Στρόμπερι: «Δεν το σκέφτηκα»
Χαρούμενος για τη μεταγραφή του στον Ολυμπιακό, εμφανίστηκε ο Ντι Τζέι Στρόμπερι.
Ο Αμερικάνος γκαρντ, μίλησε στην επίσημη ιστοσελίδα των «ερυθρόλευκων» και ξεκαθάρισε πως δεν σκέφτηκε καθόλου την πρόταση που του έγινε από την ελληνική ομάδα, ενώ εμφανίστηκε… ανυπόμονος να ξεκινήσει τις επίσημες υποχρεώσεις.
Συγκεκριμένα, ο Αμερικάνος μίλησε για:
Τον… εαυτό του: «Το πλήρες μου όνομα είναι Ντάριλ Στρόμπερι Τζούνιορ, όλοι, όμως, με αποκαλούν Ντι Τζέι. Ο πατέρας μου, Ντάριλ, ήταν παίκτης του μπέιζμπολ, ένας θρύλος του μπέιζμπολ θα έλεγα. Έπαιξε περίπου 17 χρόνια κατακτώντας πρωταθλήματα και πολλές προσωπικές διακρίσεις. Έπαιξε σε ομάδες όπως οι New York Mets, οι Los Angeles Dodgers, οι San Francisco Giants και οι New York Yankees».
Το πόσο δύσκολο ήταν να έχει διάσημο πατέρα: «Δεν ήταν ούτε εύκολο, αλλά ούτε και δύσκολο. Μπορώ να πω ότι ζούσα μια ενδιάμεση κατάσταση με όλο αυτό. Η οικογένεια μου λάτρευε, λόγω του πατέρα μου, το μπέιζμπολ. Όλοι ήταν γύρω από αυτό. Άρχισα και εγώ να παίζω μπέιζμπολ, αλλά όταν έπιασα στα χέρια μου τη μπάλα του μπάσκετ, όλα άλλαξαν. Είπα στον εαυτό μου πως αυτό ήταν το άθλημα που ήθελα να παίξω. Να γίνω επαγγελματίας και να κάνω τα όνειρα μου πραγματικότητα με τη μπάλα του μπάσκετ. Έπαιζε ο ξάδελφος μου μπάσκετ, έτσι κόλλησα και εγώ και άρχισα να παίζω όταν ήμουν 12-13 ετών. Δεν μου άρεσε που “έπρεπε” να μου αρέσει το μπέιζμπολ επειδή άρεσε σε όλους στην οικογένεια».
Το αν τον ωρίμασε άμεσα η δημοσιότητα του πατέρα του: «Για εμένα ήταν δύσκολο, αλλά και ταυτόχρονα εύκολο όλο αυτό που πέρασα όντας σε νεαρή ηλικία. Όλοι στις ΗΠΑ, άλλοι λιγότερο και άλλοι περισσότερο, γνώριζαν τον πατέρα μου. Κάθε φορά λοιπόν που έπαιζα αντίπαλος με κάποιον, ήθελε να με κερδίσει και για έναν παραπάνω λόγο. Επειδή ήμουν γιος του Ντάριλ Στρόμπερι, του θρύλου του μπέιζμπολ. Κάποιες φορές πέρασα και δύσκολα, δεν το αρνούμαι, αλλά όλο αυτό με έκανε καλύτερο και πιο δυνατό άνθρωπο. Με έκανε τον “μαχητή” που είμαι σήμερα. Πολλοί θεωρούν πως όλα μου ήρθαν εύκολα, αλλά δεν είναι έτσι. Δεν είναι καθόλου έτσι. Όλη αυτή η διαδικασία με έκανε να ωριμάσω γρήγορα και κάπως απότομα. Αλλά δεν με πειράζει. Πάντα είχα και τον ρόλο του “πατέρα” στην οικογένεια. Έχω τέσσερις αδελφές και δύο αδέλφια. Βέβαια, για να είμαι ειλικρινής, προσέχω πολύ περισσότερο τις αδελφές μου, σαν μεγάλος αδελφός τους προσέχω όλους, αλλά πάντα τα κορίτσια θέλουν περισσότερη φροντίδα (γέλια). Τα αγόρια έχουν πάρει τον δρόμο τους, παίζουν μπάσκετ, ο νεότερος αδελφός μου είναι σε γυμνάσιο στην Ατλάντα και παίζει μπάσκετ, νιώθω πως είναι έτοιμοι για κάτι μεγάλο, ειδικά ο νεότερος αδελφός μου, Τζέσι, είναι 14 χρονών και είναι στο ύψος μου. Θεωρώ πως θα γίνει καλύτερος από όλους μας. Τα κορίτσια παίζουν βόλεϊ, είμαστε μια αθλητική οικογένεια, μόνο η μια από τις αδελφές μου δεν ασχολείται με κάποιο άθλημα. Θέλει να γίνει παιδίατρος, τελείωσε πριν λίγους μήνες το UCLA και θα γίνει εξαιρετική, λατρεύει τα παιδιά».
