Σαρούνας Γιασικεβίτσιους: Από χρυσό αγόρι, τρελός στρατηγός
O «Σάρας» επιστρέφει στην Ελλάδα ξανά ως προπονητής της Ζαλγκίρις και το Onsports «σκαλίζει» τα κατορθώματά του ως παίκτη και προβλέπει το τι θα κάνει στους πάγκους.
Αν υπάρχει ένα πράγμα που χαρακτηρίζει τον Σαρούνας Γιασικεβίτσιους, αυτό είναι το πάθος του και η τρέλα του για ότι κάνει.
Το έζησαν καλά αυτό όσοι υπήρξαν συμπαίκτες και αντίπαλοί του στα παρκέ, το ζουν πλέον οι παίκτες που προπονεί στην Ζαλγκίρις.
Υπήρξε ένας εκ των χαρισματικότερων ηγετών που γνώρισε ποτέ το Ευρωπαϊκό μπάσκετ και αυτό το οφείλει στον Σμάγκο Σάγκατιν, τον προπονητή που του έδωσε την ευκαιρία να δείξει ως βασικός το ταλέντο του στην Euroleague, αφού εισηγήθηκε την απόκτησή του στην Ολύμπια Λιουμπλιάνας από την Λιέτουβος Ρίτας ένα χρόνο αφού είχε υπογράψει το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο (τη σεζόν 1998-99 έπαιξε στη Λιέτουβος και μετά στην Ολύμπια).
Ακολούθησε μια ονειρεμένη καριέρα που θα την ζήλευαν πολλοί καλαθοσφαιριστές της «Γηραιάς Ηπείρου»:
Μπαρτσελόνα, Μακάμπι Τελ Αβίβ, Ινιτάνα Πέισερς, Γκόλντεν Στέιτ, Παναθηναϊκός (υπήρξε η ακριβότερη μεταγραφή ξένου στην χώρα μας αφού οι «πράσινοι» του προσέφεραν το 2007 7,3 εκ. ευρώ για 2 χρόνια.
Το «Χρυσό παιδί» όπως είναι το επώνυμό του πήρε με τον Παναθηναϊκό ένα Ευρωπαϊκό και στη συνέχεια πήγε ξανά στη Λιέτουβος, μετά στην Φενερμπαχτσέ, ξανά στον Παναθηναϊκό το 2011, στην Μπαρτσελόνα ένα χρόνο μετά, πριν κλείσει την καριέρα τους ως pg στην Ζαλγκίρις Κάουνας, ομάδα της γενέτειράς του στην οποία δεν ευτύχησε μέχρι τότε να αγωνιστεί ποτέ.
Έχει υπάρξει πρωταθλητής Ευρώπης τέσσερις φορές, δύο με την Μακάμπι και από μια με την Μπαρτσελόνα και τον Παναθηναϊκό, ενώ το 2000 είχε πάρει με την Λιθουανία το χάλκινο μετάλλιο στους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Η προπονητική του καριέρα ξεκίνησε πέρυσι με την Ζαλγκίρις. Ο Λιθουανός στους πάγκους δεν έδειξε τίποτα λιγότερο από όσα μας είχε συνηθίσει στα γήπεδα. Συχνά νευρικός, με ιδέες που αλλάζουν τη ροή του παιχνιδιού και «τρελός».
Φαίνεται ότι εμπνέει στους παίκτες του εμπιστοσύνη κι εκείνοι μπαίνουν στο παρκέ για να παίξουν και για αυτόν. Κάνει συχνά παρατηρήσεις, φωνάζει σχεδόν σε κάθε ματς (σε παίκτες, αντιπάλους και διαιτητές), όμως κανείς δεν τον παρεξηγεί, αφού ο Σάρας ήταν πάντα αυτό. Ένας άνθρωπος με συναισθήματα που δεν τα «πνίγει» ποτέ. Εκδηλωτικός, αυθόρμητος και νευρικός.
Έμαθε να ζει με αυτά και τώρα μαθαίνει να τα μεταδίδει και στους παίκτες του, με τους οποίους κατάφερε να νικήσει ομάδες όπως την ΤΣΣΚΑ και την Μπαρτσελόνα που τα ρόστερ τους είναι πολύ πιο ακριβά από αυτό της λιθουανικής ομάδας.
Ο ίδιος παλιότερα είχε σχολιάσει ότι «με εμένα όλα είναι μια τρέλα. Ότι κάνω, το κάνω έντονα. Από διακοπές, μέχρι προπόνηση».
Το μόνο σίγουρο είναι ότι το σημάδι που άφησε στην Ευρωλίγκα, εκτός από «τρελό» είναι και έντονο. Και ότι πλέον βλέποντας τα ματς από τους πάγκους από όπου κατευθύνει τους παίκτες του, η τρέλα του αυτή δεν αποκλείεται να ξεπεράσει την ύπαρξή του. Τόσο που οι ιστορικοί του μέλλοντος θα γράφουν ότι εκτός από γεννημένος νικητής, υπήρξε κι ένας χαρισματικός καθοδηγητής...