Γιάννης Ιωαννίδης: Η ζωή του όλη ο... αθλητισμός (photos+videos)
Από το παρκέ του γηπέδου στους στίβους της πολιτικής. Η διαδρομή δύσκολη, η πρόκληση μεγάλη, η έκβαση αβέβαιη. Για κάποιους άλλους, ίσως. Για τον Γιάννη Ιωαννίδη, όμως, οι δυσκολίες και οι προκλήσεις είναι ό,τι ακριβώς και τo μπάσκετ: Tρόπος ζωής.
Με σκληρή δουλειά και επιμονή κυνήγησε τα όνειρά του και τα πραγματοποίησε. Με ισχυρή θέληση και δυνατή άποψη ξεχώρισε στο χώρο του μπάσκετ και έγινε ο πιο επιτυχημένος Ελληνας προπονητής. Με την ίδια θέληση και άποψη προχωράει και στο χώρο της πολιτικής, όπου και πάλι καλείται να υπηρετήσει τον αθλητισμό, αλλά από ένα άλλο πόστο, αυτό του υφυπουργού Αθλητισμού.
Επιχειρώντας - και επιτυγχάνοντας - να μεταφέρει στη Βουλή το πνεύμα ομαδικότητας και συνεργασίας που τον χαρακτήριζε μέσα στα γήπεδα. Δεν είναι εύκολο σε έναν χώρο που πολλές φορές το «εγώ» προτάσσεται του «εμείς» και που οι άνθρωποι δύσκολα λειτουργούν ως ομάδες. Αν όμως κάποιος μπορεί να το επιτύχει, είναι σίγουρα ο «ξανθός». Γιατί ο ίδιος, ως προπονητής, γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα, πως για να πάρει το «μερίδιό» του στην επιτυχία, θα πρέπει πρώτα να κερδίσει η ομάδα του.
Ο Γιάννης Ιωαννίδης, γνωρίζει από αξίες. Ξέρει πώς να τις αναγνωρίζει και πώς να τις τιμά. Και αυτή είναι η ειδοποιός διαφορά που βρίσκει ο ίδιος ανάμεσα στην παλιά του ενασχόληση, τον αθλητισμό και την καινούργια, την πολιτική, στην οποία εισχώρησε το 2004.
«Η απόσταση ανάμεσα στον αθλητισμό και τους άλλους τομείς της δημόσιας ζωής είναι τεράστια, γιατί στον αθλητισμό υπάρχει η αξιοκρατία. Αυτός που κάνει αθλητισμό, έχει στα χέρια του το μέτρο, το χρονόμετρο, είναι ξεκάθαρο ποιος είναι ο καλύτερος. Στον αθλητισμό, ακόμα και να θέλεις να βοηθήσεις κάποιον, αν δεν είναι πραγματικά καλός σ’ αυτό που κάνει, αν δεν έχει ταλέντο, αν δεν αξίζει, θα σε εκθέσει», θα πει σε κάποια συνέντευξή του.
Και συμπληρώνει: «Στην πολιτική μπορεί κάποιος να βάλει κάποια στιγμή τον εαυτό του πάνω από το κόμμα του. Κι αυτό μπορεί να είναι τραγικό. Όμως, ένας ιδεολόγος επιθυμεί να δικαιωθεί σε δύο πράγματα: Στην ιδεολογία και την ηθική του».
Και ο ίδιος είναι ιδεολόγος. Η ζωή του πάντα διαπνεόταν από ανώτερες ηθικές αρχές. Είναι και μαχητής. Δεν ανεχόταν την ιδέα της ήττας, πάλευε μέχρι το τελευταίο δευτερόλεπτο για τη νίκη. Μπορούσε να εμπνεύσει τους παίκτες του, να τους ανεβάσει το ηθικό, να παίρνει απ’ αυτούς το μάξιμουμ των δυνατοτήτων τους. Είναι και τελειομανής. Δεν δέχεται τίποτα λιγότερο από το τέλειο.
