Η σκιά του θα τριγυρνά εκεί...
Η ολοκληρωτική σύνδεση του «εγώ» κάποιου με άψυχα πράγματα κατά τη διάρκεια της ζωής του, είναι αυτή που τελικά με ένα μαγικό διαρκές φύσημα σαν δροσερό καλοκαιρινό αεράκι, τους χαρίζει πνοή.
Τα γήπεδα ανέκαθεν αποτελούσαν για τον οπαδό ένα ιδιόμορφο χαρμάνι που εσωκλείει τις «μυρωδιές» και τη ζεστασιά του σπιτιού με την επιβλητικότητα του ναού. Άλλοτε αποτελούν αστείρευτη πηγή ονείρων και οραμάτων ομορφαίνοντας τη στεγνή πραγματικότητα και άλλοτε την κάνουν ακόμα πιο τραχιά με απογοητεύσεις και ανώμαλες προσγειώσεις στο πύρινο έδαφός της. Και είναι δύσκολο να αποχωριστείς το σπίτι σου, ακόμα και αν πας σε ένα ομορφότερο με περισσότερες ανέσεις.
Για τη Λάρισα ίσως ήταν ακόμη δυσκολότερο. Το «Αλκαζάρ» υπήρξε το σπίτι ενός παράξενου παραμυθιού με την πληρότητα και των δυο άκρων… Της απόλυτης αποθέωσης και το άγγιγμα της κορυφής, μέχρι την αποδοκιμασία, την καταπάτηση του υπέρτατου ορίου αμφισβήτησης και τη βουτιά από ψηλά στο βούρκο της αποτυχίας.
Αρχηγός, έμεινε και αυτός μέσα.. στην ιστορία…
Στις 21/11/2010 η βαριά σιδερένια πόρτα του ιστορικού γηπέδου, κλείδωσε. Μέσα της κράτησε για πάντα πρόσωπα, ιαχές μα πάνω από όλα στιγμές και συναισθήματα. Ενθουσιασμός, απογοήτευση, πανηγύρια, θρήνος. Ήταν η ημέρα της Παναγίας, ωστόσο η Λάρισα είχε τους δικούς της «αγίους» να τιμήσει. Γκαλίτσιος, Βαλαώρας, Τσιώλης, Ζιώγας, Βουτυρίτσας, Μητσιμπόνας, Κολομητρούσης, Καραπιάλης, Αγορογιάννης…
Μια ημέρα τόσο ίδια μα και τόσο διαφορετική, όχι μόνο για τους φίλους της ομάδας, αλλά και για τους ίδιους τους ποδοσφαιριστές της… Πόσο μάλλον για τον αρχηγό της που θα έβλεπε το όνομά του να γράφεται με χρυσά γράμματα στην ιστορία του συλλόγου αν όχι δίπλα, σίγουρα ακριβώς από κάτω από τα «ιερά τέρατα» των «βυσσινί».
Οι προβολείς που όλα αυτά τα χρόνια φώτισαν στιγμές μεγάλες, ζεσταίνοντας κρύα και μοναχικά βράδια, έσβησαν, η ηχώ από τις τελευταίες φωνές των οπαδών σίγησε, όμως οι σκιές θα τριγυρνούν πάντα εκεί, στο σκοτάδι. Και του Νίκου Νταμπίζα θα είναι μία από αυτές.
Όντας ο μακροβιότερος μη Λαρισαίος αρχηγός της Λάρισας, έμελλε να είναι και ο τελευταίος που φόρεσε το περιβραχιόνιο στο Αλκαζάρ, αλλά και ο πρώτος που οδήγησε τους συμπαίκτες από τα αποδυτήρια στο χορτάρι του νεόκτιστου «AEL FC Arena».
«Η προσδοκία μιας τέτοιας στιγμής - όπως η είσοδος στο νέο γήπεδο - είναι για μένα η μεγαλύτερη ντόπα. Δεν πρόκειται όμως να λειτουργήσω σε βάρος της ομάδας ή της αξιοπρέπειάς μου. Δεν θέλω χαριστικά τέτοιο προνόμιο» είχε πει σε μια συνέντευξή του. Λόγια που δεν θα μπορούσαν να καθρεφτίζουν τον αδαμάντινο χαρακτήρα ενός ανθρώπου που γεννήθηκε αρχηγός.
