφήνει πίσω του ανεκτίμητη.
Διδάσκοντας δημοσιογραφία, καθοδήγησε πλήθος νεαρών παιδιών -είτε μέσα στις αίθουσες σύνταξης, είτε σε σχολές- με τα δικά του ξεχωριστά ιδανικά και εκείνες τις σπάνιες αρχές που τον έκαναν να ξεχωρίζει πάντα και να δημιουργεί τη δική του άτυπη «σχολή» , έχοντας ως πρώτο και καλύτερο «μαθητή» τον γιο του, Παναγιώτη, που ακολούθησε τα βήματα του πατέρα του, γράφοντας κι εκείνος από πολύ νεαρή ηλικία τη δική του ξεχωριστή διαδρομή στο χώρο.
Ο Ανδρέας Μπόμης, διετέλεσε σύμβουλος έκδοσης, διευθυντής και αρχισυντάκτης σε μεγάλες εφημερίδες, επικεφαλής ειδικών εκδόσεων, ενώ στα εκδοτικά του «παιδιά», συγκαταλέγονται το «Εθνοσπόρ», ένθετο περιοδικό της εφημερίδας Έθνος και η αθλητική εφημερίδα «Η Πράσινη», της οποίας υπήρξε εμπνευστής ιδέας και δημιουργός υλοποίησής της, με αποτέλεσμα εκείνος ως σύμβουλος έκδοσής της να οδηγεί για πρώτη φορά την εφημερίδα στα περίπτερα στις 17 Μαρτίου του 2007, έχοντας δίπλα του -ως εκδότη- τον γιο του Παναγιώτη Μπόμη.
Την ιστορική του διαδρομή και απόλυτα επιτυχημένη πορεία του στο χώρο του ελληνικού πολιτισμού και της δημοσιογραφίας, επισφράγισαν δύο σημαντικές βραβεύσεις, από το Ίδρυμα Μπότση και από το Μορφωτικό Ίδρυμα της ΕΣΗΕΑ.
Ο Ανδρέας Μπόμης γεννήθηκε, δύο χρόνια πριν τον πόλεμο, στις 3 Ιουλίου του 1938, στην Καστέλα του Πειραιά.
Τη δημοσιογραφική του καριέρα ξεκίνησε σε ηλικία 20 ετών, από το περιοδικό Αυτοδιοίκηση, εκδότης του οποίου ήταν ο πατέρας του, Παναγιώτης, για να συνεχίσει τα πρώτα του «βήματα» στην εφημερίδα Ακρόπολις το 1959 και το περιοδικό Πρώτο.
Το 1960 προσελήφθη στην Απογευματινή, ως βοηθός του Χάρη Λυμπερόπουλου, ο οποίος ήταν διευθυντής του αθλητικού τμήματος. Στη συνέχεια ανέλαβε αρχισυντάκτης του αθλητικού και αργότερα όλης της εφημερίδας, στην οποία και παρέμεινε μέχρι το 1983 όταν και μεταπήδησε στον Ελεύθερο Τύπο ως διευθυντής έκδοσης για έξι μήνες και το 1984 ανηφόρισε για το Έθνος. Αρχισυντάκτης, Διευθυντής Σύνταξης και Γενικός Διευθυντής του περιοδικού Εικόνες, από τις οποίες αποχώρησε 18 μήνες πριν από τη διακοπή της έκδοσης τους.
Δούλεψε με πάθος την εποχή εκείνη, όπως πάντα βέβαια, αλλά η ιδέα του «Εθνοσπόρ», ο σχεδιασμός και η έκδοση υπό την διεύθυνση του σηματοδότησαν και μια άκρως δημιουργική περίοδο. Το ένθετο αυτό αθλητικό περιοδικό ο Ανδρέας Μπόμης το θεωρούσε ως το δεύτερο παιδί του. Ολοκλήρωσε τη δημοσιογραφική του διαδρομή στον ΔΟΛ, ως επικεφαλής του τμήματος ειδικών εκδόσεων, έχοντας συμπληρώσει επίσης 300 τηλεοπτικές παρουσίες.
