Οι τρεις... πρέσβεις του ιταλικού ποδοσφαίρου! (photos+videos)
Με αφορμή την είσοδο του Γκαμπριέλ Μπατιστούτα στο Hall of Fame του ιταλικού ποδοσφαίρου, το Onsports θυμάται την καριέρα του Αργεντινού καθώς και των άλλων δυο μη Ιταλών της λίστας, Πλατινί και Φαν Μπάστεν!
Η σχέση αγάπης του ιταλικού ποδοσφαίρου με τους ξένους ποδοσφαιριστές «εξερράγη» ουσιαστικά στα τέλη του 19ου αιώνα, με τη δημιουργία της Ίντερ. Το... σχίσμα του Μιλάνου χώρισε την πόλη στα δυο, με την Μίλαν να εμπιστεύεται αποκλειστικά Ιταλού ποδοσφαιριστές και την Internazionale Milano με το χαρακτηριστικό όνομα, να δηλώνει ξεκάθαρα τις προθέσεις της να φέρει στην Ιταλία ξένους ποδοσφαιριστές. Πολλά χρόνια αργότερα, το βράδυ της Δευτέρας 2 Δεκεμβρίου 2013, η είσοδος του Γκαμπριέλ Μπατιστούτα στο Hall of Fame του ιταλικού ποδοσφαίρου αποδεικνύει πως πρέπει να είσαι παίκτης με... καρύδια και γεννημένος να πρωταγωνιστείς, αν είσαι ξένος και θες να ξεχωρίσεις στο ιταλικό ποδόσφαιρο!
Ο «Μπατιγκόλ» έγινε μόλις ο τρίτος μη Ιταλός που μπαίνει στην ελίτ του ιταλικού ποδοσφαίρου και το Onsports θυμάται την καριέρα του, μαζί με αυτή των Μισέλ Πλατινί και Μάρκο Φαν Μπάστεν. Οι τρεις τους αποτελούν τους κορυφαίους μη Ιταλούς εκπροσώπους του calcio στον πλανήτη!
Χορεύοντας στα ασπρόμαυρα...
Λέγεται πως η ποδοσφαιρική ευφυία του Μισέλ Πλατινί μπορούσε να συγκριθεί πολλές φορές μονάχα με το μεγαλείο των κλασικών μουσικών όπως ο Μότσαρτ, ο Μπετόβεν, ο Μπαχ και ο Σοπέν. Ένας ποδοσφαιριστής γεννημένος να σαγηνεύει κυριολεκτικά με τις κινήσεις του στο χορτάρι, χορεύοντας με τη μπάλα στα πόδια του. Ο σημερινός πρόεδρος της UEFA κάποτε δεν είχε... παραπάνω κιλά, ούτε πολεμούσε τη διαφθορά στο ποδόσφαιρο.
Σε ηλικία 28 ετών, έπειτα από δέκα σεζόν σε Νανσί και Σεντ Ετιέν, ο ώριμος Πλατινί έκανε το καλοκαίρι του 1982 το μεγάλο άλμα στην καριέρα του. Η συμφωνία του με τη Γιουβέντους έμελλε να «σφραγίσει» μια από τις μεγαλύτερες ποδοσφαιρικές αγάπες στην ιστορία του αθλήματος, αποτελόντας παράλληλα ένα «χρυσό» συμβόλαιο με την επιτυχία.
Σε διάστημα πέντε ετών, ο Πλατινί εξελίχθηκε σε ποδοσφαιρικό «θρύλο» και σε έναν από τους κορυφαίους παίκτες που έχουν παίξει ποτέ στο ιταλικό ποδόσφαιρο και στη Γιουβέντους. Κατέκτησε τα πάντα με τη «γηραιά κυρία» με αποκορύφωμα το Κύπελλο Πρωταθλητριών Ευρώπης του 1985, ενώ όσο έπαιζε με τα χρώματα της Γιούβε κατέκτησε τη «Χρυσή Μπάλα» και οδήγησε την Γαλλία στην κατάκτηση του Euro 1984.
Επί τρία συναπτά έτη (1983, 1984, 1985) ήταν πρώτος σκόρερ της Serie A με 16, 20 και 18 γκολ αντίστοιχα, πανηγυρίζοντας δυο Πρωταθλήματα Ιταλίας. Σε πέντε σεζόν έπαιξε 222 παιχνίδια και σημείωσε 103 γκολ χωρίς να είναι επιθετικός, διαθέτοντας όμως μια από τις πιο ισχυρές... αισθήσεις για γκολ που έχει «δει» ποτέ το ποδόσφαιρο. Μπήκε στο ιταλικό Hall of Fame το 2011, πρώτη χρονιά που θεσπίστηκε το Hall of Fame του ιταλικού ποδοσφαίρου.
Μια τρομερή αλλά σύντομη «πτήση»
Μια από τις πλέον... τραγικές καριέρες στην ιστορία του αθλητισμού και δη του ποδοσφαίρου, είναι αυτή του Μάρκο φαν Μπάστεν. Ένας άνθρωπος γεννημένος για να στέλνει τη στρογγυλή θεά στα δίχτυα με κάθε τρόπο, από οποιοδήποτε σημείο, ο οποίος προδόθηκε από τα αδύναμα πόδια του και αναγκάστηκε σε ηλικία 31 ετών να αποχωρήσει πρόωρα από το άθλημα που τόσο αγάπησε.
