Fiat 500 Twinair (photos)
Με το βραβευμένο μηχανικό σύνολο, το 500 γίνεται ακόμα πιο χαριτωμένο, πιο γοητευτικό και λίγο πιο ακριβό. Το πρόσημο όμως στο σύνολο, είναι αναμφίβολα θετικό.
Το «500 effect» είναι ο όρος με τον οποίο περιγράφεται η διάθεση του εξωτερικού παρατηρητή ή του περιστασιακού οδηγού, για να περάσει ένα λουράκι στο αυτοκίνητο και να το πάρει σπίτι του. Σαν κατοικίδιο. Αυτό δεν είναι καθόλου τυχαίο, αφού το Fiat 500 από την πρώτη στιγμή που κύλησε τους τροχούς του, προκαλούσε αυτό το συναίσθημα σε όποιον το έβλεπε.
Επειδή λοιπόν η επιτυχία της Fiat στο συγκεκριμένο τομέα δεν έχει ταίρι (ακόμα και το Mini έχει τεχνηέντως «βαρύνει» ως image) ο κανόνας ήταν και παραμένει, πως το 500 δε χρειάζεται να προβάλει ιδιαίτερη διάκριση σε άλλους τομείς- όπως π.χ. είναι οι επιδόσεις. Ναι, καλές και άγιες είναι οι γρήγορες εκδόσεις του, με κορωνίδα αυτή με τους σκορπιούς που είδαμε πριν λίγο καιρό αλλά επί της ουσίας, το 500 δεν το αγοράζεις για να κάνεις προσωπικό ρεκόρ στην αγαπημένη σου διαδρομή.
Αυτού του είδους τις ανάγκες, μπορείς να τις καλύψεις και με άλλες προτάσεις της αγοράς. Κάτω από αυτό το πρίσμα, η βασική έκδοση από απόψεως κυβισμού, είναι η ιδανική για να συμπληρώσει κανείς το wish list του Fiat 500. Μέχρι πρότινος, αυτή ήταν ο 1.200άρης με τους 69 ίππους (12.450€- 11.660€ με απόσυρση).
Τώρα, το τεχνολογικό θαύμα των 875 κ.εκ. που ακούει στο όνομα Twinair, είναι η μικρότερη με βάση τον κυβισμό επιλογή. Ο δικύλινδρος turbo, αποδίδει 85 ίππους, 14,5 kgm ροπής, απαλλάσσει τον ιδιοκτήτη από τέλη κυκλοφορίας και του επιτρέπει να κυκλοφορεί καθημερινά στον πράσινο δακτύλιο. Όλα αυτά μάλλον αντιπαρέρχονται το αυξημένο κόστος κτήσης (13.750€- 13.450€ με απόσυρση), καθώς περιορίζουν αρκετά το κόστος χρήσης, έχοντας ως μεγάλο αβαντάζ τη δυνατότητα που έχει το μοτέρ των 0,9 λίτρων να μεγαλώσει τα διαστήματα μεταξύ των ανεφοδιασμών.
Εφοδιασμένο με το πρόγραμμα «Eco», που μειώνει την απόδοση της ροπής στα 10,2 kgm, το Twinair μπορεί να γίνει ο πρωταθλητής της οικονομίας, αρκεί ο οδηγός του να βάλει για τα καλά στο μυαλό του πως οι αλλαγές των ταχυτήτων πρέπει να γίνονται σε ιδιαίτερα χαμηλές στροφές. Εκεί που το κροτάλισμα του δικύλινδρου γίνεται πιο έντονο (πάνω από τη μέση των ενδείξεων στο στροφόμετρο, κυριολεκτικά δε μπορεί να καταλάβει κανείς την ιδιαιτερότητα του κινητήρα, αφού ως δια μαγείας εξαφανίζεται η όποια τραχύτητα) αλλά «κολλάει» και το trip computer σε ενδείξεις κάτω από τα 5,0 λίτρα για κάθε 100 χιλιόμετρα.
Μια και είπαμε για το κροτάλισμα: στη Lancia Ypsilon που είχαμε δει πριν από λίγο καιρό με το συγκεκριμένο κινητήρα, τα λειτουργικά του χαρακτηριστικά ήταν ελαφρώς «εκτός κλίματος» για τα δεδομένα της Lancia και του «ευγενούς» χαρακτήρα του μοντέλου. Στο 500 όμως, ο ίδιος ήχος, φαίνεται σαφώς πιο χαριτωμένος και ταιριάζει περισσότερο στην εικόνα του αυτοκινήτου (ή εν πάσει περιπτώσει, δεν ενοχλεί).
Δεν είναι πιο άνετο από τα υπόλοιπα μοντέλα της γκάμας αλλά γι’ αυτό το άλλοθι είναι η οδική συμπεριφορά και η συνολική υπόσταση του μοντέλου σε επίπεδο ασφάλειας, αφού η σχετικά σκληρή ανάρτηση «επιβάλλεται» από την ύπαρξη των συστημάτων διατήρησης της ευστάθειας αλλά ακόμα και από την στιβαρότητα του πλαισίου- αμαξώματος, που διασφαλίζει υψηλά επίπεδα παθητικής ασφάλειας.
Μην ξεχνάμε πως ένα από τα όπλα στη φαρέτρα του marketing της Fiat για το συγκεκριμένο μοντέλο, είναι η παθητική ασφάλεια των 5 αστέρων από το Euro NCAP, που είναι εν μέρει και προϊόν της ύπαρξης αερόσακων, ακόμα και για τα γόνατα του οδηγού. Το «παράσημο» αυτό –αχρείαστο να είναι- είναι το καλύτερο συμπλήρωμα για την ύπαρξη του βραβευμένου κινητήρα κάτω από το εμπρόσθιο καπό, έτσι ώστε το 500 να έρθει πολύ κοντά στον ορισμό του «ιδανικού» μικρού, για πόλη και όχι μόνο.