Ο Νίκος Νταμπίζας μπορεί να ανδρώθηκε στον Ολυμπιακό και να άργησε να ανακαλύψει την ΑΕΛ αλλά αυτή αποτελεί, πλέον, το μεγαλύτερο χρονικά κεφάλαιο της εν Ελλάδι καριέρας του και ένα αναπόσπαστο κομμάτι της καρδιάς του (ίσως και το μεγαλύτερο) της ανήκει ολοκληρωτικά.
Έρωτας, χωρίς γυρισμό…
Είδε το πρώτο φως της ημέρας ένα ζεστό αυγουστιάτικο πρωινό του 73’για να φωτίσει ο ίδιος αργότερα τα γήπεδα της Ελλάδας και του εξωτερικού με την παρουσία του. Περνώντας τα παιδικά του χρόνια στο χωριό Βαλτόνερο της Πτολεμαΐδας, γαλουχήθηκε με ήθος και αξίες που δεν πρόδωσε ποτέ. Μπορεί οι «δικοί» του να τον προόριζαν για διάδοχο του πατέρα του στην οικογενειακή επιχείρηση και ο ίδιος να μην φανταζόταν ποτέ πως θα έπαιζε ποδόσφαιρο σε επαγγελματικό επίπεδο, ωστόσο η μοίρα είχε άλλα σχέδια γι αυτόν και αυτός δεν άργησε να την… κλωτσήσει εκεί που ήθελε.
Οι έρωτες που άργησε να γνωρίσει ίσως να ήταν και οι μεγαλύτεροι αφού όπως και την ΑΕΛ, έτσι και τα καλέσματα της στρογγυλής θεάς, τα αγνοούσε χρόνια. Όταν την πλησίασε ωστόσο στα 16 του, ο έρωτας ήταν κεραυνοβόλος και τον σημάδεψε για όλη του τη ζωή. Ο δρόμος δεν θα είχε γυρισμό…
Από το Αμύνταιο, στον Ολυμπιακό…
Ένας χρόνος σαν ερασιτέχνης στην τοπική ομάδα του χωριού του, Αμύνταιο, ήταν αρκετός για να του δώσει το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο στους Πόντιους Βέροιας. Στην πρώτη του χρονιά εκεί θα βοηθήσει το σύλλογό του να ανέβει στη δεύτερη εθνική και δύο χρόνια αργότερα δεν θα φοβηθεί να πραγματοποιήσει το μεγάλο άλμα.
Ο Ολυμπιακός μετρούσε ήδη αρκετά χρόνια ανομβρίας και ο Νταμπίζας πιάνοντας λιμάνι έφερνε και την αύρα του νικητή που πάντα τον συνόδευε.
Θα βοηθήσει μάλιστα τους «ερυθρόλευκους» να κατακτήσουν δύο σερί πρωταθλήματα μετά από δέκα «πέτρινα» χρόνια ενώ εκείνη την περίοδο θα πραγματοποιήσει και τις πρώτες του εμφανίσεις στο Champions League σκοράροντας και το μοναδικό γκολ της ομάδας του στην ήττα με 5-1 από την Ρεάλ στο «Μπερναμπέου».
Και την Premier !
Οι πολύ καλές εμφανίσεις του με τους Πειραιώτες, ήταν θέμα χρόνου να αναγκάσουν τις σειρήνες από το εξωτερικό να ηχήσουν και όταν ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, ο Νταμπίζας δεν έκλεισε τα αυτιά του. Η δύναμη στο ψηλό παιχνίδι και οι ανεξάντλητες δυνάμεις του θα αναγκάσουν την Νιούκαστλ να του ανοίξει τις πόρτες μιας ευρωπαϊκής καριέρας στα γήπεδα της ποδοσφαιρομάνας «Γηραιάς Αλβιόνας».Το 1998, τρεισήμισι χρόνια μετά άφηνε τον Ολυμπιακό προκειμένου να μυηθεί στον μαγικό κόσμο της Premier League.
