Βρε τους αντιπαθητικούς!!!
Ο μηδενισμός είναι βασικό γνώρισμα της φυλής μας. Γενικώς, ό,τι δεν μπορούμε να φτάσουμε του τραβάμε ένα ξεφτιλισμό, το ισοπεδώνουμε, το κάνουμε... ένα με το έδαφος για να μάθει ποιοί είμαστε.
Δεν μπορώ να περιμένω και περισσότερα πράγματα άλλωστε όταν η πλειοψηφία θεωρεί απαραιτήτως ότι ο γυαλός είναι στραβός καθώς- δεδομένο αυτό- εμείς οι Έλληνες ποτέ δεν αρμενίζουμε στραβά.
Για παράδειγμα, πέσαμε κάτω από τη θλίψη- αφού πρώτα αυτοικανοποιηθήκαμε «πείθοντας» τους πάντες ότι οι «δικές μας» τελετές έναρξης και λήξης το 2004 ήταν καλύτερες από του 2008 και 2012- για το ότι κατακτήσαμε ΜΟΝΟ 2 μετάλια στο Λονδίνο κι εκείνα χάλκινα. Λες και ήταν... φυσιολογικά τα 13 μετάλια του Σίδνεϊ και τα 16 της Αθήνας για μιά χώρα που δίπλα στις λέξεις «αθλητική παιδεία, οργάνωση, υποδομή, ανάπτυξη, κουλτούρα, νοοτροπία» τοποθετείται ένα τεράστιο μηδενικό ενώ τα 2 χάλκινα του Λονδίνου ήταν... αφύσικα! Την ίδια στιγμή μαθαίναμε για (Έλληνες) αθλητές που έκαναν προπόνηση σε χωράφι (!) ή εύχονταν στην επόμενη διοργάνωση να έχουν κοντά τον προπονητή τους... Τι ζητούν κι αυτοί; Γήπεδο για να προπονηθούν και τον προπονητή μαζί τους. Μιλάμε για πολυτέλειες.
Η κλασική ατάκα αθλητών είχε να κάνει με την «μη συμπαράσταση της Πολιτείας»! Μιάς Πολιτείας που αγνοεί (όχι τώρα με την κρίση αλλά εδώ και χρόνια) την έννοια- ας πούμε- του σχολικού αθλητισμού... Κι ολ’ αυτά στο πλαίσιο μιάς χώρας της οποίας οι κάτοικοι δεν αγαπούν τον αθλητισμό αλλά τη νίκη!!! Κι αυτό βεβαίως καλλιεργείται στο έπακρο από πολύ κόσμο όπως κι από τον Τύπο... Εντυπο και ηλεκτρονικό.
Πάμε και στα «δικά» μας, τα μπασκετικά. Όλες τις μέρες διαπίστωνα ότι οι δύο «αντιπαθητικοί» θα έφταναν στον τελικό και κάναμε ό,τι μπορούσαμε για να το αποτρέψουμε. Ανακαλύπταμε διαιτησίες, σενάρια, παρασκήνια (βεβαίως δεν τοποθετώ μέσα σ’ αυτό τον αγώνα των Ισπανών με τους Βραζιλιάνους αλλά την άποψή μου την κατέθεσα προ ημερών) και γενικώς επιστρατεύαμε κάθε... εφεύρεση του μυαλού.
Για τους αμερικάνους το έχουμε βρει το «παραμύθι» εδώ και χρόνια: «Ελα μωρέ, δεν έχουν τακτική, ποιό ΝΒΑ τώρα, τρέχουν και κάνουν ό,τι θέλουν» και τέτοιες ανοησίες. Βεβαίως επειδή δεν είδαμε «τακτική» (κοίτα να δεις που ο πλέον ανοργάνωτος λαός στον κόσμο έγινε θιασώτης της πειθαρχίας και της τακτικής, την οποία βεβαίως όλοι γνωρίζουν καλύτερα κι από τον Σιζέφσκι ή τον Ντ’ Αντόνι) βγάλαμε από το μυαλό μας ότι χαρήκαμε μπάσκετ. Τι να λέμε τώρα... Αφού δεν είχαν τακτική! Κι ας έβαζαν 115 πόντους κατά μέσο όρο στα ματς...
Σε όσους υποστηρίζουν αυτή την άποψη δίνω μόνο μιά ευχή: Να έχουν την τύχη να βρεθούν στις ΗΠΑ, να παρακολουθήσουν live έναν αγώνα στο ΝΒΑ, να δουν πρώτα «τι είναι το ΝΒΑ» και πως αντιμετωπίζει και σέβεται τον κόσμο και μετά θα καταλάβουν πόσο λανθασμένη είναι η άποψή τους. Να ζήσουν την ατμόσφαιρα ενός αγώνα- δεν εννοώ μόνο αυτά που γίνονται στο παρκέ- και μετά θα καταλάβουν πολλά...
