Ο άνθρωπος με το καφέ σακάκι...
Πάλι σε ξαναβλέπω, πόλη των παιδικών μου χρόνων φοβερά χαμένη... πόλη θλιμμένη και εύθυμη , πάλι ονειρεύομαι εδώ...
Εγώ; Είμαι άραγε ο ίδιος εγώ που εδώ έζησα , κι εδώ γύρισα, κι εδώ ξαναγύρισα και ξαναγύρισα; Κι εδώ πάλι ξαναγύρισα; Ή είμαστε, όλα τα Εγώ που υπήρξα εδώ ή υπήρξαν, μια σειρά από χάντρες - όντα δεμένα μ' ένα νήμα-μνήμη, μια σειρά ονείρων του εαυτού μου που τα ονειρεύτηκε κάποιος άλλος πέρα από μένα;
…αναφερόταν στην Λισαβόνα ένα από τα χιλιάδες χειρόγραφα που βρέθηκαν σε ένα μπαούλο του σπιτιού του Φερνάντο Πεσσόα υπογεγραμμένο από τον Άλβαρο ντε Κάμπος, έναν από τους καλύτερους ετερώνυμους του διασημότερου ποιητή της «πρωτεύουσας των εφτά λόφων».
Ο Αλβάρο ήταν ένας εκκεντρικός μηχανικός, ερευνητής που υποστηρίζει πως ο καλύτερος τρόπος να ταξιδεύεις είναι να αισθάνεσαι… να αισθάνεσαι υπερβολικά.
Διαδρομές…
Ένας άλλος μηχανικός, από την ίδια πόλη, ένας άλλος Φερνάντο θα μπορούσε να πει τα ίδια για την αγαπημένη του Λισαβόνα. Ο Φερνάντο Σάντος όχι μόνο ταξίδεψε αλλά αισθάνθηκε υπερβολικά… Και πάντα ξαναγύριζε και ονειρευόταν, είτε στην γενέτειρά του, είτε στην Ελλάδα. Πότε της γύρναγε την πλάτη και με το βλέμμα στραμμένο στον Ατλαντικό πάλευε με «δράκους» και «λιοντάρια» και πότε επέστρεφε πάνω σε αετούς. Αφήνοντας αυτούς της Λισαβόνας για άλλους. Αετούς με ανοικτά φτερά, αετούς με κλειστά… Και πάντα σαν φίλος. Όπως οι πραγματικοί φίλοι ερχόταν για τα δύσκολα, όταν πονούσαν και τον είχαν ανάγκη και έφευγε πάλι όταν ένιωθε προδομένος.
Κάθε άλλο…
Οι φορές που θα τον πιάσει η κάμερα να χαμογελάει είναι ελάχιστες, το βλέμμα του πέτρινο και σκυθρωπό, το παρουσιαστικό του σκληρό και το χαρακτηριστικό σκυφτό περπάτημά του σε προϊδεάζουν για έναν δύσκολο χαρακτήρα, έναν άνθρωπο απρόσιτο. Εν αντιθέσει ωστόσο με τον Πεσσόα που είχε την τάση να δημιουργεί έναν δικό του πλαστό κόσμο, εμπλουτισμένο με φίλους που δεν υπήρξαν ποτέ και την εικόνα που έβγαζε προς τα έξω, ο Σάντος κάθε άλλο παρά αντικοινωνικός και μονόχνοτος είναι.
«Αισθάνομαι τον εαυτό μου τυχερό, γιατί οι καλοί μου φίλοι ξεπερνούν σε αριθμό τα δάχτυλα και των δύο χεριών. Έχουν δημιουργηθεί στενοί δεσμοί με αυτούς, και ειλικρινά δεν θα ήθελα να ξεχωρίσω κανένα» είχε πει σε συνέντευξή του ο άνθρωπος που συναναστρεφόταν με κάθε λογής κόσμο δουλεύοντας σε ξενοδοχείο ως τεχνικός, μετά την αποφοίτησή του από το Ανώτατο Ινστιτούτο Μηχανικών της Λισσαβόνας το 1977.