Την παρουσία του στο κολέγιο του Μέριλαντ: «Μου άρεσε ο τρόπος που έπαιζαν στο Μέριλαντ, λάτρευα τον κόουτς και τους φιλάθλους και έτσι αποφάσισα να πάω εκεί. Νιώθω ευλογημένος που πήγα εκεί, με αποδέχτηκαν και έζησα όσα έζησα. Το ΝΒΑ ήταν ένα όνειρο για το οποίο δούλεψα, τα κατάφερα, πήγα εκεί, αλλά δυστυχώς δεν έμεινα. Ήταν δύσκολο να βρω χρόνο στο ρόστερ των Φοίνιξ Σανς. Έτσι αποφάσισα, έπειτα από έναν χρόνο εκεί, να κάνω μια αλλαγή που θα με βοηθούσε στην καριέρα μου. Και ήρθα στην Ευρώπη. Θεωρώ πως κάθε χρόνο γινόμουν και καλύτερος. Πλέον, στα 30 μου, βρίσκομαι στην καλύτερη φάση της καριέρας μου, έτοιμος να ανταπεξέλθω σε όλες τις απαιτήσεις που έχει το υψηλότερο επίπεδο και μια ομάδα όπως ο Ολυμπιακός. Έχω παίξει σε πολλές χώρες, έχω παίξει στη Γαλλία, στην Τουρκία, στην Ιταλία και στην Κροατία, αλλά σαν την Ελλάδα και τον Ολυμπιακό, δεν υπάρχει κάτι παρόμοιο θεωρώ και ανυπομονώ να ζήσω όσα έχω δει και έχω μάθει. Περιμένω πως και πως αυτή την τεράστια πρόκληση. Θα κάνω ό,τι μου ζητήσει ο κόουτς Σφαιρόπουλος, μπορώ να παίξω από πλέι μέικερ ως και σμολ φόργουορντ, αλλά πάνω από όλα αυτό που μου αρέσει είναι να παίζω άμυνα και να βοηθάω τους συμπαίκτες μου. Λατρεύω την άμυνα».
Τον… περιορισμό του ΛεΜπρον Τζέιμς: «Στο high school, η ομάδα μου ήταν καλή, η δική του ήταν επίσης πολύ καλή. Ήμασταν δεύτεροι στη γενική κατάταξη και εκείνοι τρίτοι, δεν θυμάμαι από ποιον, αλλά οι πρώτοι είχαν αποκλειστεί. Έτσι, το μεταξύ μας παιχνίδι ήταν σαν τελικός ώστε να αναδειχθεί η καλύτερη ομάδα στις ΗΠΑ. Επίσης, δεν θυμάμαι το γιατί, αλλά ενώ ήμασταν πιο πάνω στη βαθμολογία, δεν ήμασταν γηπεδούχοι, παίξαμε μπροστά στο κοινό τους, στο κοινό του Λεμπρόν... Όλα ήταν υπέρ του, αλλά τι να πεις, ήταν ο Λεμπρόν. Ο προπονητής μας είπε ότι αν θέλετε να γίνεται οι καλύτεροι, πρέπει να παίξετε με τους καλύτερους. Δεν μπορώ να πω ότι τον σταμάτησα, όχι δεν μπορώ να το πω αυτό, αλλά σίγουρα τον δυσκόλεψα. Νίκησαν, μας νίκησαν, έπαιξαν καλύτερα και μας νίκησαν. Όλοι λένε ότι τον σταμάτησα εκείνο το βράδυ, αλλά θεωρώ πως ήταν θέμα στρατηγικής και ομαδικής προσπάθειας παρά το ότι εγώ τον σταμάτησα. Σίγουρα τον ανάγκασα να κάνει δύσκολα σουτ, αλλά ως εκεί».
