Ζομπανάκης: «Ίσως πάει Γερμανία ο Πέτγουεϊ»
Το ενδιαφέρον της Μπάμπεργκ για την απόκτηση του Μπρεντ Πέτγουεϊ, εν όψει της νέας αγωνιστικής περιόδου, επιβεβαίωσε ο Κωστής Ζομπανάκης.
Ο μεγαλομέτοχος του Ρεθύμνου, με δηλώσεις του στην ΕΡΑ Σπορ 101.8, παραδέχθηκε πως η γερμανική ομάδα εξετάζει σοβαρά την περίπτωσή του, χωρίς ωστόσο να έχει υπάρξει μέχρι στιγμής συμφωνία. Μίλησε επίσης για την ενασχόλησή του με την κρητική ομάδα, από το 2008, την ευρωπαϊκή προοπτική, αλλά κι εν γένει την κατάσταση του μπάσκετ στη γηραιά ήπειρο. Αναλυτικά τα όσα είπε…
-Ήταν προφητική η ανακοίνωση του Ρεθύμνου το 2008, όταν οριστικοποιήθηκε η ένταξή σας στην ομάδα. Έλεγε ότι μαζί σας θα έφθανε στην ελίτ.
«Μάλλον αυτή την ανακοίνωση την είχε γράψει ο Νίκος Σαραντινός, ο πρόεδρός μας, τον οποίο αποκαλούμε… Μάρτιν Λούθερ Κινγκ επειδή του αρέσει να γράφει ωραίες ανακοινώσεις και να βγάζει λόγους. Και η μάνα μου να εμφανίζονταν τότε θα είχε κάνει την ίδια ανακοίνωση…».
-Ίσως έβλεπε και κάτι περισσότερο στο πρόσωπό σας, πέρα από τη διάθεσή του να βγάζει ωραίους λόγους.
«Είμαι υπερήφανος για ό,τι έχει συμβεί στον ΑΓΟΡ. Ήρθε μια συνοδεία στο χωριό μου, στις Καλύβες, σαν σκηνή από ιταλικό έργο. Εννέα άτομα στο καφενείο να μου πουν να μπω στην ομάδα. Στο πρώτο μίτινγκ τους είπα «ok, αλλά πρέπει να κάνουμε πέντε έξι πράγματα». Πρώτα πρώτα μια οικονομική ανάλυση. Μετά να βρούμε πώς πρέπει να λειτουργούμε και τελικά τι θέλουμε να κάνουμε. Καταλήξαμε ότι θέλαμε να έρχεται ο κόσμος στο γήπεδο για να περνάει καλά και να υπάρξει ενδιαφέρον από τους σπόνσορες. Είπαμε, λοιπόν, να παίξουμε ένα άλλο μπάσκετ. Με ταχύτητα, με καρφώματα, με απομονώσεις για να ξεχωρίζει ο κάθε παίκτης. Προσφέραμε θέαμα, κάναμε κάτι διαφορετικό από τις άλλες ομάδες και κάναμε επιτυχίες. Ταυτόχρονα, όμως, οργανώσαμε καλά και τα υπόλοιπα: κάναμε πωλήσεις, είχαμε σπόνσορινγκ, είχαμε δημόσιες σχέσεις, κοινωνικό έργο. Ειδικά για το «Ρέθυμνο Assist» είμαι πολύ υπερήφανος. Όλοι στην πόλη που βλέπουν μπάσκετ αγκάλιασαν την προσπάθεια».
-Για το αγωνιστικό, να υποθέσουμε ότι έναν προπονητή τύπου Μάλκοβιτς την εποχή της Λιμόζ, που θα έδινε έμφαση μόνο στην άμυνα, δε θα τον προσλαμβάνατε;
«Ναι, βεβαίως, 100%. Παναγία μου! Ούτε απέξω δεν θα πέρναγε, όχι να μπει στην πόρτα. Αφού υπάρχουν αρκετές ομάδες που τους θέλουν αυτούς τους προπονητές δεν είναι ανάγκη να τους θέλουμε κι εμείς».