Και ενώ θα περίμενε κανείς να είναι απόμακρος και με τους δημοσιογράφους, δεν ήταν λίγες οι φορές που κάθισε στο ίδιο τραπέζι μαζί τους αναλύοντας τη φιλοσοφία του για το ποδόσφαιρο και τη ζωή εκμυστηρευόμενος πως όνειρό του είναι κάποια στιγμή να ξεφύγει από τα σύνορα των τεσσάρων γραμμών ενός ποδοσφαιρικού γηπέδου.
«Δεν πρόκειται να με δεις να δουλεύω μέχρι τα 75 του. Άλλωστε, στη ζωή έχει κανείς με σημαντικά πράγματα να ασχοληθεί. Και, προσωπικά, θέλω να κάνω να πολλά πράγματα» τους είχε πει κάποτε…
Ο «μηχανικός του πέμπτου»
Αδιαμφισβήτητο γεγονός είναι πως ελάχιστοι θα τον θυμούνται σαν ποδοσφαιριστή. Η αλήθεια είναι πως δεν της «μίλαγε» της μπάλας, ενώ έχοντας πλήρη αυτογνωσία, κρέμασε τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια το 1975, μόλις στα 30, μετά από άσημη καριέρα σε Μαρίτιμο και Εστορίλ (είχε ξεκινήσει από τις ακαδημίες της Μπενφίκα.
Η τελευταία, δώδεκα χρόνια αργότερα θα βρεθεί ξανά σχεδόν τυχαία στον δρόμο του, αλλά αυτή τη φορά ως μαέστρος από τον πάγκο, θα αφήσει το στίγμα του. Η Εστορίλ θα ανέβει δυο κατηγορίες σκαρφαλώνοντας ως το κορυφαίο πρωτάθλημα της χώρας.
Ακολούθησαν τέσσερα χρόνια με την Αμαδόρα προτού κάνει το μεγάλο άλμα στην καριέρα του αναλαμβάνοντας την τεχνική ηγεσία της Πόρτο το 2001. Με τους «δράκους» του Οπόρτο στην πρώτη του κιόλας χρονιά, θα πανηγυρίσει το πρωτάθλημα και το πορτογαλικό Super Cup, ενώ όντας και ο τελευταίος της τεχνικός στο μεγαλύτερο σερί της ιστορίας της με την κατάκτηση πέντε πρωταθλημάτων, θα μείνει γνωστός ως ο «μηχανικός του πέμπτου». Την επόμενη σεζόν θα κατακτήσει τόσο το Κύπελλο Πορτογαλίας, όσο και το Super Cup, φθάνοντας μέχρι και τα προημιτελικά του Champions League, ωστόσο η απώλεια του τίτλου την τελευταία αγωνιστική θα «αμαυρώσει» το κλίμα, με τη FIFA μάλιστα να τον αναδεικνύει την ίδια χρονιά ένατο καλύτερο προπονητή του πλανήτη.
«Καπετάνιος» ελπίδας και ονείρων…
Γεννημένος στις 10 Οκτωβρίου του 1954, χρειάστηκε να περάσουν 47 ολόκληρα χρόνια για να διαβεί τα σύνορα της χώρας του και να ζήσει έναν διαφορετικό έρωτα.
Το «η ΑΕΚ είναι μια γνωστή ομάδα στην Πορτογαλία» ήταν η αρχή του φλερτ. Το φλερτ έγινε αμοιβαίος έρωτας και όπως συνηθίζεται στους μεγαλύτερους, τελείωσε με δάκρυα στα μάτια.