«Από μικρός ήθελα να κερδίζω. Ετσι ήταν ο χαρακτήρας μου. Αν πας σε μια παιδική χαρά, που δεν γνωρίζεις ποιο παιδί είναι ποιανού, που δεν μετράει ποιος είσαι, θα δει κανείς ποιο παιδί είναι ο ηγέτης. Ποιο παιδί θέλει να κερδίζει. Ο νέος πρέπει να βάζει στόχους».
Αυτή του η εσωτερική ανάγκη για την νίκη, οδήγησε στη δημιουργία του ανίκητου Αρη της δεκαετίας του ’80, αυτή οδήγησε στην αναγέννηση του Ολυμπιακού, αυτή έστειλε την ΑΕΚ σε τελικό φάιναλ φορ Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος.
Με τον Νίκο Γκάλη και τον Παναγιώτη Γιαννάκη μεγαλούργησαν στον Αρη
Αυτή, βέβαια, είναι που του κόστισε και αντιπάθειες στο χώρο. Ο Γιάννης Ιωαννίδης πάντα γεννούσε ακραία συναισθήματα. Υπήρχαν αυτοί που τον λάτρευαν κι αυτοί που τον μισούσαν. Ετσι συμβαίνει συνήθως με τους καλύτερους. Οι πραγματικοί του φίλοι γνώριζαν έναν άνθρωπο ευαίσθητο, απλό, εξαιρετικά δίκαιο και βαθιά θρησκευόμενο. Οι αντίπαλοί του έβλεπαν έναν άνθρωπο με εκρηκτικό χαρακτήρα, απόλυτο και επιθετικό.
Σε όποιο, όμως, «στρατόπεδο» κι αν βρίσκονταν, υπήρχε κάτι που όλοι του αναγνώριζαν: Την αξία και την υπεροχή του. Γι’ αυτό και χαίρει ιδιαίτερα μεγάλου σεβασμού και από τους φίλους και από τους αντιπάλους του.
Ο Γιάννης Ιωαννίδης εκτός από μαχητής και νικητής είναι και μεγάλος πατριώτης. Μπήκε στην πολιτική για να υπηρετήσει την Ελλάδα κατά πρώτο λόγο, και την πόλη του τη Θεσσαλονίκη κατά δεύτερο. Η καταγωγή του από τη Γευγελή τον έχει κάνει ιδιαίτερα ευαίσθητο στο θέμα των Σκοπίων. Ο ίδιος υποστηρίζει ότι δεν μπορεί να δει το θέμα αντικειμενικά, ούτε καν ψύχραιμα.
«Ο πατέρας μου πέθανε όταν ήμουν 11 χρόνων. Πριν πεθάνει μου είπε: “Όταν ελευθερωθεί η Γευγελή, θα μεταφέρεις εκεί τα κόκαλά μου”. Εχω καμπάνες στ’ αυτιά μου. Δεν είμαι αντικειμενικός, έχω παιδικά βιώματα», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Η Μακεδονία είναι η μία μεγάλη του αγάπη, ο Αρης είναι η άλλη. Από 15 χρονών παιδί ήταν παίκτης του συλλόγου. Σ’ αυτή την ηλικία ο «Πατριάρχης» του συλλόγου, Ανέστης Πεταλίδης, που απεβίωσε πρόσφατα, τον προβίβασε στην ανδρική ομάδα. Αρχισε να παίζει στα τσιμεντένια γήπεδα και παράλληλα να σπουδάζει. Τελείωσε τη Γεωπονική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου και δούλεψε για ένα διάστημα ως γεωπόνος στην Αγροτική Τράπεζα.
Ωστόσο, το μπάσκετ ήταν αυτό με το οποίο λαχταρούσε να ασχοληθεί. Το 1978 αναλαμβάνει τα ηνία της αγαπημένης του ομάδας και κάπου εκεί ξεκινάει και ο μύθος του. Με τον Αρη θα κατακτήσει 8 πρωταθλήματα και 5 κύπελλα και θα πάρει μέρος σε τρία φάιναλ φορ Ευρωλίγκας. Δεν θα διστάσει, όμως, όταν οι περιστάσεις το απαιτήσουν, να παρατήσει τα πάντα και να ξεκινήσει πάλι από την αρχή.