-Τι βρήκε στην Κρήτη ένας γεννημένος στη Ρώμη, ο οποίος πήγε γυμνάσιο και λύκειο στο Λονδίνο και σπούδασε στο Χάρβαρντ;
«Ξεκινάμε από το ότι είμαι από εκεί. Έχουμε ιδιαίτερη αγάπη για την πατρίδα μας οι Έλληνες του εξωτερικού, αν και όταν τη γνωρίζουμε μερικές φορές δεν ανταποκρίνεται στην εικόνα που ξέρουμε. Εγώ μεγάλωσα στο «Κολωνάκι» του Λονδίνου και ο πατέρας μου μού μίλαγε από το πρωί έως το βράδυ για την Κρήτη. Πλύση εγκεφάλου. Το άλλο είναι να έχεις ένα γήπεδο πάνω στη θάλασσα και όταν τελειώνεις να βγαίνεις και να μιλάς στον ήλιο. Μετά ήθελα να κάνω κάτι στο μέρος μου. Σε μια μικρή κοινωνία αυτά τα επιτεύγματα είναι περισσότερο χειροπιαστά από ό,τι σε μια μεγάλη πόλη».
-Ο Πέτγουεϊ θα πάει στη Γερμανία ή σε κάποια ελληνική ομάδα;
«Ό,τι γίνει θα γίνει μετά το τέλος των υποχρεώσεων με το Ρέθυμνο. Υπάρχει ενδιαφέρον, το αξίζει ο ίδιος, παρότι έχει ένα ιδιαίτερο στιλ. Είναι δημιούργημα του Στέργιου Κουφού. Εκμεταλλεύτηκε τα αθλητικά προσόντα του και τον ενθάρρυνε να σουτάρει. Εάν ποστάρεις τον Μπρεντ δεν είναι ο Μπρεντ, είναι κάτι άλλο. Εγώ θα ήθελα πολύ να δω τον Μπρεντ σε μία από τις μεγάλες ελληνικές ομάδες. Θα είναι δικαίωση για το παιδί και του αρέσει η Ελλάδα. Εάν εμείς μπορούσαμε να τον κρατήσουμε θα έμενε για πάντα. Δεν ξέρω, όμως, εάν ταιριάζει στις δύο μεγάλες ομάδες όπως βλέπουν τις ομάδες αυτές οι προπονητές τους. Έτσι θα πάει σε μια ομάδα και σε ένα πρωτάθλημα που είναι πιο ανοιχτό και πιο αθλητικό. Ίσως είναι η Γερμανία. Υπάρχει ενδιαφέρον από το Μπάμπεργκ, αλλά ακόμα δεν έχει κλείσει».
-Αναφέρατε το Στέργιο Κουφό. Είναι εύκολο να συζητάτε για αυτή την περίπτωση ή ήταν μια δύσκολη απόφαση;
«Δεν θέλω να το συζητώ πολύ, είναι αλήθεια. Ο Στέργιος έχει μεγάλη προσωπικότητα και συγκεκριμένο στιλ δουλειάς. Εδώ προσπαθούμε να καθόμαστε σε ένα τραπέζι και να παίρνουμε συλλογικές αποφάσεις. Σίγουρα, εγώ είμαι της άποψης ότι οι παίκτες είναι τα αστέρια. Δεν θα πλήρωνα εισιτήριο να πάω να δω έναν προπονητή. Ίσως με μισήσουν οι προπονητές για αυτό που λέω».
-Δέσατε το γάιδαρό σας, πάντως, και με το Θανάση Γιαπλέ. Άξιζε την ευκαιρία.