Ο Ανδρέας Μπόμης είχε σημαντικό συγγραφικό έργο. Κυκλοφόρησε 11 αθλητικά βιβλία, μεταξύ των οποίων: «Ετήσια Αλμανάκ ελληνικού και ξένου ποδοσφαίρου» (1980-1983), Επίτομη έκδοση για το Παγκόσμιο Κύπελλο (1990), Τρίτομο Αλμανάκ του ποδοσφαίρου (1991), «Γκολ 2000, ένας αιώνας ποδόσφαιρο» (1999), «Αυτή είναι η ιστορία της Εθνικής Ελλάδας και πως φθάσαμε στην Αφρική» (2009).
Αναλυτικά, το 1980 εξέδωσε το πρώτο Αλμανάκ του ελληνικού και ξένου ποδοσφαίρου. Έκδοση που επαναλήφθηκε για τέσσερα χρόνια και επανήλθε το 1999 με το «Γκολ 2000-Ένας αιώνας ποδόσφαιρο».
Ως Διευθυντής του περιοδικού Εικόνες και με τους εξαιρετικούς συνεργάτες του στο αθλητικό τμήμα του «Έθνους»-όλοι τους σήμερα είναι διευθυντικά στελέχη-, έβγαλε το τρίτομο Αλμανάκ του ποδοσφαίρου και το επίτομο έργο για το Παγκόσμιο Κύπελλο με αφορμή τα τελικά της Ιταλίας. Οι εκδόσεις αυτές διατέθηκαν δωρεάν μαζί με τα αντίστοιχα τεύχη του περιοδικού. Τα δέκα τελευταία χρόνια πριν από την συνταξιοδότηση του, συνεργάστηκε με τον «Δημοσιογραφικό Οργανισμό Λαμπράκη».
Στην τηλεόραση είχε τις εκπομπές «Αθλόραμα», όπου παρουσίασε το πρώτο αθλητικό τηλεοπτικό παιχνίδι «1-Χ-2», ενώ για πολλά χρόνια ήταν ο σχολιαστής στον «Κόσμο των Σπορ».
Το αθλητικό ρεπορτάζ δεν το άφησε ποτέ. Σε όλες τις διευθυντικές του θέσεις διατηρούσε παράλληλα και αυτό το τμήμα, πάντα βέβαια με τη βοήθεια ενός βασικού φερέλπιδος και ταλαντούχου συνεργάτη.
Θεωρούσε ύψιστη τιμή που υπηρέτησε αυτόν τον τομέα, μέσα από το ρεπορτάζ, τους τίτλους, τη δημιουργία και την έρευνα-πρωταρχικά στοιχεία της υγιούς δημοσιογραφίας.
Ο Ανδρέας Μπόμης, δεν έφερε τον τίτλο του δασκάλου μόνο τιμητικά, καθώς δίδαξε τις νέες γενιές δημοσιογράφων και έξω από τις αίθουσες σύνταξης, σε σχολές δημοσιογραφίας, με τελευταία εκείνη του ΑΝΤ1.
Το 2017, τιμήθηκε στα 33α Δημοσιογραφικά Βραβεία του Ιδρύματος Μπότση για το ήθος του στην ελληνική δημοσιογραφία, ως ένας εκ των κορυφαίων αθλητικών συντακτών. Το 2018, το Μορφωτικό Ίδρυμα της ΕΣΗΕΑ τίμησε τον Ανδρέα Μπόμη, μαζί με άλλους 15 βετεράνους του αθλητικού ρεπορτάζ.
Τεράστια, η «κληρονομιά» και η παρακαταθήκη που άφησε πίσω του, όπως και το σπάνιο εκδοτικό του έργο, μα πάνω απ’ όλα οι αρχές με τις οποίες έχουν «μεγαλώσει» και διδαχθεί τη δημοσιογραφία οι εκατοντάδες των μαθητών του, που δεν θα ξεχάσουν ποτέ τον μεγάλο δάσκαλο, Ανδρέα Μπόμη.