Ο ίδιος, άλλωστε, πίστευε στον εαυτό του και τις ικανότητές του. Και απέδειξε ότι έχει δίκιο να το πιστεύει. Άλλη πόλη, άλλη ομάδα. Από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα και από τον Αρη στον Ολυμπιακό. Νέες σελίδες δόξας, για τους «ερυθρόλευκους» αυτή τη φορά, νέες εκδηλώσεις λατρείας για τον ίδιο. Τέσσερα ακόμα πρωταθλήματα Ελλάδας, 1 κύπελλο και άλλες δύο συμμετοχές σε φάιναλ φορ Ευρωλίγκας.
Οσοι τον ρωτούσαν, ποιο είναι το μυστικό της επιτυχίας του, η απάντηση που έδινε ήταν αφοπλιστική: «Μελέτη και σκληρή δουλειά. Πρέπει να είσαι τακτικιστής. Για να κάνεις την τακτική πρέπει να μελετήσεις τον αντίπαλο, να δεις τα τρωτά του σημεία, για να βάλεις τα δικά σου εργαλεία, να πάρεις το καλό από κάποιον παίκτη και να κρύψεις το λάθος».
Πανηγυρίζοντας ένα από τα τέσσερα πρωταθλήματα στον Ολυμπιακό
Φεύγει από τον Ολυμπιακό όταν οι σχέσεις του με τον Σωκράτη Κόκκαλη ψυχραίνονται και αυτό έχει αποτέλεσμα να «διαταραχθεί ο ψυχισμός» του όπως λέει ο ίδιος. Δεν είναι κάτι άγνωστο, όλοι γνωρίζουν ή τουλάχιστον οφείλουν να γνωρίζουν ότι ο Γιάννης Ιωαννίδης όσο ψυχρός και απόλυτος και αν φαίνεται, στην πραγματικότητα λειτουργεί με το συναίσθημα.
Επόμενος σταθμός η ΑΕΚ. Χτίζει μια ομάδα από την αρχή με τα υλικά που μόνο ο ίδιος γνωρίζει να χρησιμοποιεί και η επιτυχία έρχεται ξανά. Ηταν η σειρά των οπαδών της «Ενωσης» να αναγνωρίσουν την αξία του, ήταν η σειρά της «κιτρινόμαυρης» ομάδας να γευτεί τη χαρά της συμμετοχής σε φάιναλ φορ Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος, ήταν η ώρα να πάρει ο ίδιος μέρος στο έκτο φάιναλ φορ της καριέρας του.
Η «σχέση» με τον Ολυμπιακό, όμως, δεν είχε τελειώσει. Επέστρεψε στην ομάδα του Πειραιά, αλλά οι συνθήκες δεν είχαν καμία σχέση με το παρελθόν. Η ρήξη με τον Σωκράτη Κόκκαλη ήταν οριστική και στον ίδιο έχει μείνει ένα μεγάλο παράπονο για το ότι δεν κατόρθωσε να κατακτήσει ένα τελευταίο πρωτάθλημα μέσα στη δεκαετία του 2000.
Η προπονητική του πορεία λήγει στους κόλπους της Εθνικής ομάδας, την οποία υπηρετεί για τρία χρόνια αρχικά, σαν τεχνικός σύμβουλος και στη συνέχεια σαν προπονητής, για να πάρει κατόπιν τη μεγάλη απόφαση να ασχοληθεί με την πολιτική.
Ετσι, μπαίνει τέλος σε μια τεράστια προπονητική καριέρα που εμπεριείχε δόξα, λατρεία, αντιπάθειες, ίντριγκες, γούρια και προλήψεις.
