Προσφυγή Μπέου κατά της Ελληνικής Δημοκρατίας!
Στο ευρωπαϊκό δικαστήριο ανθρώπινων δικαιωμάτων προσέφυγε ο Αχιλλέας Μπέος, κάνοντας λόγο για παραβίαση των συνταγματικών του δικαιωμάτων και κυρίως του τεκμηρίου της αθωότητας.
Δεν το βάζει κάτω ο Αχιλλέας Μπέος! Μετά την πρόσφατη επιστολή του από τις φυλακές Ναυπλίου, όπου κρατείται προς τον πρόεδρο του Αρείου Πάγου, μέσω της οποίας ζήτησε να κριθεί με δικαστική συνείδηση και με βάση τα πραγματικά γεγονότα (και όχι την περιρρέουσα ατμόσφαιρα) εξίσου εντυπωσιακό είναι και το επόμενο βήμα του. Προσφυγή κατά της Ελληνικής Δημοκρατίας (!) στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, κάνοντας αναφορά για παραβίαση από την ημέρα της σύλληψής του συνταγματικών δικαιωμάτων του και κυρίως του τεκμηρίου της αθωότητας.
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο Αχιλλέας Μπέος, ενώ η υπόθεσή του εκκρεμεί ενώπιον της ποινικής δικαιοσύνης, ασκήθηκε σε βάρος του πειθαρχική δίωξη και παραπέμφθηκε να δικαστεί ενώπιον των αθλητικών δικαιοδοτικών οργάνων, έχοντας προηγουμένως απορριφθεί αίτησή του για αναστολή της διαδικασίας μέχρι την έκδοση αμετάκλητης απόφασης από τα ποινικά δικαστήρια.
Συγχρόνως, επισημαίνει πως τα αθλητικά όργανα προέβησαν σε διαπιστώσεις ενοχής χωρίς να αναμένουν την έκδοση δικαστικής απόφασης περί της ενοχής του, εξετάζοντας την ποινική υπόθεση μη έχοντας πλήρη εικόνα του αποδεικτικού υλικού, καταλύοντας θεμελιώδη δικαιώματά του.
Παράλληλα, ο Αχιλλέας Μπέος αναφέρει πως με τις δηλώσεις των εκπροσώπων του κράτους περί της ενοχής του για την υπόθεση των φερόμενων στημένων αγώνων, προτού διαπιστωθεί νομίμως η ενοχή από το ποινικό δικαστήριο, καθώς και με τις εις βάρος του αποφάσεις από τα αθλητικά πειθαρχικά όργανα, ακυρώνεται το τεκμήριο της αθωότητας (σημειώνει μάλιστα διάφορα δεδικασμένα), έχει καταδικαστεί ως ένοχος στην συνείδηση των Ελλήνων και κατ’ αυτό τον τρόπο προδικάζουν και επηρεάζουν την δικαστική απόφαση.
Αναλυτικά το κείμενο της επιστολής - προσφυγής του Αχιλλέα Μπέου προς το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου:
1.- ΣΥΝΤΟΜΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ
«Είμαι Έλληνας υπήκοος και κάτοικος Ελλάδας, είμαι δε προσωρινά κρατούμενος στις φυλακές Ναυπλίου. Διετέλεσα επί σειρά ετών Πρόεδρος του Πανιωνίου, ελληνικής ποδοσφαιρικής ομάδας με έδρα τη Νέα Σμύρνη, τα τελευταία δε χρόνια διετέλεσα Πρόεδρος της επίσης ελληνικής ποδοσφαιρικής ομάδας με την επωνυμία ΠΑΕ Ολυμπιακός Βόλου, χειριζόμενος όλες τις υποθέσεις των αθλητικών μου δραστηριοτήτων με υψηλό αίσθημα ευθύνης, εργαζόμενος ακούραστα, ευσυνείδητα και υπεύθυνα, εκτελώντας τα καθήκοντά μου με ευπρέπεια και εντιμότητα, έχαιρα δε στο χώρο του ελληνικού ποδοσφαίρου ιδιαίτερης εκτίμησης και σεβασμού ακόμα και από τους αντιπάλους μου.