Στις «καρακάξες» έμεινε μια ολόκληρη πενταετία και αγωνιζόμενος σε υψηλό επίπεδο κατάφερε να γίνει ο πρώτος σκόρερ αμυντικός στην ιστορία του συλλόγου(11 γκολ)!
Από τα πρώτα του χρόνια στην ομάδα, έμελλε να αντληθούν και οι σημαντικότερες στιγμές του στο Νησί, που δεν θα μπορούσε να ήταν άλλες από την παρουσία του στους δύο διαδοχικούς τελικούς Κυπέλλου κόντρα σε Άρσεναλ και Μάντσεστερ τις χρονιές 1998 και 1999 αντίστοιχα. Κόντρα στους «κανονιέρηδες» μάλιστα το οριζόντιο δοκάρι ήταν αυτό που δεν του επέτρεψε να χρηστεί κόρνερ κάνοντας του… κεφαλιού του!
Σφυρηλατημένος με πίστη και υπομονή, σκύβοντας το κεφάλι και δουλεύοντας σκληρά δεν το έβαλε ποτέ κάτω. Είτε κόντρες με προπονητές (Γκούλιτ), είτε τραυματισμοί λεγόντουσαν(2001), ο Νταμπίζας επέστρεφε όχι μόνο νικητής από την κάθε μάχη αλλά και πιο δυνατός.
Μετά από μία εκπληκτική χρονιά που βρήκε την Νιούκαστλ να κερδίζει ένα εισιτήριο για την κορυφαία διασυλλογική διοργάνωση, τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν όπως θα περίμενε. Το 2003 θα τον βρει εκτός πλάνων του προπονητή του και όταν το καλοκαίρι της ίδιας χρονιάς θα διαπραγματεύεται τη μεταγραφή του θα έρθει η χειρότερη στιγμή της ζωής του.
Το ατύχημα, το έπος και η αχαριστία…
Βρισκόμενος στην Ελλάδα για τον αγώνα της Εθνικής κόντρα στην Ουκρανία, θα έχει ένα αυτοκινητιστικό ατύχημα με τον ίδιο να βγαίνει μόνο με ένα σπασμένο χέρι και μερικές εκδορές από το κατεστραμμένο σπορ αυτοκίνητο που οδηγούσε. Ο τραυματισμός ήταν και αυτός που του στερήσει τη μεταγραφή. Όχι για πολύ όμως αφού το πείσμα του τον αντάμειψε για μία ακόμα φορά. Αρχές του 2004 έτσι θα πάρει μεταγραφή για τη Λέστερ.
Την πρώτη του χρονιά εκεί, οι προσπάθειές του δεν θα αποδειχθούν αρκετές ώστε να αποσοβήσουν τον υποβιβασμό των «αλεπούδων» και ενώ όλα έδειχναν πως θα ήταν ακόμα μία απογοητευτική χρονιά για τον διεθνή αμυντικό, θα έρθει το έπος της Πορτογαλίας με την Εθνική για να στιγματίσει την κορυφαία στιγμή της ποδοσφαιρικής του καριέρας.
Παρά το γεγονός πως υπήρχε όρος στο συμβόλαιό του που του επέτρεπε να φύγει σε περίπτωση υποβιβασμού της Λέστερ, ο Νταμπίζας έμεινε πιστός στην αγγλική ομάδα βοηθώντας τη μάλιστα να επιστρέψει στα μεγάλα «σαλόνια».
Τότε είναι όμως που οι Άγγλοι, επιδεικνύοντας πρωτοφανή αχαριστία, θα τον αφήσουν ελεύθερο, με τον Νταμπίζα να μην αργεί να βρει τον επόμενο σταθμό της καριέρας του.
Το σπίτι του…
Στην ΑΕΛ θα βρει και την ποδοσφαιρική του Ιθάκη, τον τόπο που έμελλε να στεριώσει και να γίνει αναπόσπαστο κομμάτι της σύγχρονής ιστορίας της.