Τα γούρια και οι προλήψεις του έχουν μείνει παροιμιώδη, ο ίδιος ωστόσο παραδέχεται μόλις δύο: «Δεν έδινα τσιγάρο παραμονή του αγώνα και δεν περνούσα το δρόμο αν έβλεπα να τον διασχίζει κάθετα μια μαύρη γάτα. Αυτά ναι, ισχύουν. Τα υπόλοιπα άφησα να αιωρούνται στην ατμόσφαιρα γιατί έτσι μπορούσε η ομάδα να δουλέψει απερίσπαστη», λέει χαρακτηριστικά και εξηγεί:
«Με το μύθο ότι ήμουν προληπτικός, βρήκα λύση σε πολλά προβλήματα. Ελεγα δεν θέλω να δει κάποιος την προπόνηση, δεν θέλω να μπει κάποιος στο πούλμαν, η ομάδα είναι ομάδα, έχει τα χούγια της, αν θέλετε ελάτε, αλλά αν χάσουμε να ξέρετε ότι θα σας θεωρήσω υπεύθυνους. Όταν τους έλεγα ότι πρέπει να σεβαστούν την ομάδα δεν το καταλάβαιναν. Όταν προέταξα το γούρι, δεν ερχόταν κανείς. Ετσι βρήκα την ησυχία μου».
Οσο για το ρόλο που παίζει η θρησκεία στη ζωή του; «Πάντα άναβα κερί πριν τον αγώνα. Κατάλαβα ότι αν πιστεύεις δεν έχεις ανάγκη από τίποτα. Η πίστη και βουνά κινεί. Εχουν δει τόσα τα μάτια μου στον Αγιον Ορος που δεν μπορώ να μην πιστεύω», λέει.
Με την ΑΕΚ έφτασε στον τελικό της Ευρωλίγκα
Το τέλος της προπονητικής του καριέρας, τού άνοιξε νέους ορίζοντες στο χώρο της πολιτικής. Από το 2004 μέχρι σήμερα εξελέγη τέσσερις φορές βουλευτής της Α’ Θεσσαλονίκης με το ψηφοδέλτιο της Νέας Δημοκρατίας. Άσκησε καθήκοντα υφυπουργού Πολιτισμού, αρμόδιου για θέματα Αθλητισμού από το Σεπτέμβριο του 2007 έως τον Οκτώβριο του 2009. Μετά την επανεκλογή του το 2009, άσκησε τα καθήκοντα του Υπεύθυνου Τομέα Πολιτικής Ευθύνης Αθλητισμού της Νέας Δημοκρατίας. Στη νέα κυβέρνηση που συγκροτήθηκε μετά τις εκλογές της 17ης Ιουνίου 2012 τοποθετήθηκε στη θέση του υφυπουργού Αθλητισμού.
Για την πολιτική, επομένως, δικαιούται να έχει εξίσου δυνατή άποψη και την παραθέτει: «Είμαι γεμάτος άνθρωπος, αγαπάω τον κόσμο, έχω προσφέρει, έχω κερδίσει πολλά σε δόξα και χρήμα, οφείλω στην κοινωνία και προσπαθώ να ανταποδώσω. Προσπαθώ με την ψυχή μου. Ψέματα δεν είπα ποτέ. Αν κάτι γίνεται, θα το πω. Αν δεν γίνεται, επίσης θα το πω. Είχα τεράστιο πρόβλημα στην αρχή, δεν μπορούσα να χαϊδεύω αφτιά. Δεν μπορούσα να αφήσω κάποιον να ελπίζει. Δεν του κάνω καλό, του κάνω κακό, γιατί δεν τον αφήνω να ασχοληθεί με κάτι άλλο. Ετσι χάνει την αξιοπιστία του ο πολιτικός. Και είναι βασικό πράγμα η εντιμότητα και η δικαιοσύνη», λέει χαρακτηριστικά.
Η βουλευτική του δράση, αξιοσημείωτη, η υπουργική επίσης. Μέσα από το νέο του πόστο δεν παραλείπει να βοηθάει τον αθλητισμό. Αλλά και να γίνεται ο ίδιος καλύτερος, να βελτιώνεται όπως λέει σαν πολιτικός, ώστε η προσφορά του να είναι ακόμα πιο ουσιαστική.
Στο μυαλό του έχει πάντα τα λόγια ενός βουλευτή του ΠΑΣΟΚ, του Φοίβου Ιωαννίδη, που του είχε πει πως η Βουλή είναι το μεγαλύτερο σχολείο. Πως όποιος παρακολουθεί ανελλιπώς τις συνεδριάσεις γνωρίζει τι ακριβώς συμβαίνει στη χώρα. Και αυτό ακριβώς κάνει.