Το 2001 η ΑΕΚ είχε βγει για μία ακόμα φορά στο πέλαγος με βάρκα την ελπίδα. Τη θέση της βάρκας ωστόσο είχε πάρει μια σχεδία και ήταν θέμα χρόνου να διαλυθεί στους βράχους, παρασυρμένη από τα κύματα. Η Ένωση όμως θα βρει και πάλι τον τρόπο της να σηκώσει πανιά και να τραβήξει προς τα ανοικτά του πελάγους…
Και ενώ κάποιος Αλεχάντρο Σκλαβενίτης εμφανιζόταν ως ιδιοκτήτης, ο Μάκης Ψωμιάδης θα αναλάβει την προεδρία και στις 17 Ιουνίου ο Φερνάντο Σάντος θα είναι ο κύριος λόγος που θα παρασύρει τους φίλους της ΑΕΚ σε ένα ταξίδι προς το όνειρο. Θα ανεβούν στη σχεδία με εκείνον καπετάνιο και θα κλείσουν τα μάτια…
Την ίδια στιγμή θα άναβε και η φλόγα μιας δυνατής φιλίας με τον ποδοσφαιριστή τότε, Ντέμη Νικολαϊδη. Μιας σχέσης με αμοιβαία τα αισθήματα σεβασμού και εκτίμησης. Ήταν μάλιστα ο Πορτογάλος που κατάφερε να πείσει τον Ντέμη να διακόψει την αποχή που είχε ξεκινήσει, από τις δραστηριότητες της ομάδας, ως ένδειξη διαμαρτυρίας για την κατάσταση στα διοικητικά. Αυτά «μαστίγωναν για ακόμα μία φορά την αγαπημένη του ομάδα.
Η χρονιά θα αποδειχθεί πέραν κάθε προσδοκίας, ακόμα και του πιο αισιόδοξου φίλου της ΑΕΚ, με την Ένωση να βρίσκεται στην πρώτη θέση έχοντας πέντε βαθμούς διαφορά από τον Ολυμπιακό ώσπου…
Ξεθώριασε…
Ώσπου θα έρθει εκείνος ο Γενάρης και το κίτρινο θα ξεθωριάσει από την «κιτρινόμαυρη» αισιοδοξία με αποτέλεσμα να μείνει πίσω η μαυρίλα από το απότομο φρενάρισμα και την απογοήτευση από την ανώμαλη προσγείωση.
Η είδηση της παραίτησης του Φερνάντο Σάντος για διαφωνία στον μεταγραφικό σχεδιασμό με τη διοίκηση, θα σκάσει σαν βόμβα ένα κρύο πρωινό. Τότε οπαδοί της Ένωσης και παίκτες(ανάμεσά τους και οι Νικολαϊδης, Ζήκος), θα αψηφήσουν χιόνι και τσουχτερό κρύο, φθάνοντας ως την εξώπορτα του σπιτιού του και θα τον μεταπείσουν.
Το γυαλί ωστόσο είχε ραγίσει και όχι μόνο ήταν αδύνατο να ξανακολλήσει, αλλά θα έκοβε και όποιον επιχειρούσε να το κάνει… Η ομάδα θα επηρεαστεί και αγωνιστικά, με αποτέλεσμα οι τρεις συνεχείς ήττες να της στερήσουν το πλεονέκτημα για την κατάκτηση του πρωταθλήματος.
Παρόλα αυτά η ΑΕΚ άντεξε ως το τέλος. Πήγαινε για δύο αποτελέσματα στο ντέρμπι με τον Ολυμπιακό την προτελευταία αγωνιστική, αλλά η ήττα με 4-3 έμελλε να τις κόψει τα φτερά.
Απαντήσεις…
Μια εβδομάδα αργότερα ο ίδιος και οι ποδοσφαιριστές του, έχοντας ακούσει τα εξ αμάξης, θα δώσουν απαντήσεις πρώτα στους ίδιους τους τους εαυτούς και τα πανηγύρια για την κατάκτηση του κυπέλλου κόντρα στους «ερυθρόλευκους», θα είναι από τις πιο συγκινητικές στιγμές στην καριέρα του Σάντος. Νικολαϊδης, Ζήκος και Ζαγοράκης χανόντουσαν στην αγκαλιά του για να τον σηκώσουν αργότερα οι οπαδοί της ΑΕΚ στα χέρια, προσφέροντάς του την απόλυτη αποθέωση.
Το τελευταίο χειροκρότημα…
Η κατάκτηση του κυπέλλου ωστόσο δεν θα άλλαζε τα σχέδιά του. Το είχε πάρει απόφαση πως στο τέλος της σεζόν θα έφευγε και στις 8 Μαΐου, μετά την επιβλητική νίκη με 6-2 κόντρα στον ΠΑΟΚ, η Ν. Φιλαδέλφεια θα αποκτούσε τον νέο της ήρωα. Την επόμενη στην συνέντευξη Τύπου που ανακοίνωσε την αποχώρησή του, ο κόσμος θα ήταν πάλι εκεί για να τον χειροκροτήσει για τελευταία φορά.