Μετά από διεξαχθείσα αυτεπάγγελτη προκαταρκτική εξέταση για την υπόθεση των φερομένων ως στημένων αγώνων που συγκλόνισαν το ελληνικό ποδόσφαιρο τον Ιούνιο του 2011, ασκήθηκε σε βάρος μου ποινική δίωξη για δήθεν: α) από κοινού συγκρότηση, ένταξη και διεύθυνση εγκληματικής οργανώσεως, β) ηθική αυτουργία σε εξακολουθητική κακουργηματική απάτη κατ’ επάγγελμα και κατά συνήθεια, με συνολική ζημία, υπερβαίνουσα το ποσό των 15.000 ευρώ, γ) εξακολουθητική εκβίαση κατά συνήθεια και κατ’ επάγγελμα, δ) δωροδοκία για την αλλοίωση αποτελέσματος αγώνος από κοινού και κατ’ εξακολούθηση και ε) ηθική αυτουργία σε συμμετοχή σε παράνομο στοίχημα κατ’ εξακολούθηση και διατάχθηκε η σύλληψή μου.
Στις 22.06.2011 συνελήφθην αιφνιδιαστικά και, στο πλαίσιο της διαταχθείσας τακτικής ανακρίσεως, οδηγήθηκα ενώπιον του κ. Ανακριτή του 9ου Τακτικού Τμήματος Αθηνών και απολογήθηκα, αρνηθείς κατηγορηματικώς την, σε βάρος μου διατυπωθείσα, κατηγορία, κατόπιν της οποίας μου επιβλήθηκε προσωρινή κράτηση, με το υπ’ αριθμ. 27/2011 ένταλμα του ανωτέρω Ανακριτή.
Προς άρση ή επικουρικώς προς αντικατάσταση με τους περιοριστικούς όρους της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα και της εμφανίσεως στο αστυνομικό τμήμα της κατοικίας μου, της μη νομίμως αποφασισθείσας, προσωρινής μου κρατήσεως, υπέβαλα την από 18.07.11, αίτησή μου. Επί της εν λόγω αιτήσεώς μου εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 357/11 απορριπτική διάταξή του κ. Ανακριτή του 9ου Τακτικού Τμήματος Αθηνών.
Κατά της εν λόγω απορριπτικής διατάξεως άσκησα, όπως δικαιούμην κατά νόμον, την από 04.08.11 προσφυγή μου, η οποία συνοδευόταν με το από 03.08.11 υπόμνημα προσφυγής. Προς περαιτέρω υποστήριξη δε και απόδειξη των ισχυρισμών μου, υπέβαλα, διαδοχικώς, προς το Συμβούλιο Πλημ/κων Αθηνών, τα από 10.08.11, 27.09.11 και 11.10.11, πλήρως τεκμηριωμένα, συμπληρωματικά, υπομνήματά μου. Στις 26.10.11, κατόπιν υποβολής της Εισαγγελικής πρότασης, εκδόθηκε το υπ’ αριθμ. 3547/11 βούλευμα του Συμβουλίου Πλημ/κων Αθηνών, το οποίο απέρριψε κατ’ ουσίαν την εν λόγω προσφυγή μου.
Ενώ λοιπόν σύμφωνα με τα ανωτέρω αναφερθέντα, η υπόθεσή μου εκκρεμούσε και συνεχίζει να εκκρεμεί ενώπιον της ποινικής δικαιοσύνης, ασκήθηκε σε βάρος μου από τον Ποδοσφαιρικό Εισαγγελέα της ΕΠΟ πειθαρχική δίωξη και παραπέμφθηκα να δικαστώ ενώπιον της Πρωτοβάθμιας Πειθαρχικής Επιτροπής της Super League για πειθαρχικά αδικήματα, για τις ίδιες ακριβώς πράξεις, ως βιοτικά συμβάντα για τις οποίες ασκήθηκε και η ποινική δίωξη, ήτοι για αυτά των άρθρων 21 Α «Δωροδοκία» και 21 Β «Στοίχημα» του Πειθαρχικού Κώδικα της ΕΠΟ.
