«Η ποιότητα και ο χαρακτήρας του Δημήτρη Γιαννακόπουλου με έκαναν να έρθω»
Η εξαιρετική στάση του προέδρου της ΚΑΕ Παναθηναϊκός στο πρόβλημα που αντιμετώπισε πριν συμφωνήσει με τους «πράσινους» έκανε τον Τζέισον Καπόνο να πάρει την απόφαση να έρθει στην Ελλάδα.
Ο Αμερικανός σουτέρ, σε δηλώσεις του στην κάμερα της ΕΡΤ αναφέρθηκε στις πρώτες του εντυπώσεις από το «τριφύλλι», τις διαπραγματεύσεις με τον Δημήτρη Γιαννακόπουλο, αλλά και το κίνητρο που έχει για να δοκιμάσει και δεύτερη φορά την τύχη του στην Ευρώπη.
Αναλυτικά, ο Τζέισον Καπόνο μίλησε για:
Την προσέγγιση εκ μέρους του προέδρου της ΚΑΕ Παναθηναϊκός, Δημήτρη Γιαννακόπουλου: «Όταν μίλησα με τον πρόεδρο και του εξήγησα τον λόγο για τον οποίο αδυνατούσα να πάρω την πτήση για την Αθήνα, κατάλαβα από τον τόνο της φωνής του τι άνθρωπος είναι. Μου έδωσε όσο χρόνο χρειαζόμουν για να μπορέσω να το συζητήσω με τη σύζυγό μου και με υποστήριξε σαν καλός οικογενειάρχης. Μου είπε ότι με καταλαβαίνει γιατί και αυτός έχει παιδιά και ότι έχει φίλους που βρέθηκαν αντιμέτωποι με ανάλογες καταστάσεις. Η ποιότητα, ο χαρακτήρας του και η στάση του συλλόγου με έκαναν να θέλω να έλθω».
Το κίνητρο που έχει για μια δεύτερη καριέρα στην Ευρώπη: «Ο λόγος για τον οποίο ήλθα στην Ευρώπη είναι γιατί θέλω να πετύχω κάτι σπουδαίο. Στο ΝΒΑ έφτασα σε ένα σημείο, όπου δεν ήταν και τόσο ωραίο να είμαι ένας απλός ρολίστας. Εδώ αισθάνομαι ότι μπορώ να αποτελέσω σημαντικό κομμάτι μιας σπουδαίας ομάδας και να τη βοηθήσω να κερδίσει. Αυτός ήταν και ο μεγάλος λόγος, για τον οποίο συμφώνησα να παίξω στον Παναθηναϊκό. Για να χαρώ το παιχνίδι σε μια ομάδα με τόσους τίτλους και να ανήκω σε μια ομάδα πρωταθλητών. Αυτός είναι ο στόχος της ομάδας, σε αυτό θέλω να συνδράμω και σε τελική ανάλυση αυτό θέλω να πετύχω».
Τις δυσκολίες στην προσαρμογή του και τις διαφορές ΝΒΑ - Ευρώπης: «Μια βασική δυσκολία είναι ότι χρησιμοποιούνται διαφορετικές μπάλες στην Ευρωλίγκα και στο ελληνικό πρωτάθλημα. Ειδικά για μένα, που έπαιζα με την ίδια μπάλα όλη τη χρονιά, είναι αρκετά δύσκολο. Είναι διαφορετική η αίσθηση, ειδικά για έναν σουτέρ, ο οποίος έχει πολλή ώρα την μπάλα στα χέρια του. Χρειάζεται να έχεις μια μόνιμη αίσθηση όταν σουτάρεις και αυτή η προσαρμογή χρειάζεται χρόνο. Όσο για τον τρόπο παιχνιδιού, η μεγάλη διαφορά έγκειται στην ομαδικότητα. Στο ΝΒΑ το παιχνίδι είναι πιο ατομικό, ενώ εδώ είναι ομαδικό. Μπορεί να είσαι σουτέρ, σκόρερ, δημιουργός ή πασέρ, αλλά αυτό μπορεί να αλλάξει και να χρειαστείς να ποστάρεις τον αντίπαλό σου ή να είσαι λιγότερο σουτέρ και περισσότερο ριμπάουντερ, να μην σκοράρεις, αλλά να πρέπει να παίξεις περισσότερο άμυνα».
Τις επικείμενες αναμετρήσεις με τον Ολυμπιακό στο Κύπελλο και το Πρωτάθλημα: «Είναι περίεργο τώρα που το σκέφτομαι, αλλά η μάχη είναι τόσο μεγάλη, όπως και η αντιπαλότητα μεταξύ των δύο ομάδων. Ακόμη, όμως, δεν μπορώ να την αισθανθώ, γιατί δεν την έχω ζήσει. Είναι όπως το πρώτο παιχνίδι μου στην Ευρωλίγκα. Όλοι μου έλεγαν για την ατμόσφαιρα και ότι οι οπαδοί είναι υπέροχοι. Από τις αφηγήσεις είχα ενθουσιαστεί, αλλά ώσπου να μπω στο παρκέ και να το βιώσω, ήταν δύσκολο για κάποιον να μου το περιγράψει με λόγια. Ανυπομονώ, λοιπόν, για τον Τελικό του Κυπέλλου με τον Ολυμπιακό τον επόμενο μήνα».