Η παραδοχή του «ιπτάμενου» Ολλανδού ότι πρέπει να σταματήσει το ποδόσφαιρο, στις 17 Αυγούστου του 1995 έπειτα από δυο χρόνια συνεχόμενης μάχης με τραυματισμούς που τον κράτησαν μακριά από το χορτάρι, δεν ήταν αρκετή για να επισκιάσει μια καριέρα που είχε «γράψει» ήδη απίστευτα νούμερα και πολλά τρόπαια.
Έχοντας τρία Πρωταθλήματα και Τρία Κύπελλα Ολλανδίας,καθώς και ένα Κύπελλο Κυπελλούχων Ευρώπης με τον Άγιαξ, ο Φαν Μπάστεν υπέγραψε στη Μίλαν το 1987 και ένα χρόνο αργότερα τον βρήκαν εκεί οι Ρουντ Γκούλιτ και Φρανκ Ράικαρντ. Οι τρεις τους με... μπροστάρη έναν από τους μεγαλύτερους «κυνηγούς» που έχει... ζήσει ποτέ το ποδόσφαιρο, οδήγησαν τη Μίλαν σε κάτι εντυπωσιακό.
Ο τρομερός ρυθμός με τον οποίο σημείωνε γκολ ο Φαν Μπάστεν είχε τα... προφανή αποτελέσματα: 3 Πρωταθλήματα και 2 Σούπερ Καπ Ιταλίας, 2 συνεχόμενα Κύπελλα Πρωταθλητριών Ευρώπης, 2 Σούπερ Καπ Ευρώπης και 2 Διηπειρωτικά Κύπελλα. Με 124 γκολ σε 201 εμφανίσεις ο Φαν Μπάστεν άφησε ανεξίτηλη την υπογραφή του στο ιταλικό και το ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο, μπαίνοντας στο ιταλικό Hall of Fame το 2012.
Αυτός που... ξέφυγε
Την εποχή που ο Γκαμπριέλ Μπατιστούτα άρχισε να «αναδύεται» ως ένας νέος, δεινός σκόρερ από την Αργεντινή, ο... παροξυσμός στη χώρα της Λατινικής Αμερικής για την ανεύρεση ενός νέου Ντιέγο Αρμάντο Μαραντόνα είχε ξεκινήσει. Και σε μεγάλο βαθμό το συγκεκριμένο «κύμα» παρέσυρε τον «Μπατιγκόλ» στην αρχή της καριέρας του και στις επιλογές που έκανε στη συνέχεια. Η στοιχειώδης διαφορά και ο λόγος που μπήκε την περασμένη Δευτέρα στο Hall of Fame του ιταλικού ποδοσφαίρου (σ.σ. στο οποίο λογικά θα μπει σύντομα και ο Μαραντόνα), είναι το γεγονός ότι ο Μπατιστούτα... ξέφυγε τελικά από τα δεσμά της διαδοχής του «πίμπε ντ’ όρο» και... έφτιαξε το δικό του όνομα στην ποδοσφαιρική πιάτσα.
Πήγε στη Φιορεντίνα το καλοκαίρι του 1992 και παρότι οι «βιόλα» υποβιβάστηκαν –με τον ίδιο να σκοράρει 16 φορές στη Serie A- ο Μπατιστούτα έμεινε εκεί και με τη δική του προσφορά, σε συνδυασμό με την φιλοδοξία του νεαρού τότε Κλαούντιο Ρανιέρι, η Φιορεντίνα επέστρεψε την επόμενη σεζόν στη μεγάλη κατηγορία.
Τότε ξεκίνησε και ο... βομβαρδισμός των αντιπάλων, με τον Μπατιστούτα να διαλύει τα δίχτυα σε κάθε ευκαιρία που του δινόταν. Σε 332 αγώνες σκόραρε 207 φορές με τη φανέλα των «βιόλα», οδηγώντας την ομάδα στην κατάκτηση του Κυπέλλου Ιταλίας τη σεζόν 1995-96 και του Σούπερ Καπ Ιταλίας την αμέσως επόμενη σεζόν. Ήταν πρώτος σκόρερ της Serie A το 1995, κορυφαίος ξένος ποδοσφαιριστής της Serie A το 1999, και το κυριότερο όλων, έγινε ο μεγαλύτερος σκόρερ στην ιστορία της Φιορεντίνα!
Όταν το 2000 έφυγε από τη Φλωρεντίνα, ο αποχωρισμός ήταν ιδιαίτερα συγκινητικός, με τον Μπατιστούτα να παραμένει πάντως στη Serie A για χάρη της Ρόμα. Με τους «τζιαλορόσι» πρόσθεσε το Πρωτάθλημα Ιταλίας στο παλμαρέ του, σημειώνοντας 33 γκολ σε 83 εμφανίσεις σε διάστημα τριών σεζόν. Έπαιξε μια χρονιά και στην Ίντερ, πριν φύγει για το Κατάρ όπου αγωνίστηκε δυο χρόνια και «κρέμασε» τα παπούτσια του στο τέλος της σεζόν 2004-05.