Στις 28.07.2011 η Πρωτοβάθμια Πειθαρχική Επιτροπή της Super League, αποτελούμενη από τους Χαρίλαο Κλουκίνα, ως Πρόεδρο και τους Στέφανο Στεφανόπουλο τ. Εφέτη και Γεώργιο Στεφανάκη-Εισηγητή, δικάζοντας επί των αναφερόμενων στην από 12.07.2011 πειθαρχική δίωξη του Ποδοσφαιρικού Εισαγγελέα της Ε.Π.Ο εναντίον εμένα και της ΠΑΕ Ολυμπιακού Βόλου και εξέδωσε την υπ’ αριθ. 204/2011 απόφαση της, η οποία δέχτηκε μεταξύ άλλων ότι τέλεσα τις αποδιδόμενες σ’ εμένα πράξεις και μου επιβλήθηκε χρηματική ποινή 90.000 ευρώ, ποινή απαγορεύσεως εκτελέσεως οποιασδήποτε δραστηριότητας που σχετίζεται με το ποδόσφαιρο εφ’ όρου ζωής και ποινή απαγορεύσεως εισόδου στους αγωνιστικού χώρους εφ όρου ζωής. Σημειωτέον δε αίτησή μου για αναστολή της διαδικασίας έως ότου περατωθεί αμετακλήτως η ποινική διαδικασία, που εκκρεμούσε απορρίφθηκε.
Κατά της ανωτέρω αποφάσεως άσκησα ενώπιον της Επιτροπής Εφέσεων της ΕΠΟ την από 29.07.2011 έφεση μου.
Στις 10.08.2011, η Επιτροπή Εφέσεων της ΕΠΟ αποτελούμενη από τους Αθανάσιο Θέμελη, Επιτ. Αεροπαγίτη ως Πρόεδρο, Γεώργιο Βλάσση Επιτ. Αντιεισαγγελέα Αρείου Πάγου- Εισηγητή και Σταύρο Ανδριανόπουλο, Δικηγόρο Αθηνών, δικάζοντας την έφεσή μου και την έφεση της ΠΑΕ Ολυμπιακού Βόλου, αντίστοιχα, εξέδωσαν την υπ’ αριθ. 179/2011 απόφασή τους απορρίπτοντας μεταξύ άλλων την έφεσή μου.
2.- ΠΑΡΑΒΙΑΣΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΜΟΥ ΠΡΟΣΤΑΤΕΥΟΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΥΜΒΑΣΗ
Α.- Παραβίαση του Τεκμηρίου αθωότητας (άρθ. 6§1 σε συνδυασμό άρθρ. 6 § 2 της Ε.Σ.Δ.Α.)
Το τεκμήριο αθωότητάς προβλέπεται ρητά από το άρθρο 6 παρ. 2 σε συνδυασμό με το άρθρο 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ τα οποία έχουν ως ακολούθως:
« Παv πρόσωπov έχει δικαίωµα όπως η υπόθεσίς τoυ δικασθή δικαίως, δηµoσία και εvτός λoγικής πρoθεσµίας υπό αvεξαρτήτoυ και αµερoλήπτoυ δικαστηρίoυ, voµίµως λειτoυργoύvτoς, τo oπoίov θα απoφασίση ….. είτε επί τoυ βασίµoυ πάσης εvαvτίov τoυ κατηγoρίας πoιvικής φύσεως.», περαιτέρω δε «Παv πρόσωπov κατηγoρoύµεvov επί αδικήµατι τεκµαίρεται ότι είvαι αθώov µέχρι της voµίµoυ απoδείξεως της εvoχής τoυ.»