Το χάρισμά του στα σουτ τριών πόντων και τη δήλωση του Πέτζα Στογιάκοβιτς ότι επιχειρούσε 500 εύστοχα σουτ ημερησίως: «Περίπου τόσα κι εγώ. Δεν καθόμουν να μετρήσω πόσα σουτ έκανα σε κάθε προπόνηση. Θυμάμαι τις ατέλειωτες ώρες, όμως, στο γήπεδο και αν ο Πέτζα το έκανε από τα 15, εγώ το κάνω από 8-9 ετών, καθώς ξεκίνησα από πολύ νωρίς το μπάσκετ. Είχα ένα φίλο, που με έκανε να το αγαπήσω και για περισσότερα από 20 χρόνια όλες αυτές οι ώρες προπόνησης με έχουν ανταμείψει και συνεχίζουν να το κάνουν».
Το μεγαλύτερο σερί του στα τρίποντα: «Νομίζω ότι το καλύτερο ρεκόρ μου είναι 119 εύστοχα στα 125. Εκτελούσα από πέντε διαφορετικές θέσεις, όπως συμβαίνει στους διαγωνισμούς τριπόντων στα «All Star Game» και έχασα συνολικά έξι σουτ!»
Τα συστατικά ενός καλού σουτέρ: «Θεωρώ πως είναι ένα μείγμα. Από φυσική κατάσταση πρέπει να είσαι πάντα έτοιμος, ώστε να μπορείς να σουτάρεις. Να έχεις το σώμα σου έτοιμο. Κάποιοι παίκτες είναι έτοιμοι από τα πόδια, μέχρι τα χέρια τους, οπλίζουν και πυροβολούν. Χρειάζεται πολλή γυμναστική στα πόδια και φυσικά πρέπει να σε βοηθάει το σύστημα και οι συμπαίκτες σου. Να δέχεσαι την μπάλα σε πλεονεκτική θέση για να σουτάρεις. Ως προς την ψυχολογία, είναι λογικό να αστοχήσεις σε κάποια σουτ, αλλά τότε μιλάει η προπόνηση που έχεις κάνει. Αν χάσεις, λοιπόν, 3-4 σουτ, πρέπει να είσαι συγκεντρωμένος για να μπορέσεις να βάλεις το επόμενο».
Το τι θα άλλαζε αν μπορούσε να γυρίσει πίσω τον χρόνο: «Είναι δύσκολο να πω τι θα έκανα αν μπορούσα να γυρίσω πίσω τον χρόνο. Προφανώς όλοι θα ήθελαν να είναι ταχύτεροι και δυνατότεροι. Ειλικρινά δυσκολεύομαι να το επεξεργαστώ. Μακάρι να ήμουν πιο αθλητικός, ώστε να μπορούσα να μαρκάρω ταχύτερους και πιο δυνατούς παίκτες από μένα. Αυτές είναι οι αδυναμίες μου. Από την άλλη, αποδίδω καλύτερα όταν στην άμυνα υπάρχουν βοήθειες και μπορώ να οδηγήσω τον παίκτη μου εκεί όπου θέλω. Στο μπάσκετ η επίθεση υπερτερεί, γιατί ξέρει τι θέλει να κάνει, ενώ η άμυνα προσπαθεί να το μαντέψει. Για αυτό, όμως, το άθλημα είναι πνευματικό. Πρέπει να θέλεις να κάνεις και τη λεγόμενη βρώμικη δουλειά».
Τους δύο πρώτους ευρωπαϊκούς αγώνες του, με (Ζαλγκίρις) και χωρίς (Εφές) τον Δημήτρη Διαμαντίδη: «Δεν νομίζω ότι παίξαμε καλά σε αυτά τα δύο παιχνίδια. Με τη Ζαλγκίρις ήμασταν καλοί μόνο στο πρώτο ημίχρονο, είχαμε σωστές αποστάσεις και κυκλοφορία της μπάλας. Στο δεύτερο ημίχρονο, όμως, τα δύο όπλα μας, η δημιουργία και η κυκλοφορία δεν λειτούργησαν. Όσο για το ματς απέναντι στην Εφές, δεν είχαμε κίνηση, δεν κυκλοφορήσαμε την μπάλα και δεν έγιναν ποιοτικά σουτ. Είναι δύσκολο να παίζεις χωρίς τον αρχηγό και τον ηγέτη σου, ο οποίος είναι ο δημιουργός, ο αλτρουιστής, αυτός που κάνει την ομάδα σπουδαία. Ο τύπος είναι διατεθειμένος να θυσιαστεί για την ομάδα. Είναι απίστευτος παίκτης».