Η σύζυγός του Γιούλα και η μικρή Ελένη - Θεοδώρα στην παράδοση - παραλαβή του υφυπουργείου Αθλητισμού το 2007
Μπάσκετ, πολιτική, οικογένεια. Ο τελευταίος είναι ο πιο βασικός συνδετικός κρίκος. Παντρεμένος με τη Γιούλα Γκιουζελοπούλου και ευτυχισμένος, είναι από το 2002 πατέρας της Ελένης – Θεοδώρας. Η κόρη του άργησε να έρθει στη ζωή τους, γι’ αυτό και της έδωσαν το όνομα Θεοδώρα, αφού τη χαρακτήρισαν σαν «δώρο Θεού» που ολοκλήρωσε την ευτυχία τους.
«Αυτό είναι το καλύτερο, το πιο μεγάλο κύπελλο, όλα τα άλλα μοιάζουν... παιδικά μπροστά του», λέει χαρακτηριστικά και εκμυστηρεύεται ότι είναι μεν χαζομπαμπάς αλλά «από μέσα του».
«Δεν της κάνω χατίρια, φροντίζω να έχει αυτό που πρέπει να έχει. Τα παιδιά δεν χρειάζονται πολλά υλικά αγαθά. Η αγάπη δεν αγοράζεται, κερδίζεται. Το παιδί χρειάζεται χώρο για να παίξει και χρόνο για να το κάνει. Και αυτό πρέπει να φροντίσουμε σαν γονείς αλλά και σαν πολιτικοί να τους προσφέρουμε».
Αυτός είναι ο Γιάννης Ιωαννίδης. Ένας άνθρωπος, γεμάτος από τις παραστάσεις που έχει πάρει από τη ζωή, «γεμάτος» από επιτυχία, δόξα και εκδηλώσεις αγάπης. Αυτή την αγάπη που έχει εισπράξει, θέλει με τη σειρά του να την προσφέρει στους ανθρώπους. Εχει επιλέξει ένα δύσκολο δρόμο για να το κάνει, αυτόν της πολιτικής. Αλλά αν κάτι του αναγνωρίζουν, τόσο οι φίλοι, όσο και οι αντίπαλοί του, είναι πως ποτέ του δεν φοβήθηκε τις μάχες…
Οι τίτλοι και οι διακρίσεις του
Το παλμαρέ του Γιάννη Ιωαννίδη αποτελεί την πιο μεγάλη απόδειξη για το πόσο σπουδαίος προπονητής υπήρξε. Εχει κατακτήσει 12 πρωταθλήματα και 6 κύπελλα Ελλάδας, ενώ έχει πάρει μέρος σε 6 φάιναλ φορ Ευρωλίγκας, συμμετέχοντας μάλιστα τρεις φορές σε τελικό. Εχει επίσης ένα ακόμα μοναδικό επίτευγμα: Eίναι ο μοναδικός Ελληνας προπονητής που έχει κερδίσει πρωταθλήματα σε τρεις δεκατίες, του ’70, του ’80 και του ’90. Ο ίδιος μάλιστα έχει ως μεγάλο του παράπονο πως η ρήξη στις σχέσεις του με τον Σωκράτη Κόκκαλη του στέρησε την δυνατότητα να κερδίσει ένα ακόμα μέσα στη δεκατία του 2000.
Αναλυτικά οι τίτλοι και οι διακρίσεις του «ξανθού»:
12 Πρωταθλήματα: 8 με τον Άρη (1979, 1983, 1985, 1986, 1987, 1988, 1989, 1990) και 4 με τον Ολυμπιακό (1993, 1994, 1995, 1996).
6 Κύπελλα Ελλάδας: 5 με τον Άρη (1985, 1987, 1988, 1989, 1990) και 1 με τον Ολυμπιακό (1994).