Σύμφωνα με την πάγια νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, το τεκμήριο αθωότητας το οποίο κατοχυρώνεται στο άρθρο 6 § 2 της Σύμβασης, συμπεριλαμβάνεται μεταξύ των στοιχείων της δίκαιης δίκης που απαιτεί το άρθρο 6 § 1 και το οποίο δεν περιορίζεται σε μια διαδικαστικού χαρακτήρα εγγύηση στην ποινική δίκη. Το εύρος της αρχής του τεκμηρίου αθωότητας είναι ευρύτερο και απαιτεί να μην προβαίνει κανένας εκπρόσωπος του Κράτους σε δηλώσεις περί της ενοχής ενός προσώπου πριν η ενοχή αυτή διαπιστωθεί από ένα δικαστήριο (Minelli v. Switzerland, judgment of 25 March 1983, Series A no. 62, Allenet de Ribemont κατά Γαλλίας, απόφαση της 10 Φεβρουαρίου 1995 §§ 35-36). Εξ άλλου, το Δικαστήριο τονίζει ότι η επέμβαση στο τεκμήριο αθωότητας μπορεί να εκπορεύεται όχι μόνον από έναν δικαστή ή ένα δικαστήριο αλλά και από άλλες κρατικές αρχές (Daktaras κατά Λιθουανίας, no 42095/98, §§ 41-42, CEDH 2000-X). Και αυτό συμβαίνει γιατί το τεκμήριο αθωότητας, ως δικονομικό δικαίωμα, συμβάλλει κυρίως στον σεβασμό των δικαιωμάτων υπεράσπισης και ευνοεί ταυτόχρονα το σεβασμό της τιμής και της ακεραιότητας του διωκόμενου προσώπου.
Πιο συγκεκριμένα, τo τεκμήριο αθωότητας «απαιτεί κατά την εκπλήρωση των καθηκόντων τους τα μέλη του δικαστηρίου να μην ξεκινούν έχοντας ήδη σχηματίσει την γνώμη ότι ο κατηγορούμενος διέπραξε αξιόποινη πράξη» (Βarbera, Messegue and Jabardo κατά Ισπανίας, απόφαση της 6.12.1988, § 77). Σε ένα προκαταρκτικό στάδιο μιας ποινικής υποθέσεως, οι δηλώσεις των κρατικών/διοικητικών αρχών δεν πρέπει ούτε να παροτρύνουν το κοινό να πιστέψει στην ενοχή του κατηγορούμενου, ούτε να προδικάζουν την δικαστική κρίση (Allenet de Ribemont κατά Γαλλίας, 10.02.1995, § 35, série A no 308). Συνεπώς, το άρθρο 6 παρ. 2 απαιτεί οι εκπρόσωποι του κράτους –οι δικαστές που κρίνουν μια υπόθεση κατά πρώτον, αλλά και οι εκπρόσωποι των άλλων αρχών που ασκούν δημόσια εξουσία- να απέχουν από διαπιστώσεις ότι ο κατηγορούμενος ή ο ύποπτος είναι ένοχος τέλεσης του εγκλήματος, για το οποίο κατηγορείται, πριν διαπιστωθεί νομίμως η ενοχή του από το ποινικό δικαστήριο και κατ’ αυτό τον τρόπο να επηρεάζουν και να προδικάζουν τη δικαστική απόφαση.
Περαιτέρω, σύμφωνα με την νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, (βλ. Paraponiaris v. Greece, απόφαση της 25.09.2008, §§30,31, 32) το τεκμήριο της αθωότητας παραβιάζεται όταν μία δικαστική απόφαση που αφορά ένα κατηγορούμενο αντικατοπτρίζει το αίσθημα ότι αυτός είναι ένοχος, ενώ η ενοχή του δεν έχει προηγουμένως κριθεί κατά νόμιμο τρόπο. Ακόμα και εάν απουσιάζει η επίσημη διαπίστωση [της ενοχής], αρκεί, μία αιτιολογία που δημιουργεί την εντύπωση ότι ο δικαστής θεωρεί τον ενδιαφερόμενο ένοχο (βλ. μεταξύ άλλων, Puig Panella κατά Ισπανίας, αριθμ. προσφ. 1483/02, § 51, 25 Απριλίου 2006). Από αυτή την άποψη, το Δικαστήριο υπογραμμίζει τη σημασία της επιλογής των όρων που χρησιμοποιούνται από τους δημόσιους αξιωματούχους όταν αναφέρονται σ’ ένα πρόσωπο πριν αυτό δικαστεί και κριθεί ένοχο για ένα έγκλημα. (Böhmer v. Germany, no. 37568/97, §§ 54 and 56, 3 October 2002, and Nešťák v. Slovakia, no. 65559/01, §§ 88 and 89, 27 February 2007).
