Χουάν Ραμόν για... Glory Days (videos)
Σε περίπου μία-δύο ώρες από τη στιγμή που διαβάζετε αυτές τις γραμμές, ο Χουάν Ραμόν Ρότσα θα επιστρέψει - επιτέλους - από το Οπόρτο από όπου στις 18 Οκτώβρη του 1995... ξεκίνησε το ταξίδι για την Αθήνα... μπουσουλώντας! Ο «Γιάννης Μπουμπλής» έχει συνδέσει το όνομά του με τον Παναθηναϊκό κι ας μην είναι Έλληνας ή τέλος πάντων, βέρος Έλληνας. Κι από σήμερα, καλείται να τον «αναστήσει» για να ξαναζήσουν οι φίλοι του «Glory Days»...
Η κωμόπολη Σάντο Τομέ στην Αργεντινή, δεν είχε περισσότερους από 20.000 κατοίκους τη δεκαετία του '50. Και κανείς τους σίγουρα δεν φανταζόταν ότι το πιτσιρίκι που γεννήθηκε στις 8 Μαρτίου του 1954, θα δίχαζε μια μέρα την αθλητική Ελλάδα. Πολύ περισσότερο, ότι θα γινόταν μόνιμος κάτοικος της και ότι σχεδόν 40 χρόνια αργότερα, θα συνέδεε το όνομά του με τη μεγαλύτερη κατά πολλούς νίκη ελληνικού συλλόγου στο ευρωπαϊκό στερέωμα.
Ο Χουάν Ραμόν Ρότσα ήρθε στη χώρα μας για πρώτη φορά το 1975, ωστόσο η μεταγραφή του στον Παναθηναϊκό πραγματοποιήθηκε τέσσερα χρόνια αργότερα. Ο Γιώργος Βαρδινογιάννης έδωσε στην Μπόκα Τζούνιορς έναν... σκασμό λεφτά για τα δεδομένα της εποχής ώστε να την πείσει να παραχωρήσει έναν 25χρονο εν ενεργεία διεθνή μέσο, τον οποίο όμως στις αρχές της επόμενης δεκαετίας δεν μπορούσε να χρησιμοποιήσει λόγω τιμωρίας του!
Οι «πράσινοι» προσπάθησαν να χρησιμοποιήσουν τον Ρότσα ως Ελληνα υποστηρίζοντας ότι είχε ρίζες από τη χώρα μας και ότι το πραγματικό του επίθετο ήταν Μπουμπλής. Οι αντιδράσεις από το αντίπαλον δέος ήταν ιδιαίτερα έντονες. Οι καταγγελίες του Ολυμπιακού, αλλα και άλλων ομάδων μπλόκαραν τη συμμετοχή του Ρότσα στο πρωτάθλημα και έβγαλαν στους δρόμους της Αθήνας περίπου δέκα χιλάδες φίλους του «τριφυλλιού» που διαμαρτύρονταν και στέκονταν στο πλευρό του «Ινδιάνου». Σαν να ήξεραν ότι ο αριστεροπόδαρος μέσος θα άφηνε εποχή...
Επειτα από την τιμωρία του στο τέλος της περιόδου 1981-82, ο Ρότσα επανήλθε δριμύτερος, αλλά δεν αγωνίστηκε ως Έλληνας στον Παναθηναϊκό. Αυτό δεν τον εμπόδισε βέβαια να γίνει ένας από τους πιο επιτυχημένους ξένους ποδοσφαιριστές που πέρασαν ποτέ από τον αθηναϊκό σύλλογο. Αγωνίστηκε επί 9,5 συναπτά έτη στον Παναθηναϊκό, πραγματοποίησε συνολικά 241 εμφανίσεις σε εγχώριες και ευρωπαϊκές διοργανώσεις και σημείωσε 13 τέρματα, αλλά το πιο σημαντικό είναι ότι δεν απέκτησε εχθρούς. Κέρδισε ακόμα και τους φίλους άλλων ομάδων λόγω του ήθους, του χαρακτήρα του αλλά και της ποδοσφαιρικής του ποιότητας. Μετά τη λήξη της πλούσιας καριέρας, τέθηκε το δίλημμα. Επιστροφή στην πατρίδα ή μόνιμη εγκατάσταση; Ποιο δίλημμα; Η Ελλάδα τον είχε γοητεύσει, κερδίσει. Και ξεκίνησε η δεύτερη καριέρα, αυτή του προπονητή...
Από τον Πύργο, στο Άμστερνταμ
Οπως συμβαίνει σχεδόν με όλους τους προπονητές, ο Ρότσα ξεκίνησε από τα χαμηλά, στον Πανηλειακό. Ακολούθησαν περάσματα από Ηλυσιακό, Καλαμάτα μέχρι που το 1994 εμφανίστηκε μπροστά του η μεγάλη πρόκληση. Εχοντας «χωρίσει» με τον εξαιρετικό προπονητή, πλην όμως δύσκολο άνθρωπο, Ιβιτσα Όσιμ, ο Παναθηναϊκός έψαχνε τον άνθρωπο που θα απελευθέρωνε την ομάδα, θα έφερνε ηρεμία στα αποδυτήρια, θα αξιοποιούσε το ταλέντο παικτών όπως ο Μπορέλι, που πριν δεν υπολογίζονταν καθόλου.