Πάμε στους άλλους αντιπαθητικούς... Τους Ισπανούς. Ναι, τους Ισπανούς του Ναβάρο ο οποίος είναι «σιχαμένος και καραγκιόζης» και... προσπαθεί να ξεγελάσει τον διαιτητή για να κερδίζει φάουλ. Κανείς άλλος δεν το κάνει αυτό στον κόσμο του μπάσκετ, μόνο ο Ναβάρο.
Κι ας αποδεχτώ ότι ο Ναβάρο το κάνει και το... παρακάνει. ΟΚ... Μαζί σας. Αυτό βλέπουμε από τον Ναβάρο; Το ότι βάζει τη μπάλα στο καλάθι δεν το βλέπουμε; Τον τρόπο που κινείται και ξεμαρκάρεται σαν αστραπή χωρίς τη μπάλα δεν το βλέπουμε; Το ότι αν τον «χάσεις» για κλάσματα δευτερολέπτου σε «σκότωσε» δεν το βλέπουμε;
ΟΚ, ούτε αυτά βλέπουμε γιατί είναι «καραγκιόζης». Θα θυμήσω κάτι άλλο όμως. Πριν από χρόνια, ο Ναβάρο άφησε συμβόλαιο 2 εκατομμυρίων για να ακολουθήσει το όνειρό του και να παίξει στο ΝΒΑ αντί 500 χιλιάδων συμπεριλαμβανομένης και της εφορίας. Είχε κάτι σαν 11 πόντους- 2 ασίστ κατά μέσο όρο, διαπίστωσε ότι δεν γούσταρε άλλο κι επέστρεψε στη Μπαρτσελόνα. Έπαιξε όμως κι έπαιξε καλά όσο ηταν στο ΝΒΑ... Δεν γκρίνιαζε όλη την ώρα και δεν τα έβαζε με τον προπονητή του, ούτε έκανε δηλώσεις στον Τύπο της χώρας του...
Ναι είναι ο Ναβάρο που πήγε τραυματίας στο Λονδίνο για να παίξει, διότι δεν διαννοήθηκε ποτέ να μείνει εκτός από την Εθνική, όπως βέβαια και οι άλλοι αντιπαθητικοί αυτής της εκπληκτικής γενιάς των Ισπανών. Μιάς γενιάς που δεν... κουράστηκε ποτέ να ενισχύει την Εθνική ομάδα.
Μιάς... αντιπαθητικής γενιάς που έχει παίξει σε 6 τελικούς στις 7 τελευταίες μεγάλες διοργανώσεις. Πάντως, πιστέψτε με, δεν περνά από το μυαλό μου το ότι τους «αντιπαθούμε» επειδή όπου μας βρίσκουν μας νικούν. Ειλικρινά δεν το πιστεύω... Το ότι τους έχουμε ταυτίσει με διαιτητική εύνοια με οδηγεί στη ρήση ότι «στο σπίτι του κρεμασμένου δεν μιλάνε για σχοινί»!
Είναι λοιπόν πολλά περισσότερα τα... καλά, τα οποία οφείλουμε να μιμηθούμε, από τα άσχημα τα οποία βεβαίως είναι υποχρέωσή μας να διαγράψουμε. Δεν είναι κακό να μαθαίνεις από τους καλύτερους, χρήσιμο είναι.
Ας ανοίξουμε λοιπόν τα μάτια μας, ας πάρουμε ό,τι καλύτερο έχουν οι... καλύτεροι απ’ εμάς κι ας αφήσουμε τις κλάψες για τον Νταγκουντούρο που έβαλε τις βολές και μείναμε εκτός Ολυμπιακών Αγώνων. Ας σταματήσουμε να θεωρούμε τους άλλους κατώτερους όταν ένα οικοδόμημα εξαρτάται από τις τσέπες δύο οικογενειών και όχι από την οργάνωση και τον προγραμματισμό ή ακόμα κι από τη δική μας «παιδεία» και σωστή νοοτροπία.
Ας ξεστραβωθούμε κι από το γεγονός ότι φέτος καμία ομάδα από τις «μικρές» δεν έλαβε θέση καλύτερη της 8ης (οι Εφηβοι είναι ακόμα σε υποχρεώσεις αλλά αποκλείεται να μπουν στην οχτάδα) μήπως κι αλλάξει τίποτα.