Στην παρούσα υπόθεση, η Πρωτοβάθμια Πειθαρχική Επιτροπή, η οποία εκδίκασε την υπόθεσή μου συνεδρίασε στις 20.07.2011, -ενώ έχει ήδη ασκηθεί ποινική δίωξη σε βάρος μου από τα αρμόδια εισαγγελικά όργανα, ενώ έχει ήδη επιληφθεί η δικαιοσύνη και ενώ είμαι ήδη προσωρινά κρατούμενος- και με την υπ’ αριθ. 204/2011 απόφασή της δέχτηκε ότι διέπραξα τις αποδιδόμενες σ’ εμένα πράξεις με το πειθαρχικό κατηγορητήριο, οι οποίες όπως αναφέρεται διεξοδικά στο ιστορικό της παρούσας ταυτίζονταν με τα πραγματικά γεγονότα για τα οποία ασκήθηκε εις βάρος μου ποινική δίωξη. Ειδικότερα, η υπ’ αριθ. 204/2011 απόφαση διέλαβε τις εξής διαπιστώσεις: «Στην υπό κρίση υπόθεση (...) αποδείχθηκαν τα εξής: O πρώτος εγκαλούμενος (Αχ. Μπέος) υπό την ιδιότητα του ως προέδρου της ΠΑΕ Ολυμπιακού Βόλου, προσέφερε και υποσχόταν σε ποδοσφαιριστές, διαιτητές, διοικητικούς παράγοντες ή αξιωματούχους ομάδων, αλλά και σε άλλα άτομα που συνδέονταν με τα πρόσωπα αυτά δώρα, ωφελήματα ή άλλες παροχές με σκοπό να αλλοιωθεί υπέρ ή κατά της ανωτέρω ΠΑΕ, το αποτέλεσμα των αγώνων που διεξήχθησαν κατά τους παραπάνω αναφερόμενους κατά περίπτωση χρόνους, στο πλαίσιο των πρωταθλημάτων της FOOTBALL LEAGUE και του ΚΥΠΕΛΟΥ ΕΛΛΑΔΟΣ, μεταξύ και άλλων ομάδων και συγκεκριμένα των κάτωθι αναφερόμενων αγώνων: «α) Παναργειακός-Ολυμπιακός Βόλου. Ο αγώνας (…) το αποτέλεσμά του ήταν προκαθορισμένο (…) β) Ολυμπιακός Βόλου-Απόλλων Καλαμαριάς (…) χωρίς καμία αμφιβολία «απίστευτα στημένος αγώνας» (…), γ) Ολυμπιακός Βόλου-Ατρόμητος Αθηνών. Ο αγώνας αυτός (…) ήταν ύποπτος, δ) Ολυμπιακός Βόλου-Ηλυσιακός. Ο αγώνας αυτός (…) ήταν χειραγωγημένος για τους σκοπούς του στοιχήματος (…), ε) Ολυμπιακός Βόλου-Εθνικός Πειραιά. Ο αγώνας αυτός (…) ήταν ακριβώς ύποπτος και πιθανότατα χειραγωγημένος για τους σκοπούς του στοιχήματος, στ) Ηλιούπολη-Ολυμπιακός Βόλου. Ο αγώνας (…) ήταν στημένος. (…).Εξάλλου το όνομα του πρώτου εγκαλουμένου (Αχ. Μπέου) εμφανίζεται πιο συχνά στις αναφορές που αποστέλλονται από την Ελλάδα για τα χειραγωγημένα παιχνίδια (…). Περαιτέρω ανάμειξη του πρώτου εγκαλουμένου σε πράξεις προκαθορισμού αποτελεσμάτων ποδοσφαιρικών αγώνων προκύπτει και από (…). Επομένως οι εγκαλούμενοι τέλεσαν τις αποδιδόμενες σ’ αυτούς πειθαρχικές παραβάσεις, οι οποίες προβλέπονται και τιμωρούνται από τις διατάξεις 21 Α και 21Β Π.Κ. της ΕΠΟ και πρέπει αν τους επιβληθούν κατ’ αναλογική εφαρμογή των άρθρων 94 παρ.2 (κατ’ ιδέαν συρροή) και 98 (κατ’ εξακολούθηση έγκλημα) (…)».Σημειωτέον ότι η ανωτέρω Επιτροπή προβαίνει σε κρίση απόλυτης βεβαιότητας δεχόμενη ότι: «ΟΛΑ ΤΑ ΑΝΩΤΕΡΩ ΚΡΙΝΟΝΤΑΙ ΑΠΟΛΥΤΩΣ ΑΣΦΑΛΗ ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΥΠΑΡΧΕΙ ΚΑΠΟΙΟ ΠΟΣΟΣΤΟ ΣΦΑΛΜΑΤΟΣ, ΩΣ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΠΡΟΚΑΘΟΡΙΣΜΟ ΤΩΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΣΚΟΠΟΥΣ ΤΟΥ ΣΤΟΙΧΗΜΑΤΟΣ (…).».