Προδομένος…
Ο Φερνάντο Σάντος ως άνθρωπος δογματικός ακόμα και αν στο τέλος έπρεπε να μείνει μόνος, δεν παρέκλινε σχεδόν ποτέ από τις απόψεις του. Κόντρα σε κατεστημένα και αρρωστημένες για εκείνον αντιλήψεις, δεν θέλησε να κάνει έκπτωση στα πιστεύω του, τη δουλειά του, τη φιλοσοφία του. Όσοι θέλησαν να αναζωπυρώσουν λαϊκισμό και μεγάλες ψευτοϊδέες προκειμένου να πάρουν με το μέρος τους τον «υπνωτισμένο» κόσμο της ομάδας στην οποία βρισκόταν στον πάγκο, τον βρήκαν απέναντί τους.
Γι αυτό άλλωστε και ο προπονητής που λατρεύτηκε μέσα σε ένα χρόνο στην ΑΕΚ, σε ελάχιστους μήνες στον Παναθηναϊκό γνώρισε την απαξίωση. Προδομένος από εκείνους που διατράνωναν την πίστη τους στις ικανότητές του όταν τον προσελάμβαναν για τον πάγκο του «τριφυλλιού», σύμφωνα με τον ίδιο, του ζήτησαν να εγκαταλείψει τις ποδοσφαιρικές αρχές που πρεσβεύει και να επιδιώξει πρόσκαιρα θετικά αποτελέσματα. Οι μέρες του στους «πράσινους» ήταν μετρημένες…
«Πιστεύω πως για την επιλογή της Ελλάδας μέτρησαν κι άλλα στοιχεία. Θεωρώ την Ελλάδα μια πολύ σημαντική χώρα για την παγκόσμια ιστορία και για την εξέλιξη της ανθρωπότητας, με κουλτούρα που έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Ίσως ο συνδυασμός αυτού του στοιχείου με τις ομοιότητες που παρουσιάζει η Ελλάδα με τη χώρα μου να με «εγκλώβισαν» σε αυτή τη διαδρομή» είχε πει σχετικά με την επιλογή του να έρθει στη χώρα μας.
Το κλίμα όμως στην Ελλάδα δεν τον κρατούσε πια. Προδομένος, ήξερε πως θα μπορούσε να κουρνιάσει στην αγκαλιά της πόλης στην οποία μεγάλωσε, σπούδασε, δούλεψε, χάρηκε, απογοητεύτηκε, ερωτεύτηκε…
Νοσταλγία…
Επαναπατρίστηκε για χάρη της Σπόρτινγκ Λισαβόνας αλλά άντεξε μόλις ένα χρόνο μακριά… Η απότομη αλλαγή δεν ήταν εύκολη, όπως είχε εξομολογηθεί αρχικά, αλλά με το πέρασμα του χρόνου όχι μόνο συνήθισε, αλλά νοστάλγησε…
«Μετά την πρώτη μου θητεία στην ΑΕΚ, επέστρεψα στην Πορτογαλία, έπιασα αρκετές φορές τη σύζυγό μου να νοσταλγεί την Ελλάδα, κάτι που ίσχυε και για μένα. Την άκουσα να λέει πως περνούσε καλά στην Ελλάδα και πως θα ήθελε να πάει ξανά, έστω και για λίγο» είχε αποκαλύψει και η νοσταλγία τον οδήγησε πάλι πίσω.
Σπίτι του…
Ο καρδιακός του φίλος Ντέμης αναλάμβανε την προεδρία της ΑΕΚ και ο Φερνάντο Σάντος δεν μπορούσε παρά να δηλώσει «παρών» στο νέο «κιτρινόμαυρο» εγχείρημα. Ο Πορτογάλος επέστρεψε σπίτι του όπως είχε δηλώσει κατά την άφιξή του…
«Αισθάνομαι σαν να πήγα διακοπές και γύρισα. Εδώ είναι το σπίτι μου»…
Μιλούσε η καρδιά του και οι φίλοι της ΑΕΚ ήταν αδύνατον να κλείσουν τα αυτιά τους… Οι δεσμοί αγάπης με έναν κόσμο που ξέρει να εκτιμά δεν θα μπορούσαν παρά να γίνουν εντονότεροι.