3 συμμετοχές σε τελικούς πρωταθλήματος: (Άρης 1984, Ολυμπιακός 1992 και ΑΕΚ 1997), 2 φορές σε τελικούς κυπέλλου (Άρης 1984 και ΑΕΚ 1998)
6 συμμετοχές σε φάιναλ φορ Ευρωλίγκας: 3 με τον Άρη (1988, 1989, 1990), 2 με τον Ολυμπιακό (1994, 1995) και 1 με την ΑΕΚ (1998)
3 συμμετοχές σε τελικούς Ευρωλίγκας: 2 με τον Ολυμπιακό (1994,1995) και 1 με την ΑΕΚ (1998)
Πρώτος προπονητής στην ιστορία της Α1 (490 αγώνες, 418 νίκες-72 ήττες, ποσοστό νικών 85,31%)
Είπε… (ο Γιάννης Ιωαννίδης)
* «Τα λίγα λόγια ζάχαρη και τα καθόλου μέλι» (στη συνέντευξη Τύπου του φάιναλ φορ του Τελ Αβίβ, το 1994, όταν ο Κώστας Πολίτης είπε πως θα περιμένει ως νικητής τον Γιάννη Ιωαννίδη να του δώσει το χέρι του ως ηττημένος)
* «Ο γάτος είναι το μόνο ζώο που σκούζει ακόμα και όταν είναι από πάνω» (στο φάιναλ φορ της Σαραγόσα, το 1995, όταν κλήθηκε να σχολιάσει τις διαμαρτυρίες του Ευθύμη Κιουμουρτζόγλου)
* «Όταν αισθάνεσαι ανασφαλής, γίνεσαι εύκολη λεία».
* «Ακόμα και στον πάγκο, ο παίκτης έχει συμμετοχή. Φωνάζει, παροτρύνει. Ετσι πρέπει να είναι και ο βουλευτής. Δεν μπορεί να μη λέει τη γνώμη του μέσα στο κόμμα όταν διαφωνεί».
* «Όπως αγαπάω το σπίτι, την οικογένειά μου, τη γειτονιά μου, έτσι αγαπάω και το μεγαλύτερο σπίτι μου, την πατρίδα. Για την πατρίδα έχει χυθεί αίμα. Αυτός που δεν σέβεται τους νεκρούς δεν μπορεί να υπηρετήσει τους ζωντανούς».
* «Δεν μπορείς να είσαι μεγάλος και να μην είσαι μεγαλόψυχος. Ο μεγάλος πρέπει να αναγνωρίζει. Κανείς δε θα σε σεβαστεί αν δεν σέβεσαι. Ετσι κερδίζεις τον αυτοσεβασμό σου».
* «Η μεγαλύτερη επιτυχία του ανθρώπου είναι να είναι καλά μέσα του εσωτερικά. Να κοιτάζει στον καθρέφτη και να μην λυπάται τον εαυτό του».
* «Δεν φοβάμαι να δείξω τα ελαττώματά μου. Οποιος παραδέχεται και μιλάει για τα ελαττώματά του είναι άτρωτος».
Eίπαν… (για τον Γιάννη Ιωαννίδη)
ΝΙΚΟΣ ΓΚΑΛΗΣ: «O Γιάννης Ιωαννίδης είναι πολύ ευαίσθητος άνθρωπος. Δείχνει σκληρός, αλλά αυτό είναι μια παραπλάνηση, λόγω της δουλειάς του. Πρέπει να δείχνει σκληρός για να πετύχει στο έργο του. Είναι εγωιστής και θέλει να πετύχει, αλλά σε όλα τα αθλήματα πρέπει να είσαι εγωιστής. Είναι νικητής, τα αποτελέσματα το έχουν αποδείξει, θεωρώ πως είναι ο καλύτερος προπονητής που έχει περάσει στην Ελλάδα. Εχουμε περάσει πίκρες και χαρές μαζί, αλλά πιο πολλές χαρές, δεν θα πω ότι είναι μπαμπάς μου, είναι ένας μεγάλος αδερφός. Και όπως ο μπαμπάς ή ο μεγάλος αδερφός μαλώνει το παιδί, αυτό συμβαίνει και μέσα στην ομάδα. Είχαμε και κόντρες, κάποιες στιγμές, αλλά είχαμε τόσα χρόνια συνεργασία, που ούτε θυμόμαστε πότε πλήγωσε ο ένας τον άλλο. Ακολουθήσαμε μια επιτυχημένη συνταγή, φαίνεται από τα αποτελέσματα. Ο καλύτερος παίκτης να είσαι, ο προπονητής τα βλέπει πιο ψύχραιμα απ’ έξω και πρέπει να βρει το κουμπί του παίκτη. Ο Γιάννης είχε αυτό το προτέρημα, έβγαζε ό,τι μπορούσε από κάθε παίκτη. Δεν είναι ψεύτικος, αν νοιώσει ότι πρέπει να φωνάξει θα το κάνει. Είναι πολεμιστής, θα θυσιάσει και τον εαυτό του για να κερδίσει η ομάδα του. Το μόνο του ελάττωμα, αν μπορεί να το θεωρήσει κανείς αυτό ελάττωμα, είναι ότι δεν μπορεί να κρυφτεί. Αυτό που αισθάνεται το λέει κι αυτό ίσως παρεξηγείται απ΄τον κόσμο».