Περαιτέρω, η Επιτροπή Εφέσεων της ΕΠΟ, δικάζοντας την έφεσή μου προέβη στις εξής διαπιστώσεις στη με αριθ. 179/2011 απόφασή της: «Ο εκκαλών Αχιλλέας Μπέος, εκμεταλλευόμενος την ιδιότητά του ως προέδρου της ΠΑΕ ΟΛΥΠΙΑΚΟΣ ΒΟΛΟΥ, ανέπτυξε έντονη και έκνομη δραστηριότητα. Η παρασκηνιακή του δράση στο χώρο του ποδοσφαίρου (…) στόχο είχε την αποκόμιση για τον εαυτό του περιουσιακού οφέλους. Μέρος δε της παρασκηνιακής δράσης αποτελεί, η ανάμειξη του στη χειραγώγηση του παρακάτω ποδοσφαιρικού αγώνα προκειμένου να αποκομίσει για τον εαυτό του περιουσιακό όφελος μέσω χρηματικών αποδόσεων από στοιχηματισμό. (…) Συμμετοχή δε στην ενλόγω χειραγώγηση για τους ίδιους σκοπούς και προκειμένου να προσπορίσει στον εαυτό του περιουσιακό του όφελος, είχε και ο εκαλλών ΑΧΙΛΛΕΑΣ ΜΠΕΟΣ, αποβλέποντας στις σαφώς υπέρτερες αγωνιστικές δυνατότητες της ομάδας του ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΥ ΒΟΛΟΥ (…). Περαιτέρω δε αποδέχθηκε ότι οι παρακάτω αγώνες ήταν χειραγωγημένοι για στοιχηματικούς σκοπούς (…) Ύστερα απ’ όσα προηγούνται είναι φανερό ότι ο εκκαλών ΑΧΙΛΛΕΑΣ ΜΠΕΟΣ τέλεσε τις προαναφερθείσες πειθαρχικές παραβάσεις αναφορικά βεβαίως με τη «χειραγώγηση» του αγώνα (…)».
Συνεπώς εν προκειμένω τα μέλη της Πρωτοβάθμιας Πειθαρχικής Επιτροπής και της Επιτροπής Εφέσεων της ΕΠΟ, μεταξύ των οποίων και ανώτατα μέλη της Δικαιοσύνης, παρά τα επανειλημμένα ρητά αιτήματά μου για αναστολή της διαδικασίας μέχρι την έκδοση αμετάκλητης απόφασης από τα ποινικά δικαστήρια, προέβησαν σε διαπιστώσεις ενοχής για τα ίδια πραγματικά γεγονότα, για τα οποία ασκήθηκε ποινική δίωξη εις βάρος μου και αντί να αναμένουν την έκδοση δικαστικής απόφασης περί της ενοχής μου εξέτασαν την ποινική υπόθεση, μη έχοντας πλήρη εικόνα του αποδεικτικού υλικού και σχημάτισαν βεβαιότητα, μέσω ρητών και κατηγορηματικών αναφορών περί της δήθεν πλήρως αποδεδειγμένης ενοχής μου, καταλύοντας θεμελιώδη δικαιώματά μου, καταδικάζοντάς με ουσιαστικά εκ προοιμίου για τα ποινικά αδικήματα για τα οποία έχω παραπεμφθεί στη δικαιοσύνη. Στην πράξη δηλαδή, η Πρωτοβάθμια απόφαση παρεμβαίνει στην ήδη εκκρεμούσα ποινική διαδικασία και, ενώ είμαι ήδη κατηγορούμενος με ανακηρύσσει πλήρως και αναμφίβολα ένοχο πριν αποφασίσει το αρμόδιο δικαστήριο, θέλοντας και επιδιώκοντας να επηρεάσει και να προδικάσει τη δικαστική απόφαση και δη με τρόπο απόλυτο και κατηγορηματικό.