Η «Ένωση» μάλιστα με πολύ χαμηλό προϋπολογισμό θα αγγίξει το θαύμα φτάνοντας μια ανάσα από το τρόπαιο, αλλά η εντός έδρας ήττα-σοκ από τον Ιωνικό θα την ξυπνήσει άδοξα από το όνειρο, ενώ μία… υπόδειξη θα της στερήσει και την έξοδο στο Champions League!
Ακροβατώντας…
Η εκπληκτική σεζόν θα δημιουργήσει πολλές προσδοκίες ενόψει της επόμενης χρονιάς και η ΑΕΚ του Σάντος αρχικά δεν θα μπορέσει να τις επιβεβαιώσει.
Ο Πορτογάλος καθ’ όλη τη διάρκεια της χρονιάς, έμοιαζε να ισορροπεί στο τμήμα που ένωνε τη μία άκρη του στεγάστρου Καλατράβα με την άλλη.
Οι νίκες που ακολούθησαν το μέτριο ξεκίνημα θα προσφέρουν κάποια ηρεμία, ενώ παρά το γεγονός πως οι δυο πλευρές έχουν συμφωνήσει για ανανέωση της συνεργασίας τους, οι ήττες από Ηρακλή και Ολυμπιακό συνοδευόμενες από επαναλαμβανόμενες άσχημες εμφανίσεις θα επαναφέρουν τα σύννεφα πάνω από ΟΑΚΑ.
Ο ίδιος θα δηλώσει ερωτευόμενος με την ομάδα και ότι θα μπορούσε να μείνει για άλλα δέκα χρόνια ωστόσο ο Νικολαϊδης θα ασπαστεί την άποψη πολλών οπαδών της ομάδας πως ο Σάντος έχει… ταβάνι, αφήνοντας αιχμές για το κακό ποδόσφαιρο που παίζει η ομάδα, υποσχόμενος παράλληλα πως πρέπει να διορθώσει ο ίδιος την κατάσταση.
Άνοιξε την πόρτα… της επιστροφής
Η απόφαση για το μέλλον του στην Ένωση ήταν ειλημμένη και με τους ιθύνοντες της ομάδας να σιωπούν, θα επωμιστεί ο ίδιος όλο το βάρος, θέλοντας να αποφορτίσει την ομάδα που μέσα σε δύο αγώνες έπαιζε τους κόπους και τους στόχους μιας χρονιάς. Το Κύπελλο και την κατάληψη της δεύτερης θέσης. Λίγο όμως πριν την αποτυχία ή την επιτυχία, ο Σάντος άνοιξε την πόρτα… Λίγο αργότερα την έκλεισε για να μην ακούει τα μουρμουριτά που του «κολλούσαν» τον τίτλο του looser.
Ενός looser που στην συνέχεια τον εμπιστεύτηκε η Μπενφίκα. Η μοναδική από τις τρεις μεγάλες ομάδες της Πορτογαλίας που δεν είχε ακόμα αναλάβει. Η Λισαβόνα έμελλε και πάλι να του προσφέρει την ηρεμία και τη ζεστασιά που χρειαζόταν. Έκοψε τα σχοινιά που τον κρατούσαν αιχμάλωτο και θέλησε να νιώσει την αίσθηση της ελευθερίας στο σημείο όπου ο Τάγος ποταμός παραδίνεται στον Ατλαντικό.
Δυστυχία του ενός, χαρά του άλλου…
Κάποιες φορές ωστόσο η θλίψη του ενός μπορεί να αποτελέσει εφαλτήριο της ευτυχίας του άλλου.
Η απογοήτευση των οπαδών της Μπενφίκα για την απώλεια του πρωταθλήματος τη σεζόν 2006-07 και οι άσχημες εμφανίσεις στην αρχή της επόμενης περιόδου, θα ήταν αργότερα ο λόγος της ευτυχίας του Θοδωρή Ζαγοράκη. Η δυστυχία του Γιώργου Παράσχου για την απομάκρυνση του από τον πάγκο του ΠΑΟΚ μετά από μία μόλις αγωνιστική, θα ήταν ευτυχία για τους φίλους του «Δικεφάλου του Βορρά».