AΡΓΥΡΗΣ ΚΑΜΠΟΥΡΗΣ: «Κάθε ένας έχει την δική του φιλοσοφία. Πιστεύω ότι όλοι δουλεύουν επαγγελματικά. Ο Γιάννης Ιωαννίδης ήταν μεγάλος επαγγελματίας. Μάλιστα μου είχε κάνει εντύπωση, όταν μαζευόμασταν για την Εθνική Ομάδα, πόσο γυμνασμένα ήταν τα παιδιά του Αρη, που αν και έχαναν τις πρώτες προπονήσεις λόγω ευρωπαϊκών παιχνιδιών, όταν ενσωματώνονταν, ήταν δυο επίπεδα καλύτεροι. Αυτό δείχνει ότι μπορείς να βελτιώνεσαι με την δουλειά. Κι αυτό το κατάλαβα όταν ο Ιωαννίδης ήρθε στον Ολυμπιακό. Τότε εμείς ήμασταν εκείνοι που ήταν ένα μέτρο μπροστά από τους υπόλοιπους».
ΝΤΕΪΒΙΝΤ ΡΙΒΕΡΣ: «Τόσο ο Ιωαννίδης όσο και ο Ιβκοβιτς είχαν τελείως διαφορετικό στυλ. Θα το πω αλλιώς. Αν ήταν να πάω σε έναν πόλεμο και να διαλέξω έναν στρατηγό να με καθοδηγήσει, δεν θα ήταν εύκολο να διαλέξω έναν από τους δύο, γιατί θα ήθελα και τους δύο! Εμαθα πολλά από τους δύο κυρίους και θα ήθελα να τους συναντήσω κάποια στιγμή για να τους πω ένα μεγάλο ευχαριστώ για τα όσα μου δίδαξαν».
ZΑΡΚΟ ΠΑΣΠΑΛΙΕ: «Τι να πεις για τον Ιωαννίδη! Το πόσο σε εμψύχωνε, σε αγαπούσε, σε νουθετούσε, ρωτήστε τους υπολοίπους συμπαίκτες μου να σας το πούνε. Εγώ απλά τον ευχαριστώ γιατί με έκανε καλύτερο παίκτη και άνθρωπο».
ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΙΓΑΛΑΣ: «Εμένα ναι μεν μου άρεσε η άμυνα, αλλά πάνω απ’ όλα μου άρεσε η επίθεση. Με τον Ιωαννίδη μπήκα σε ένα διαφορετικό κανάλι. Μαζί του ωρίμασα σαν παίκτης, το έψαξα περισσότερο το μπάσκετ και γενικά είδα κι άλλες πτυχές των δυνατοτήτων μου. Δηλαδή μέχρι τότε πίστευα ότι το μπάσκετ ήταν να βάλεις την μπάλα στο καλάθι. Μετά είδα κι άλλα πράγματα που αγάπησα. Γι' αυτό κι έγινα ένας all around παίκτης κι όχι ένας παίκτης μονοδιάστατος. Κι αυτά τα βρήκα μέσα από τον Ιωαννίδη».