Από τις ανωτέρω διαπιστώσεις καθίσταται σαφές ότι καίτοι η ενοχή μου δεν είχε προηγουμένως αποδειχθεί από την ελληνική δικαιοσύνη ή από το ποινικό δικαστήριο το οποίο ανέλαβε να εξετάσει το σύνολο των σχετικών αποδείξεων, κηρύχθηκα, ουσιαστικά ένοχος. Δυστυχώς οι παραπάνω αυθαίρετες και αναπόδεικτες διατυπώσεις έχουν δημιουργήσει ένα απόλυτα ενοχοποιητικό κλίμα σε βάρος μου σε όλη την ελληνική κοινωνία που ακύρωσε πλήρως το τεκμήριο της αθωότητάς μου, αφού μέσω αυτών των διατυπώσεων έχω καταδικαστεί ως ένοχος στη συνείδηση των Ελλήνων και στο χώρο του ελληνικού ποδοσφαίρου, ότι έχω τελέσει σοβαρότατα αδικήματα
Συνεπώς, ο ιδιαιτέρως κατηγορηματικός και ρητός χαρακτήρας των διατυπώσεων των ανωτέρω μελών της Πρωτοβάθμιας Πειθαρχικής Επιτροπής της Super League και της Επιτροπής Εφέσεων της ΕΠΟ, οι οποίες εξέδωσαν την υπ’ αριθ. 204/2011 και 179/2011 απόφασή τους αντίστοιχα, με αρνητική χροιά προς το πρόσωπό μου, ουδεμία αμφιβολία καταλείπει ότι διέπραξα τις εν λόγω παράνομες πράξεις, η διερεύνηση διάπραξης των οποίων εκκρεμεί ενώπιον των αρμόδιων δικαιοδοτικών αρχών, και ως εκ τούτου παρά το γεγονός ότι η ενοχή μου δεν έχει κριθεί σύμφωνα με το νόμο, από το αρμόδιο ποινικό δικαστήριο, δεν έγινε σεβαστό και παραβιάστηκε ευθέως το τεκμήριο αθωότητας μου που θεσπίζεται στο άρθρο 6 παρ.2 της ΕΣΔΑ.
Β.- Παραβίαση του άρθρου 13 της Ε.Σ.Δ.Α.)
Επειδή εν προκειμένω μου παραβιάσθηκε το δικαίωμα του άρθρου 6 παρ. 2, όπως γίνει σεβαστό το τεκμήριο της αθωότητάς μου, δεν διαθέτει δε το ελληνικό κράτος τρόπο ώστε να δικαιωθώ για την παραβίαση αυτή, αφού δεν έχω δικαίωμα πραγματικής προσφυγής ενώπιον ελληνικής αρχής.
Η διάταξη του άρθρου 13 της ΕΣΔΑ ερμηνεύεται ορθά από το ΕΔΔΑ ότι εγγυάται την πραγματική προσφυγή που επιτρέπει την έκθεση παραπόνων για την παραβίαση των επιβαλλόμενων από το άρθρο 6 παρ.1 και 6 παρ.2 υποχρεώσεων να εξετάζονται οι υποθέσεις μου κατά δίκαιο τρόπο και σύμφωνα με την αρχή του τεκμηρίου αθωότητας (βλ. Kudła κατά Πολωνίας [GC], no 30210/96, § 156, ΕΔΔΑ 2000 XI).
Μια τέτοια προσφυγή πρέπει να παρέχει στην εθνική αρχή την αρμοδιότητα να εξετάσει το περιεχόμενο της αιτίασης που θεμελιώνεται στη Σύμβαση και να προσφέρει την κατάλληλη αποκατάσταση, ακόμη κι αν τα συμβαλλόμενα κράτη έχουν μια ορισμένη διακριτική ευχέρεια όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο συμμορφώνονται στις υποχρεώσεις που τους επιβάλλει η διάταξη αυτή. Η προσφυγή που απαιτείται από το άρθρο 13 πρέπει να είναι «πραγματική» από πρακτικής και νομικής άποψης. (Κώνστας κατά Ελλάδας, απόφαση της 24.05.2011, no 53466/07).