Την παρουσία του στο παρκέ: «Θα βγάζω ενέργεια και θα δίνω το 110% των δυνάμεων μου. Στην επίθεση και στην άμυνα, σε κάθε παιχνίδι, σε κάθε προπόνηση».
Την μεταγραφή του στον Ολυμπιακό: «Ο Ολυμπιακός είναι μια από τις δύο καλύτερες ομάδες της Ευρώπης. Μπορεί κανείς να το διαπιστώσει εύκολα αυτό βλέποντας τι έχει καταφέρει τα τελευταία χρόνια».
Την καθημερινότητά του πέραν του μπάσκετ: «Είμαι ήρεμος. Δεν μου αρέσουν οι εντάσεις, θέλω να έχω μια νορμάλ ζωή».
Την… απουσία τατουάζ: «Απλώς θέλω να είμαι ο εαυτός μου, αυτός είναι ο Ντι Τζέι, τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο. Έβαζα και έβγαζα τα σκουλαρίκια όταν ήμουν μικρότερος και αυτό με κούραζε αρκετά. Έτσι αποφάσισα να μην τα φορέσω ξανά. Δεν μου αρέσουν αυτά, είμαι απλός άνθρωπος, μου αρέσουν τα απλά πράγματα. Ήταν πολλά όλα αυτά για εμένα. Δεν μου άρεσαν ποτέ τα τατουάζ και έτσι δεν έκανα. Η ιστορία με τον πατέρα μου, όλη αυτή η δημοσιότητα που είχαμε από μικροί, με έκανε το ακριβώς αντίθετο, απλό, ήρεμο και νορμάλ άνθρωπο. Μου αρέσει το μπόουλινγκ, οι ταινίες, τα videogames και περνάω τον ελεύθερο χρόνο μου με αγαπημένους ανθρώπους».
Τους φόβους του: «Με φοβίζουν πολύ τα φίδια, ειδικά στην Καλιφόρνια έχουμε πολλά και τα φοβάμαι απίστευτα. Δεν θέλω καν να τα βλέπω».
Την πίστη του: «Πιστεύω στον Θεό, δεν είμαι φανατικός, αλλά πιστεύω. Ο πατέρας μου είναι πάστορας, προσπαθεί να με φέρει πιο κοντά σε όλο αυτό, αλλά του εξηγώ πως δεν μπορείς να πιέσεις κάποιον για κάτι τέτοιο. Σίγουρα πιστεύω, αλλά δεν είμαι από τους φανατικούς όπως είπα».
Τη νέα… σελίδα στην καριέρα του: «Ξέρω τα πάντα για τον Ολυμπιακό. Ο Ολυμπιακός την τελευταία δεκαετία είναι ανάμεσα στις καλύτερες ομάδες της Ευρώπης και με όσα έχει καταφέρει τα τελευταία χρόνια είναι κατά τη γνώμη μου μεταξύ των δύο καλύτερων ομάδων στην Ευρώπη. Μόλις τελείωσε η σεζόν, ο ατζέντης μου, με πήρε τηλέφωνο και μου μίλησε για το ενδιαφέρον του Ολυμπιακού, αλλά αμέσως το έβγαλα από το μυαλό μου και πίστευα πως θα επιστρέψω στην Καρσίγιακα. Δεν πίστευα καν αυτό που μου είπε και για αυτό το έβγαλα από το μυαλό μου, για να μην τρελαθώ. Οι τύποι ήταν λίγους μήνες πριν στον τελικό του Final Four, εγώ ήμουν στην άσημη Καρσίγιακα, δεν μπορούσε να είναι αλήθεια σκέφτηκα και δεν το συζήτησα με κανέναν. Μετά από λίγες ημέρες, είδα το email μου και δεν πίστευα στα μάτια μου, ο ατζέντης μου έκανε και πάλι αναφορά στον Ολυμπιακό. Τον πήρα τηλέφωνο και μιλήσαμε, αλλά ειλικρινά, ξανά δεν τον πίστεψα. Πήγαμε για φαγητό και τότε μου έδειξε τα συμβόλαια και πάγωσα. Είπα το “ναι” χωρίς καν να σκεφτώ το παραμικρό».