Στην Ελλάδα πλέον δεν ένιωθε ξένος και η καινούρια του περιπέτεια θα ξεκινούσε στις 3 Σεπτεμβρίου του 2007…
«Πλέον μπορώ να πω ότι η Πορτογαλία είναι η χώρα μου, αλλά και η Ελλάδα με κάνει να αισθάνομαι καλά. Σίγουρα οι Έλληνες δεν με κάνουν να αισθάνομαι ξένος. Οι Έλληνες είναι πιο ανοιχτοί ως άνθρωποι, αλλά οι χαρακτήρες και οι παραστάσεις είναι σχεδόν ίδιες. Θυμάμαι μια ηλικιωμένη κυρία που έμενε δίπλα μας τον πρώτο χρόνο που έζησα στην Ελλάδα. Είπα στη γυναίκα μου πως μου θύμιζε τη γιαγιά μου. Έκανε ακριβώς τα ίδια πράγματα και μου έφερνε εικόνες από την παιδική μου ηλικία στην Πορτογαλία» είχε εκμυστηρευτεί.
Διαρκής αμφισβήτηση, αλλά…
Στην Αθήνα συνήθισε, αλλά στη Θεσσαλονίκη ξανάνιωσε… Ο δρόμος ωστόσο δεν ήταν στρωμένος με ροδοπέταλα και μία διαρκής αμφισβήτηση τον ακολουθούσε. Αποδοκιμάστηκε, αδικήθηκε αλλά αντιδρούσε πάντα με αξιοπρέπεια. Δεν χάιδεψε αυτιά, δεν παραπλάνησε εκμεταλλευόμενος το συναίσθημα του οπαδού, παρά έσκυψε το κεφάλι και δούλευε.
Αυτή ήταν η απάντησή του. Το δόγμα του θα αποτυπωθεί με τον καλύτερο τρόπο στις δηλώσεις του:
«Προτιμώ να έχω στην ομάδα μου παίκτες που και στο 50% μπορούν να δώσουν πολλά. Στην Μπαρτσελόνα, για παράδειγμα, θα προτιμούσα να έχω είκοσι Κατσουράνηδες παρά έντεκα Ροναλντίνιο» και «Όποιος φοβάται, αγοράζει σκύλο»!
Καμιά δικαιολογία, κανένας φανταστικός εχθρός. Ο κόσμος δεν είχε την υπομονή που προσδοκούσε και επί δυόμισι χρόνια ένιωσε στο πετσί του την αμφισβήτηση. Δεν τα παράτησε όμως ποτέ…
«Υπάρχει ένα σχέδιο κι εγώ πιστεύω σε αυτό. Αν δεν το πίστευα, δεν θα ήμουν εδώ. Θα μπορούσα όταν είχα προτάσεις να φύγω και παράλληλα να ξεφύγω από τα προβλήματα. Δεν το έκανα όμως γιατί έχω πίστη σε αυτό που κάνω. Είναι όμως η πρώτη φορά, σε κάθε δουλειά μου στο παρελθόν, που δεν κατάφερα να δημιουργήσω μια ομάδα που θα ήθελα» θα πει και θα κλείσει τα αυτιά σε αυτόν που είχε παρεισφρήσει στην συνέντευξη τύπου μετά την βαριά ήττα με 4-0 από την ΑΕΚ στο γήπεδο της Τούμπας και του φώναζε «Go village»!
Ένα χωριό που είχε προπονήσει τις κορυφαίες ομάδες της Πορτογαλίας, έχοντας πάρει μάλιστα πρωτάθλημα με πρωταθλήτρια Ευρώπης της χώρας.