Το ελληνικό κράτος δεν προσφέρει σε εμένα μία πραγματική προσφυγή κατά την έννοια του άρθρου 13 της ΕΣΔΑ, ώστε να μου επιτρέψει να εκφράσω τα παράπονά μου για την παραβίαση του τεκμηρίου της αθωότητας (Hassan και Tchaouch κατά Βουλγαρίας, §§ 96-98, CEDH 2000-ΧΙ, και Μητροπολιτική Εκκλησία της Βεσσαραβίας και άλλοι κατά Μολδαβίας, no 45701/99, § 136-137, CEDH 2001-ΧΙΙ).
Επομένως υπάρχει παραβίαση του άρθρου 13 της σύμβασης λόγω απουσίας προσφυγής εσωτερικού ελληνικού δικαίου, με την οποία θα αναγνωριζόταν το δικαίωμά μου να εκδικασθεί η υπόθεση μου με σεβασμό στο τεκμήριο της αθωότητας.
3.- ΕΝΔΙΚΑ ΜΕΣΑ ΓΙΑ ΕΠΑΝΟΡΘΩΣΗ ΠΑΡΑΒΙΑΣΕΩΝ
Δεν υπάρχουν στην ελληνική έννομη τάξη ένδικα μέσα για να ασκήσω και να κριθεί η παράβαση των αναφερόμενων εδώ δικαιωμάτων μου προστατευόμενων από την Σύμβαση. Επίσης δεν έχω προσφύγει σε κανένα άλλο διεθνές όργανο για την υπόθεση αυτή. Γι' αυτό το λόγο προσφεύγω στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου.
4.- ΕΜΠΡΟΘΕΣΜΗ ΑΣΚΗΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ ΜΟΥ
Οι διαπιστώσεις, με τις οποίες υπήρξε παραβίαση του προστατευόμενου από τη Σύμβαση δικαιώματός μου και ειδικότερα του τεκμηρίου αθωότητας (άρθρο 6 παρ.1 σε συνδυασμό με άρθρο 6 παρ.2 της ΕΣΔΑ) έλαβαν χώρα με την υπ’ αριθ. 204/2011 απόφαση της Πρωτοβάθμιας Επιτροπής της Super League, η οποία δημοσιεύτηκε στις 28.07.2011 και την υπ’ αριθ. 179/2011 απόφαση της Επιτροπής Εφέσεων της ΕΠΟ η οποία δημοσιεύτηκε στις 10.08.2011. Συνεπώς, την παρούσα προσφυγή μου ασκώ νομότυπα και εμπρόθεσμα, ήτοι εντός της νομίμου εξαμήνου προθεσμίας, σήμερα (6.12.2011), με συστημένη επιστολή μέσω των ελληνικών ταχυδρομείων και μέσω τηλεμοιοτυπίας (fax).
Επειδή ως εκ τούτου παραβιάσθηκαν τα ανωτέρω δικαιώματα που προστατεύονται από την Σύμβαση, ήτοι το δικαίωμα σεβασμού του τεκμηρίου αθωότητας, ως ειδικότερο περιεχόμενο του δικαιώματός μου σε δίκαιη δίκη (άρθρο 6 παρ. 1 και 2 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου) καθώς και το δικαίωμά μου περί πραγματικής προσφυγής (άρθρ. 13 ΕΣΔΑ), για τους λόγους αυτούς ζητώ να αναγνωρίσει το Δικαστήριό σας την παραβίαση των ανωτέρω δικαιωμάτων μου από την Ελληνική Δημοκρατία και επιφυλάσσομαι να καθορίσω νομότυπα και εμπρόθεσμα το αίτημά μου για δίκαιη και εύλογη ικανοποίηση για την ζημιά που υπέστην συμπεριλαμβανομένης και της χρηματικής ικανοποιήσεώς μου λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστην από την παραβίαση των ανωτέρω δικαιωμάτων μου καθώς και την δικαστική μου δαπάνη.
Με την παρούσα διορίζω αντίκλητο και νόμιμο εκπρόσωπό μου το Δικηγόρο Αθηνών Βασίλη Χειρδάρη».