Εχουν πει για τον Ρότσα ότι αν δεν ήταν ποδοσφαιριστής και στη συνέχεια προπονητής, θα μπορούσε να είναι από τους κορυφαίους ψυχολόγους. Ο Αργεντινός το κέρδισε το στοίχημα και με το παραπάνω. Πολλοί είπαν ότι βρήκε έτοιμη ομάδα, στρωμένη από τον Όσιμ. Κι έτσι να είναι, αυτός την έβαλε στις ράγες συν του ότι όντως έβαλε τις πινελιές του. Ενας αγνώριστος αγωνιστικά Παναθηναϊκός, άρχισε να κερδίζει τον θαυμασμό όλων για το θέαμα που παρουσίαζε στο γήπεδο. Οι επιτυχίες ήρθαν ως φυσικό επακόλουθο. Αν ρωτήσεις βέβαια τους οπαδούς του «τριφυλλιού», λίγοι θα θυμούνται με ακρίβεια ότι ο Ρότσα οδήγησε τους «πράσινους» στην κατάκτηση δύο πρωταθλημάτων (1995, 1996) και ισάριθμων Κυπέλλων (1994-95). Κανείς όμως δεν ξεχνά τη μεγαλειώδη ευρωπαϊκή πορεία που ξεκίνησε το 1995 και τράβηξε όσο δεν περίμενε ούτε ο... «Καπετάνιος».
Εχοντας κερδίσει την αγάπη και στο σεβασμό ΟΛΩΝ των παικτών, ο Ρότσα έφερε τον Παναθηναϊκό μια ανάσα από τη... Ρώμη. Το «ΠΑΟ ζούμε στη Ρώμη να σε δούμε», ακουγόταν όλο και πιο συχνά στο ΟΑΚΑ όσο ο Παναθηναϊκός βάδιζε από νίκη σε νίκη στο Champions League του 1995. Ποια Ναντ, ποια Πόρτο, ποιο Ντας Άντας και ποια Λέγκια... Ο Παναθηναϊκός εκείνης της περιόδου δεν καταλάβαινε ούτε από αντιπάλους, ούτε από χιόνι, ούτε από κοπριά...
Πέρα από όλες τις υπόλοιπες, η πιο σημαντική νίκη που πανηγύρισε ο Χουάν Ραμόν Ρότσα, ήταν αυτή της 3ης Απριλίου του 1996, τη μέρα που ο Σωτήρης Νίνης γιόρταζε τα 5α του γενέθλια. Το διπλό στο Αμστερνταμ θα μείνει στην ιστορία για πολλούς λόγους, μα πάνω από όλα γιατί ήταν πέρα για πέρα αντρίκειο. Διότι κατακτήθηκε με κανονικό και όχι καταστροφικό ποδόσφαιρο και επειδή ο Κολιτσιδάκης, ο Καλλιτζάκης, ο Ουζουνίδης και ο Καπουράνης δεν κοπάναγαν στο ψαχνό τους Ολίσε, Κανού, Λιτμάνεν και Κλάιφερτ. Οκτώ φάουλ έκανε ο Παναθηναϊκός στην Ολλανδία και αυτό το θυμούνται λίγοι, αλλά έχει μεγάλη αξία. Το όνειρο συμμετοχής στον τελικό της Ρώμης δεν έγινε ποτέ πραγματικότητα, αλλά το έργο του Ρότσα το αναγνώρισαν όλοι.
Ο Αργεντινός αποχώρησε από την Παιανία το καλοκαίρι του 1996 για να επιστρέψει στο τέλος της περιόδου 1998-99, ενώ στο μεσοδιάστημα, αλλά και αργότερα εργάστηκε σε Αρη, Ξάνθη και Ολυμπιακό Λευκωσίας. Το 2008 γύρισε στο «σπίτι» του, αυτή τη φορά για την ομάδα Νέων του συλλόγου. Μέχρι και σήμερα, τροφοδοτούσε τον Ζεσουάλδο Φερέιρα με τους πιο έτοιμους από τους πιτσιρικάδες. Από σήμερα, 14/11, όμως είναι και πάλι ο πρώτος προπονητής της μεγάλης ομάδας, ο αντικαταστάτης του Πορτογάλου και ο άνθρωπος στον οποίο η διοίκηση και ο χιλιοταλαιπωρημένος φέτος κόσμος εναποθέτουν τις ελπίδες ανάκαμψης, οι οποίες είχαν «ενταφιαστεί». Φόρτσα Ρότσα-Μπουμπλής!