Το αν σκέφτηκε την κατάσταση στην Ελλάδα με την οικονομία της χώρας: «Όχι, δεν το σκέφτηκα λεπτό. Με ήθελε ο Ολυμπιακός, είχα την ευκαιρία να παίξω στην Ελλάδα και θα το σκεφτόμουν; Όχι βέβαια! Ο Ολυμπιακός έχει δύο απίστευτους προέδρους, έχω δει βίντεο τους με το πώς πανηγυρίζουν έπειτα από νίκες μαζί με τους παίκτες. Αυτοί οι άνθρωποι αποτελούν εγγύηση, λατρεύουν αυτό που κάνουν, λατρεύουν το μπάσκετ και τον Ολυμπιακό, οπότε πώς να αρνηθώ να δουλέψω για εκείνους; Θέλω να τους δώσω ακόμη μεγαλύτερες χαρές, να πανηγυρίσουμε μαζί επιτυχίες του Ολυμπιακού και φυσικά θέλω να δώσω χαρά και υπερηφάνεια στους φιλάθλους του Ολυμπιακού».
Τις σκέψεις του: «Είμαι ενθουσιασμένος που θα παίξω σε αυτή την τεράστια ομάδα, δίπλα στον Σπανούλη, τον Πρίντεζη και τον Μάντζαρη».
Ποια στιγμή θα ήθελε να ζήσει: «Θα ήθελα να ζήσω το σουτ του Πρίντεζη με τη Μπαρτσελόνα, αυτό θα ήθελα να ζήσω, μπροστά στο κοινό μας, ένα buzzer beater, οι πανηγυρισμοί μετά ήταν τρελοί. Το έχω δει δεκάδες φορές. Μακάρι να ζήσω κάτι ανάλογο».
Τη συνεργασία του με την Σπανούλη: «Με τον Σπανούλη όλα γίνονται ευκολότερα για εμάς. Όλοι μαρκάρουν εκείνον, όλοι προσπαθούν να τον σταματήσουν και δύσκολα τα καταφέρνουν, οπότε ταυτόχρονα δημιουργεί για εμάς, κάνει το παιχνίδι μας ευκολότερο και ειλικρινά θεωρώ πως βελτιώνει τους συμπαίκτες του παιχνίδι με το παιχνίδι. Το μεγαλύτερο προσόν του είναι πως είναι νικητής, είναι γεννημένος νικητής. Του βγαίνει φυσικά, δεν πιέζεται για αυτό. Αυτά που έκανε με τη Ρεάλ Μαδρίτης στον τελικό του Λονδίνου και απέναντι στην ΤΣΣΚΑ Μόσχας στον ημιτελικό του φετινού Final Four, απλά δεν γίνονται από το 99% των παικτών, μπορεί για 30 λεπτά να μην έχει σκοράρει σε έναν αγώνα και να τελειώσει το ματς με 20 πόντους. Θέλω να πετύχω τα ίδια που θέλει και αυτός. Θέλω τα ίδια που θέλει και ο Ολυμπιακός. Θέλω να πετύχω και να κατακτήσω τίτλους. Θέλω να κερδίσω τα πάντα. Όλα. Θέλω να γίνω μέρος της ιστορίας, αυτής της θρυλικής ιστορίας».
Την παρουσία του Γιανγκ: «Ο τύπος είναι… άγαλμα. Δεν τον κουνάει κανείς. Μοιάζει σαν να έχει ζωγραφίσει κάποιος τους μύες πάνω στο κορμί του. Δεν μπορεί να είναι αληθινός (σ.σ. γέλια). Θυμάμαι όταν κάναμε το σκάουτινγκ για να τους αντιμετωπίσουμε, τον παρατηρούσαμε και ήταν παντού. Έβγαζε απίστευτη ενέργεια και κυνηγούσε κάθε φάση. Μας έλεγαν πως είναι δυνατός, αλλά δεν φανταζόμουν το πόσο, μέχρι που μου έκανε ορισμένα σκριν. Περιμένω πως και πώς να παίξω μαζί του».