Χουγκάζ: «Μπασκετικές αναζητήσεις»
Τη μεξικανική Κορεκαμίνος Βικτόρια, η οποία αγωνίζεται στην πρώτη κατηγορία της χώρας, συμφώνησε να αναλάβει ο Κρις Χουγκάζ.
Ο 44χρονος τεχνικός, με δηλώσεις του στην επίσημη ιστοσελίδα του ΣΕΠΚ, αναφέρθηκε στη νέα πρόκληση της καριέρας του, αλλά και την απόφασή του να ταξιδέψει στη Λατινική Αμερική. Αναλυτικά τα όσα είπε…
Για τη συνεργασία του με τη μεξικάνικη ομάδα Κορεκαμίνος Βικτόρια: «Αυτή η πρόταση ήρθε από μια χώρα που είναι μακριά χιλιομετρικά, αλλά και από την μπασκετική φιλοσοφία τη δική μας και της Ευρώπης. Μόλις μίλησα με τον πρόεδρο της ομάδας, Μανούελ Ράγκα Ναβάρο, ο οποίος είναι μεγάλη μορφή του παγκόσμιου μπάσκετ (έπαιζε στη Βαρέζε της περιόδου του 1968-1974), πείστηκα ότι η ομάδα θέλει να κάνει φέτος κάτι καλύτερο, ενώ παράλληλα πείστηκα ότι οι συνθήκες εργασίας είναι καλές. Με αυτά τα δεδομένα κι ως επαγγελματίας που είμαι αποφάσισα να κάνω αυτό το ταξίδι».
Για την πρόκληση να εργαστεί μακριά από την Ελλάδα και μάλιστα σε μια χώρα όπως το Μεξικό: «Αναμφίβολα πρόκειται για μεγάλη πρόκληση. Ως άνθρωπος είμαι μία ζωή μέσα στα γήπεδα, αγαπάω το μπάσκετ και γενικά από τότε που ήμουν παίκτης μου άρεσαν αυτές οι μπασκετικές αναζητήσεις. Η συλλογή εμπειριών από όλο το κόσμο με ενθουσιάζει. Το μόνο που μένει είναι να προσαρμοστώ στις συνθήκες και τη φιλοσοφία του μεξικανικού μπάσκετ και η ομάδα μου να προσαρμοστεί με τις δικές μου ιδέες για το άθλημα».
Για τους στόχους αυτής της συνεργασίας: «Η ομάδα, όπως είπε και ο πρόεδρος, θέλει να κάνει ένα βήμα παραπάνω και να μπει στα πλέι οφ, γιατί τα τελευταία δύο χρόνια τερμάτιζε στα μέσα της βαθμολογίας. Ο δικός μου στόχος είναι να παντρέψω τις δικές μου ιδέες που προέρχονται από το ευρωπαϊκό κι ελληνικό μπάσκετ με το γρήγορο ρυθμό που δίνουν στη Λατινική Αμερική. Αυτός είναι ο πρώτος μου στόχος αγωνιστικά».
Για τους Έλληνες προπονητές που δοκιμάζουν τις δυνάμεις τους στο εξωτερικό: «Θεωρώ ότι θα φύγουν πολλοί Έλληνες. Η καλή δουλειά των προπονητών σε μεγάλες ομάδες έχουν δείξει την ποιότητά μας κι αυτό αποτελεί διαφήμιση. Οι Έλληνες προπονητές έχουν φιλότιμο και παθιάζονται με τη δουλειά τους. Αυτά τα στοιχεία εκτιμώνται ιδιαίτερα στο εξωτερικό, πολύ περισσότερο από ό,τι εντός. Ο Έλληνας προπονητής έχει κατακτήσει σχεδόν τα πάντα σε συλλογικό και εθνικό επίπεδο, του λείπουν μόνο η κορυφή σε Παγκόσμιο Πρωτάθλημα, που το χάσαμε για λίγο, και σε Ολυμπιακούς Αγώνες. Γενικά, οι πολλές δυσκολίες που αντιμετωπίζει ο προπονητής στην Ελλάδα είναι μια συνεχόμενη πρόκληση που εν τέλει τον κάνει καλύτερο».