ΑΝΔΡΕΑΣ ΛΟΒΕΡΔΟΣ: «Τον γνωρίζω δεκαετίες χωρίς να με ξέρει, όταν εγώ ήμουν φοιτητής της Νομικής στη Θεσσαλονίκη κι εκείνος παίκτης του Αρη. Επαιζε όπως τον ξέρετε, δυνατά για να κερδίσει, με αυτό το ύφος που σου προκαλούσε εκνευρισμό όταν ήσουν αντίπαλος. Για τον Ιωαννίδη όταν έβγαινε στην επίθεση δύο λύσεις υπήρχαν μόνο. Είτε θα σκόραρε, είτε θα κέρδιζε φάουλ. Τρίτη λύση δεν υπήρχε. Ακόμα και τώρα στην ομάδα που έχουμε φτιάξει στη Βουλή, παλεύει όπως πάλευε πάντα, με εξάρσεις και εντάσεις για να κερδίσει το μονό».
ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΠΑΓΚΑΛΟΣ: «Τον ήξερα από το μπάσκετ και τον θαύμαζα για το έργο του και για τα αποτελέσματά του. Στη Βουλή τον αντιμετώπισα στην αρχή επιφυλακτικά. Ανακάλυψα ότι είναι επιμελέστατος βουλευτής. Εχει μεγάλη ειλικρίνεια που συγκρούεται με τα βασικά χαρακτηριστικά του, το μεγάλο πατριωτισμό, καθώς είναι φανατικά Ελληνας και τον κομματικό του πατριωτισμό, καθώς πιστεύει στην παράταξη όπου ανήκει. Είναι ειλικρινής και ευαίσθητος και εκείνες τις στιγμές που πρέπει να συγκρουσθεί, ζει ένα μεγάλο προσωπικό δράμα».
ΒΑΣΙΛΗΣ ΚΙΚΙΛΙΑΣ: «Είναι ο κορυφαίος Ελληνας προπονητής, μια πραγματική μορφή, που έχει αφήσει ανεξίτηλη τη σφραγίδα του στο ελληνικό μπάσκετ. Μας κράτησε στα σπίτια μας να παρακολουθούμε τη μεγάλη ομάδα του Αρη που δημιούργησε, που ήταν υπεράνω συλλόγων. Ηταν παιδαγωγός. Είχε την ικανότητα να παίρνει νεαρά παιδιά με ταλέντο και να τους φτιάχνει ολοκληρωμένες προσωπικότητες στα 30 τους».
ΑΓΓΕΛΟΣ ΚΟΡΩΝΙΟΣ: «Ηταν απαιτητικός, ήξερε πώς θα πάρει από κάθε παίκτη του το καλύτερο. Ηταν γεννημένος πρωταθλητής. Δεν περίμενα ότι θα φύγει τόσο γρήγορα από τα γήπεδα. Πίστευα ότι γι’ αυτόν είναι τρόπος ζωής το μπάσκετ. Θεωρώ ότι ασχολήθηκε με την πολιτική για να βγάλει τον εαυτό του, να βοηθήσει, να δώσει το καλύτερο στους ανθρώπους».
ΜΑΡΙΕΤΑ ΓΙΑΝΝΑΚΟΥ: «Είναι άνθρωπος πεποιθήσεων. Κι αυτό δεν είναι εύκολο να το βρεις. Είναι άνθρωπος πεποιθήσεων που δεν μετακινούνται, ούτε αλλάζουν, ανάλογα με το ακροατήριο. Κι αυτό είναι σπάνιο. Εχει βαθύ ενδιαφέρον για την εκπαίδευση και την παιδεία, πιστεύει επομένως σε μακροπρόθεσμους στόχους, κάτι που είναι καλό για την πολιτική. Από πλευράς συμπεριφοράς είναι ένας πραγματικός κύριος, εξίσου σπάνιο πράγμα. Ποτέ δεν έχει προτείνει κάτι που να μην έχει ποιότητα. Είναι κοσμοπολίτης, έχει μάτια και αυτιά ανοιχτά παντού κι αυτό είναι πολύτιμο για το κοινοβούλιο».