Ως αρχηγός, θα σηκώσει και το δεύτερο Κύπελλο στην ιστορία της ομάδας πραγματοποιώντας εξαιρετική εμφάνιση στον τελικό κόντρα στον Παναθηναϊκό το 2007, ενώ την επόμενη χρονιά θα βοηθήσει τα μέγιστα ώστε η ομάδα του Κάμπου να υπερκεράσει το εμπόδιο της Μπλάκμπερν φθάνοντας στους ομίλους του UEFA.
Μέλος της κορυφαίας ενδεκάδας της περασμένης δεκαετίας θεωρεί σπίτι του τη Λάρισα, δεν πούλησε ποτέ οπαδιλίκι και ήταν πάντα αληθινός.
«Η ΑΕΛ είναι το σπίτι μου τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Είναι η ομάδα μου… ΑΕΛίκι δεν πούλησα ποτέ, ούτε ΑΕΛάρας είμαι. Προσπαθώ πολύ τα τελευταία τέσσερα χρόνια με πράξεις που δεν βγαίνουν προς τα έξω να δείξω αν σέβομαι την ιστορία και τη φανέλα που φοράω, αν τιμάω το συμβόλαιο που έχω, με τον δικό μου τρόπο. Το να βγω και να πω ότι η ΑΕΛ είναι μέσα ή έξω από την καρδιά μου δεν παίζει κανέναν απολύτως ρόλο. Το πιο σημαντικό είναι 365 ημέρες το χρόνο, με τον τρόπο που κινείσαι μέσα κι έξω από το γήπεδο να δείχνεις αν σέβεσαι και τιμάς τη φανέλα που φοράς. Για μένα σημασία έχει να δείχνεις έμπρακτα τι ακριβώς κάνεις και πως σέβεσαι τη φανέλα που φοράς και ο πολύς κόσμος δεν γνωρίζει τι κάνει ο κάθε παίκτης της ΑΕΛ για αυτή τη φανέλα. Και οι δημόσιες τοποθετήσεις μου αλλά και ο τρόπος που κινούμαι ξέρω ότι σε μία μερίδα του κόσμου της ΑΕΛ δεν είναι αρεστός, αλλά έχω μεγαλώσει με κάποια συγκεκριμένα πράγματα, με συγκεκριμένες αρχές και έχω συγκεκριμένο χαρακτήρα και όταν θεωρήσω ότι κάτι δεν με εκφράζει ως άνθρωπο αλλά μπορεί να με κάνει αρεστό στον κόσμο δεν θα το κάνω, γιατί πολύ απλά δεν μπορώ και δεν θέλω να προσποιούμαι. Θέλω αυτό που είμαι να βγαίνει και προς τα έξω. Θέλω να είμαι αληθινός και να με κρίνει γι’ αυτό ο κόσμος, όχι γι’ αυτό που θα ήθελε να ήμουν» θα τονίσει σε μια του συνέντευξη.
«Προτιμώ να με πούνε μαλάκα»!
Τα χρόνια στο Νησί δεν τον βελτίωσαν μόνο ως ποδοσφαιριστή αλλά τον γιγάντωσαν και σαν άνθρωπο. Το γεγονός ότι, επαναπατρίστηκε για χάρη της Λάρισας και όχι του Ολυμπιακού, του Παναθηναϊκού ή της ΑΕΚ, σκιαγραφούσε την προσωπικότητά του, την παιδεία και την κουλτούρα που «έχτισε» στην Αγγλία έχοντας βάλει ο ίδιος γερές βάσεις.
Η αισθητική του ήταν ανασταλτικός παράγοντας στο να μπλέξει ξανά με μία «μεγάλη» όπως νοούν ελληνική ομάδα και να γίνει συνυπεύθυνος μιας αρρωστημένης κατάστασης που μολύνει το ποδόσφαιρό μας.
«Είμαι εχθρός κάθε unfair πρακτικής. Προτιμώ να με πούνε μαλάκα για έναν τέτοιο λόγο και να ‘μαι ξεχωριστός! Να μην είμαι σαν κι αυτούς που κατηγορούμε. Είναι δυνατόν να μιλάμε για κατεστημένο και να χρησιμοποιούμε μεθόδους του»; θα υποστηρίξει σε μία δήλωσή του.
Λίγο έλειψε…
Και εναντίον αυτού του κατεστημένου «επαναστάτησε» στον πρόσφατο αγώνα της Νέας Σμύρνης κόντρα στον Πανιώνιο.