«Την άξιζε και βέβαια, με το Θανάση κάθεσαι και κάνεις και μια συζήτηση. Εμένα μου αρέσει πολύ το μπάσκετ. Δεν επιλέγω εγώ τους παίκτες, όπως λένε κάποιοι. Το διάσημο αστείο του Γιατζόγλου «θέλεις πρόεδρο» δεν ισχύει με εμένα. Προς Θεού! Απλώς βλέπουμε παίκτες μαζί, έχουμε μια επιτροπή και το συζητάμε για πολλή ώρα. Θέλω να ακούσω γιατί κάνει ή δεν κάνει κάποιος».
-Μπορεί ο πρόεδρος να πει γιατί κάνει ένας παίκτης;
«Όχι. Ο πρόεδρος θα πει: μου αρέσει αυτός για τους εξής… 42 λόγους. Εάν τον πείσω, τέλεια. Ποτέ, όμως, δεν θα πω αυτόν θα πάρουμε και… χέσε μας».
-Στην Ευρώπη για να παίξετε είχατε πει ότι χρειάζεστε 150.000 ευρώ.
«Η αξία του Eurocup είναι μόνο να σε βλέπει ο κόσμος. Δεν έχεις οικονομικά ανταλλάγματα. Εάν είναι, όμως, να πας στην Ουκρανία δεν θα το μάθει κανείς. Να παίξεις μεσοβδόμαδα στο Ρέθυμνο; Θα είναι άδειο το γήπεδο. Θα πάω εκεί από την Αθήνα, θα το δω και θα πηδήξω από το μπαλκόνι. Θα λες γιατί το έκανα να παίξω στην Ευρώπη; Για το βιογραφικό των παικτών και του προπονητή;».
-Άρα, όπως σας ακούμε, δεν είναι πολύ αισιόδοξα τα πράγματα…
«Εκτός εάν γίνουν οι αλλαγές στο Eurocup για τις οποίες μάχομαι τα τελευταία δέκα χρόνια. Το μοντέλο για τις μικρές ομάδες θα ήταν να γίνονται γεωγραφικά τουρνουά και μετά να προκρίνεσαι στο επόμενο. Θα ήταν τεράστιο κίνητρο να κερδίσεις τους αντιπάλους σου στην Ελλάδα και να πας -με μία πτήση- σε μια πόλη του εξωτερικού. Κ αι να έρθουν και 1.000 Ρεθυμνιώτες. Είναι, όμως, πολλά τα θέματα. Είναι ο Μπερτομέου, η FIBA, οι ομάδες. Εάν λένε ότι το ελληνικό πολιτικό σύστημα είναι για κλάματα πού να δουν και τις αρχές που ασχολούνται με το μπάσκετ. Κανείς δεν θέλει να αλλάξει ποτέ τίποτα. Αρτηριοσκληρωτικοί».
-Γιατί αποτυγχάνει το εγχείρημα το Λονδίνου;
«Κατ’ αρχάς έχει το ποδόσφαιρο. Το Λονδίνο έχει 17 ομάδες που την καθεμία βλέπουν 20-30.000 άτομα. Μετά υπάρχουν 3-4 αθλήματα που δεν παίζονται στην υπόλοιπη Ευρώπη. Από την άλλη, η πόλη είναι η πιο σέξι της Ευρώπης. Δεν υπάρχει ανταγωνισμός μόνο με αθλήματα. Έχει κλάμπινγκ, εστιατόρια, έχει οτιδήποτε το Λονδίνο. Εδώ στο Ρέθυμνο για να έρθει ο κόσμος κάναμε δουλειά. Δεν ανοίξαμε το γήπεδο και ήρθαν».
-Θα αποδεχόσασταν κάποιο θεσμικό ρόλο στο ελληνικό μπάσκετ για να ασχοληθείτε περισσότερο ενεργά;
«Σε ό,τι μπορώ να βοηθήσω θα είμαι εκεί . Θεσμικό ρόλο, όχι. Δεν είμαι εγώ θεσμικός άνθρωπος. Θα δουλέψουμε με αυτούς που έχουμε».