Αλήθειες…
Με όπλο τη δικαιοσύνη, την εντιμότητα στις σχέσεις του και την φιλοσοφία του για το άθλημα, δεν έκανε δημόσιες σχέσεις. Είπε την αλήθεια ακόμα και αν αυτή τον έκανε αντιπαθή. Αυτή η κυνική αλήθεια και η αφοπλιστική ειλικρίνεια του δεν άφηνε «σχισμές» για συμπάθειες…
«Ας πούμε ότι είμαστε μια ονομαστή οικογένεια και, όταν καθόμαστε στο τραπέζι για να φάμε σαρδέλες, τις βλέπουμε σαν αστακό. Ο ΠΑΟΚ είναι μεγάλη ομάδα και με ιστορία. Θέλει ο κόσμος του ΠΑΟΚ να βλέπει αστακούς; Δεν ωφελεί να συνεχίσουμε με τις σαρδέλες. Η ομάδα χρειάζεται τουλάχιστον 6-7 ποιοτικούς παίκτες, ούτως ώστε να διεκδικήσει κάτι περισσότερο. Ο ΠΑΟΚ είναι ένας μεγάλος σύλλογος με μέτρια ομάδα» ήταν λόγια αληθινά μεν που κάθε άλλο παρά ευχάριστα ήχησαν σε όσους εθελοτυφλούσαν.
Ακόμα και με τα παιδιά του όμως ήταν το ίδιο αυστηρός και ειλικρινής, όπως και με τους παίκτες του.
«Ο γιος μου έγινε όμως οικονομολόγος γιατί του είπα ότι δεν έχει την ποιότητα που απαιτείται για να παίξει. Το κατάλαβε και τώρα είναι ένας επιτυχημένος επαγγελματίας!» είχε αποκαλύψει…
Καθαρός σαν κρύσταλλο…
Τη δεύτερη χρονιά υπό την καθοδήγησή του, ο ΠΑΟΚ τερμάτισε δεύτερος στο κανονικό πρωτάθλημα, όμως στα play off, κατετάγη τέταρτος για να βιώσει ξανά την αμφισβήτηση. Ο ίδιος δεν φάνηκε να επηρεάζεται για ακόμα μία φορά. Ευελπιστούσε μόνο στην εμπιστοσύνη των ποδοσφαιριστών του και στη στήριξη της διοίκησης. Αυτήν την είχε αμέριστη.
«Η συμφωνία που έχω κάνει με τον Θόδωρο Ζαγοράκη προβλέπει συνεργασία 3 χρόνων και το όνειρό μου είναι να δω τον ΠΑΟΚ είτε πρωταθλητή μέσα σε αυτό το διάστημα είτε να αγωνίζεται στο Champions League» είχε δηλώσει και κράτησε το λόγο του.
Γιατί ο χαρακτήρας του ήταν καθαρός σαν κρύσταλλο. Κανείς δεν του χάρισε τίποτα και όταν δοθεί σε κάτι, δίνεται ολοκληρωτικά στον σκοπό του. Ακόμα και αν η δικαίωση διαβεί πρώτα μέσα από τα μονοπάτια της αλόγιστης αμφισβήτησης.
Δικαίωση…
Αμφισβήτησης που έσπερναν όσοι θεώρησαν πως η σεζόν 2001-2002 με την ΑΕΚ δεν ήταν τεράστια υπέρβαση, αλλά προπονητικό έγκλημα του Σάντος που έχασε μόνος του το πρωτάθλημα από τον Ολυμπιακό. Και τη σεζόν 2004-05 δεν ήταν το θαύμα της διεκδίκησης του τίτλου, αλλά η ηττοπάθειά του στο ματς με τον Ιωνικό. Όπως άλλωστε και με τον ΠΑΟΚ τα πρώτα χρόνια.
Στο τέλος όμως έρχεται η ώρα της δικαίωσης, μπαίνει σε λειτουργία το αλάθητο κριτήριο των απλών ανθρώπων και έστω και καθυστερημένα η «Τούμπα» αναγνώρισε το έργο του και αυτός αποφάσισε να φύγει στο απόγειο της δόξας…
Βραβεύτηκε μάλιστα ως ο καλύτερος τεχνικός της περασμένης δεκαετίας στην Ελλάδα, ωστόσο στη βράβευσή του και ως καλύτερος προπονητής της σεζόν πέρυσι, είναι που θα εκπλήξει. Τα ευχαριστήρια του όχι μόνο ήταν στα ελληνικά, αλλά γραμμένα από τον ίδιο.