Η παράνοια που βασιλεύει στο ελληνικό ποδόσφαιρο λίγο έλειψε να τον αλλάξει. Μπολιασμένος με τα σκοπίμως περιρρέοντα στην ατμόσφαιρα περί στησίματος της ομάδας του και βλέποντας και έναν συγκεκριμένο παράγοντα στην εξέδρα, πείσθηκε και ξέσπασε με τρόπο που δεν συνάδει με τον ίδιο του τον εαυτό. Οι δηλώσεις, οι καταστάσεις και η καχυποψία δημιούργησαν ένα εκρηκτικό μίγμα που τον έκαναν κάποιον άλλο…
Αυτό αντιλήφθηκε και ο ίδιος όταν αποτραβήχτηκε από όλα αυτά. Και κυρίως αντιλήφθηκε πως δεν άξιζε τον κόπο να γίνει σαν κι αυτούς που κατηγορούσε … Ξανάγινε ο Νταμπίζας και έχρισε βασική αιτία πιθανού υποβιβασμού των «βυσσινί» τον μεταγραφικό σχεδιασμό, την αλλαγή 15 παικτών στο ρόστερ και όχι τη διαιτησία, εσωκλείοντας παράλληλα και όλη την αλήθεια της εγχώριας ποδοσφαιρικής πραγματικότητας σε μια φράση:
«Στην Αγγλία έχω βιώσει ως παίκτης και χειρότερες διαιτητικές αποφάσεις από αυτές που βίωσα εδώ, αλλά εκεί ήμουν σίγουρος ότι ήταν ανθρώπινα λάθη. Αντίθετα εδώ καταλαβαίνω τον διαιτητή από την πρώτη ματιά που του ρίχνω»….
Η πρώτη ηλιαχτίδα, η μάχη με το χρόνο και η σκιά του…
Αν σκεφτόντουσαν όλοι σαν τον Νίκο Νταμπίζα, σίγουρα θα ανέτειλαν καλύτερες μέρες για το ελληνικό ποδόσφαιρο και η συμπεριφορά του θα αποτελούσε την πρώτη ηλιαχτίδα…
Προς το παρόν, βαδίζοντας στα 38, μπροστά του «ωριμάζει» η μάχη με τον δυσκολότερο επιθετικό που αντιμετώπισε ποτέ, τον χρόνο… Κάτι μου λέει ωστόσο πως ο ίδιος θα βγει για μία ακόμα φορά νικητής από τον πόλεμο… Στη Νέα Σμύρνη δεν μπορεί να ήταν το κύκνειο άσμα του, δεν του αξίζει αυτή η τελευταία παράσταση…
«Όχι δεν το έχω σκεφτεί. Όταν τελειώσει η χρονιά και ζυγίσω τις καταστάσεις θα πάρω μια απόφαση. Μου γυρίζει στο μυαλό να σταματήσω κάποια στιγμή, αλλά θέλω να γίνει την κατάλληλη χρονική στιγμή. Όταν φτάνεις σε μια ηλικία προχωρημένη κρίνεσαι από τους τραυματισμούς και από θέμα δυνάμεων. Τώρα το θέμα των δυνάμεων είναι υποκειμενικό. Το ζητούμενο είναι να μπορείς να το αντιληφθείς αυτό και επειδή ποτέ δεν μπορείς να είσαι αντικειμενικός κριτής για τον εαυτό σου επειδή μπαίνει στη μέση και το εγώ σου. Το θέμα είναι πως θα νιώθω εγώ. Θέμα δυνάμεων στον εαυτό μου δεν μπορώ να δω. Δε νομίζω ότι υπολείπομαι σε πολύ μεγάλο βαθμό σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια» θα πει ο ίδιος σχετικά με την αποχώρησή του από την ενεργό δράση.
Το μόνο σίγουρο είναι πως η σκιά του θα στοιχειώνει για πάντα μια γωνιά του «Αλκαζάρ»… Φεύγοντας άφησε και αυτός πίσω ένα κομμάτι του. Μικρό, μεγάλο.. μικρή σημασία έχει…