Βασίλης Τοροσίδης: Το περήφανο αντίο ενός πιστού στρατιώτη
Οι τίτλοι τέλους στην μεγάλη καριέρα του Βασίλη Τοροσίδη έπεσαν το βράδυ του Σαββάτου (12/9) όταν ο Έλληνας αμυντικός αποφάσισε να κρεμάσει τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια, έχοντας στα χέρια του την κούπα του Κυπέλλου Ελλάδας.
Βάσει του αρχικού… προγραμματισμού, το «αντίο» του διεθνή ποδοσφαιριστή θα είχε γραφτεί στις αρχές του Αυγούστου, όταν ο Ολυμπιακός αντιμετώπισε την Γουλβς αλλά δεν κατάφερε να πάρει την πρόκριση για το Final 8. Ωστόσο, οι ερασιτεχνικοί χειρισμοί της ΕΠΟ, όσον αφορά στον τελικό του Κυπέλλου Ελλάδας, προκάλεσαν αλλαγή… δεδομένων και για τον Βασίλη Τοροσίδη.
Μερικές εβδομάδες αργότερα, ο Έλληνας αμυντικός μπαίνει στο Πανθεσσαλικό Στάδιο του Βόλου με το περιβραχιόνιο του αρχηγού, έχοντας μία ακόμα ειδική αποστολή στην καριέρα του. Να αγωνιστεί ως αριστερό μπακ, μια θέση που έχει παίξει και στο παρελθόν, αλλά και εκεί που ο Πέδρο Μαρτίνς είχε το μεγαλύτερο… πρόβλημα. Όμως, για μία ακόμα φορά, ο Βασίλης Τοροσίδης δεν είχε… φόβο να μπει στο ματς και να παλέψει για το καλύτερο δυνατό.
Και τα κατάφερε. Χωρίς να έχει αγωνιστικό ρυθμό, αλλά με περίσσια ψυχικά αποθέματα κατάφερε να ανταποκριθεί απόλυτα στον ρόλο του και να βοηθήσει τον Ολυμπιακό να τελείωσε μία σεζόν με τον καλύτερο τρόπο, το νταμπλ και τον ίδιο να αποχαιρετά περήφανα τα γήπεδα, βάζοντας στο στήθος του ακόμα ένα μετάλλιο και να κάνει το όνειρό του πραγματικότητα.
Αυτό το όνειρο που είχε ξεκινήσει στην Ξάνθη, απ’ όπου κατάγεται και όπου έκανε τα πρώτα του επαγγελματικά ποδοσφαιρικά, στην ομάδα της πόλης του. Ο Βασίλης Τοροσίδης έκανε το ντεμπούτο του στις 19 Απριλίου 2003 σε αγώνα εναντίον του Ηρακλή. Στον ακριτικό σύλλογο παρέμεινε επί 4,5 αγωνιστικές περιόδους, μέχρι και το 2007, έχοντας συνολικά 76 συμμετοχές και 3 τέρματα.
Τον Ιανουάριο του 2007, ο Ολυμπιακός τον κάνει δικό του και δεν αργεί να δείξει τις ικανότητές του και με τους Πειραιώτες. Σημείωσε το πρώτο του τέρμα στην Τούμπα εναντίον του ΠΑΟΚ στις 21 Ιανουαρίου 2007, ανοίγοντας τον δρόμο για την επικείμενη νίκη της ομάδας του, ενώ αγαπήθηκε αμέσως από τους οπαδούς της ομάδας. Συνολικά με τη φανέλα του Ολυμπιακού πραγματοποίησε 221 επίσημες συμμετοχές σε Ελλάδα και Ευρώπη, έχοντας 20 τέρματα και 25 ασίστ (2007-2013 και 2018-2020).
Στις 23 Ιανουαρίου 2013 μεταγράφηκε στην ιταλική Ρόμα, με τη φανέλα της οποίας πραγματοποίησε το ντεμπούτο του μερικές ημέρες αργότερα σε έναν αγώνα εναντίον της Μπολόνια που έληξε ισόπαλος με σκορ 3-3. Το πρώτο του τέρμα με τη φανέλα των «τζιαλορόσι» το σημείωσε στην εκτός έδρας νίκη εναντίον της Αταλάντα με 3-2.
Στην πρώτη του χρονιά στη Ρόμα ευτύχησε να αγωνιστεί στον τελικό του Coppa Italia, έχοντας μάλιστα σκοράρει στον ημιτελικό εναντίον της Ίντερ, στον τελικό ωστόσο η ομάδα του δεν τα κατάφερε, καθώς ηττήθηκε από τη συμπολίτισσα της Λάτσιο, στερώντας του την ευκαιρία να κατακτήσει τον πρώτο του τίτλο με τη νέα του ομάδα.
Έπειτα από 3,5 χρόνια παραμονής στους «τζιαλορόσι», όπου συμμετείχε σε 60 συνολικά αγώνες πρωταθλήματος και επιτυγχάνοντας 4 τέρματα, το καλοκαίρι του 2016 συμφώνησε να συνεχίσει την καριέρα του στην Μπολόνια. Εκεί αγωνίστηκε 45 φορές, έχοντας πετύχει και ένα τέρμα.
Το 2018 πήρε την απόφαση να επιστρέψει στον Πειραιά και τον Ολυμπιακό, προκειμένου να κλείσει την καριέρα του, στην ομάδα που αγαπήθηκε όσο λίγοι. Συνολικά πανηγύρισε την κατάκτηση 6 πρωταθλημάτων, 4 κυπέλλων, ενώ τη σεζόν 2009-2010 αναδείχθηκε καλύτερος Έλληνας ποδοσφαιριστής.
Σημαντικές επιτυχίες γνώρισε και με την Εθνική ομάδα, πραγματοποιώντας το ντεμπούτου το, στις 24 Μαρτίου του 2007 στο παιχνίδι απέναντι στην Τουρκία. Έχει λάβει μέρος στο Euro 2008 στα γήπεδα της Αυστρίας και της Ελβετίας, στο Μουντιάλ του 2010 στη Νότια Αφρική, στο Euro 2012 στα γήπεδα της Πολωνίας και της Ουκρανίας, καθώς και στο Μουντιάλ του 2014 στη Βραζιλία.
Συνολικά φόρεσε τη φανέλα της «γαλανόλευκης» 101 φορές, πετυχαίνοντας και 10 γκολ. Στο Euro του 2012 ψηφίστηκε στην καλύτερη ενδεκάδα της διοργάνσης.