«Μαθαίνω ελληνικά με μία καθηγήτρια εδώ και αρκετό καιρό. Το δύσκολο σημείο για μένα τώρα είναι να σκέφτομαι ελληνικά. Να μου έρχονται δηλαδή στον νου οι σωστές λέξεις όταν πρέπει για να μεταφέρω αυτό ακριβώς που σκέφτομαι με τη σωστή έννοια και να το πω ολοκληρωμένα. Διότι, κατά τ’ άλλα, καταλαβαίνω πολλά όταν ακούω ή όταν διαβάζω ελληνικά. Ειδικά αν κάποιος μιλάει αργά, τότε κατανοώ πλήρως το 60% - 70% των όσων λέει. Αρκετά για να μπορείς να συζητήσεις. Επίσης, είναι πολύ δύσκολη η γραμματική σας» δεν είχε διστάσει να εξομολογηθεί.
Αναγέννηση…
Η φήμη που τον συνόδευε από την Πορτογαλία τον ήθελε φωνακλά και ιδιότροπο με τους παίκτες του, οι κακές γλώσσες έλεγαν πως πολλοί από αυτούς δεν ήθελαν ούτε να τον βλέπουν.
Στον ΠΑΟΚ ωστόσο αφού υπερασπίστηκε όσο κανείς τον Πάμπλο Γκαρσία, τον έστειλε στην εξέδρα για να εισηγηθεί αργότερα την ανανέωση του συμβολαίου του. Στη δε ΑΕΚ, δέχθηκε έντονη κριτική για τη σχέση του με τον Ίλια Ίβιτς , μια σχέση που όπως υποστήριζαν είχε επιρροή στη συμπεριφορά του προς τον ποδοσφαιριστή Βλάνταν Ίβιτς. Ήταν αυτός ωστόσο που πήρε τον Σέρβο στον ΠΑΟΚ και τον αναγέννησε.
Αναγεννημένος νιώθει και ο ίδιος κάθε φορά που επισκέπτεται τον τόπο του. Άνθρωπος με βαθιά πιστεύω τόσο θρησκευτικά, όσο και πολιτικά δεν χάνει την ευκαιρία να επισκεφτεί την εκκλησία του Αγίου Αντωνίου της Πάδουα. Προστάτης των χαμένων ψυχών, φύλακας των γάμων, θεραπευτής και αρωγός των πιστών στην ανεύρεση χαμένων αντικειμένων, ο Άγιος Αντώνιος, είναι ο αγαπημένος άγιος των κατοίκων της πόλης και του ίδιου. Εκεί βρίσκει την προσωπική του γαλήνη και ηρεμία…
«Δε θυμάμαι να έχω πάει για ύπνο χωρίς να έχω κάνει πρώτα την προσευχή μου. Δε μπορώ να πω σε κανέναν παίκτη κάτι για το αν είναι Χριστιανός ή οτιδήποτε άλλο. Πρέπει να σεβόμαστε τις επιλογές των άλλων» έχει τονίσει στο παρελθόν.
Το καφέ σακάκι…
Παρότι όμως άνθρωπος της θρησκείας, δεν παύει να είναι προληπτικός. Το πιο γνωστό γούρι του είναι το καφέ δερμάτινο σακάκι.
Εκείνο που δεν αποχωριζόταν ακόμα και αν η θερμοκρασία επέβαλε κοντομάνικο, εκείνο που του είχε προτείνει ένας φίλος του ΠΑΟΚ να αφήσει στον πάγκο της Τούμπας, πριν φύγει, για να τον θυμούνται όλοι…
Για χάρη της Εθνικής όμως, το καφέ σακάκι μέχρι στιγμής μένει στην ντουλάπα. Για την ώρα δείχνει να μην το χρειάζεται…
Ο Ρεχάγκελ πέτυχε γιατί αρνήθηκε πεισματικά να προσαρμοστεί στην περίφημη «ελληνική νοοτροπία», όμως σκέφτηκε και αποχώρησε σαν Έλληνας. Άργησε τόσο αλλά το έκανε. Ο Φερνάντο Σάντος και ας το είπε, μακάρι να μην το κάνει ποτέ, ακόμα και αν χρειαστεί να ξαναβάλει το ίδιο καφέ σακάκι…